ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΗΣ ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΗΣ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΨΥΧΑΤΡΙΚΗ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ
ΤΟ «ΣΧΕΔΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΨΥΧΑΡΓΩΣ» : ΟΧΗΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗΣ ΣΤΟ ΜΝΗΜΟΝΙΟ
Υστερα από την θλιβερή κατάληξη των δύο πρώτων φάσεων του προγράμματος της ελληνικής ψυχιατρικής «μεταρρύθμισης», υπό τον κακέκτυπο τίτλο ‘Ψυχαργώς’, τα ίδια επιτελεία που, λίγο ως πολύ, συγκρότησαν και σε μεγάλο βαθμό καθόρισαν την διαμόρφωση αυτού του νεοϊδρυματικού, αποσπασματικού, κατακερματισμένου, δυσλειτουργικού, κατά βάσιν κατασταλτικού και κατ΄ επίφασιν «συστήματος» ψυχικής υγείας, έρχονται τώρα, ως επιτελείο πλέον του Λοβέρδου (εν καιρώ μνημονίου), να σχεδιάσουν την τρίτη (και «φαρμακερή») φάση, το τοπίο των υπηρεσιών ψυχικής υγείας για την επόμενη δεκαετία.
Το 120 σελίδων κείμενο του «Σχεδίου αναθεώρησης του Προγράμματος Ψυχαργώς» είναι πολύ λίγο «σχέδιο» και πολύ περισσότερο μια προχειρογραμμένη «έκθεση ιδεών» υπό μορφήν συρραφής κειμένων, τα περισσότερα εκ των οποίων έχουν την δομή «τεχνικού δελτίου» προγραμμάτων για χρηματοδότηση από κοινοτικά κονδύλια. Δεν είναι τυχαίο που ορισμένα από τα συρραπτόμενα μέρη είχαν ήδη αναρτηθεί στη λεγόμενη «Διαύγεια» ως έτοιμα προγράμματα διαφόρων ΜΚΟ προς χρηματοδότηση μέσω ΕΣΠΑ. Ετσι ο «σχεδιασμός» περνάει απευθείας στην «ανάθεση», με μια και την ίδια πράξη, καθώς, μάλιστα, οι σχεδιαστές του «Σχεδίου Αναθεώρησης» είναι, ταυτόχρονα, αποδέκτες της ανάθεσης, είτε οι ίδιοι οι σχεδιαστές (ορισμένοι εξ’ αυτών) προσωπικά, μέσω των εταιρειών που κατέχουν, είτε τα μέλη της ευρύτερης συντεχνίας των ΜΚΟ στην οποία συνευρίσκονται.
Είναι εντυπωσιακή η προχειρότητα με την οποία έχει συνταχθεί το «Σχέδιο» (άλλοτε σαν αναφορές σε πρώτο πρόσωπο, άλλοτε θεωρητικολογία, άλλοτε αντιφάσεις και αυτοαναιρέσεις από σελίδα σε σελίδα, άλλοτε η επανειλημμένη διαφημιστική αναφορά της Μονάδας κάποιου εκ των συντακτών, ως της άφθαστης πρωτοπορίας σε πλήθος τομείς, άλλοτε η επιλεκτική ανάδειξη μιας μεμονωμένης και ασήμαντης δραστηριότητας μιας ΜΚΟ κοκ). Το πιο επικίνδυνο, όμως, είναι η λογική που το διέπει, η οποία συνθέτει τις διάφορες τάσεις της κατεστημένης ψυχιατρικής σ΄ αυτή τη χώρα, διαμέσου αυτού του «Σχεδίου», σε μια κατεύθυνση σύμφωνη με τις κοινωνικές προδιαγραφές του μνημονίου: κατεδάφιση του δημόσιου τομέα και του κράτους πρόνοιας μέσω της ιδιωτικοποίησης των πάντων και μετάλλαξη του συστήματος των υπηρεσιών προς κατασταλτικές δομές και πρακτικές ενός «κράτους ασφάλειας».
«ΝΟΣΟΙ ΤΟΥ ΕΓΚΕΦΑΛΟΥ»
Δεν είναι τυχαίο ότι, ήδη από την αρχή του κειμένου, υιοθετείται για τις ψυχικές διαταραχές, χωρίς καμιά κριτική, ο όρος «νόσοι του εγκεφάλου» (brain diseases), όρος που χρησιμοποιήθηκε από την περίοδο της «δεκαετίας του εγκεφάλου» (η τελευταία του περασμένου αιώνα, που παγιώνεται στον 21ο αιώνα, ως του αιώνα των νευροεπιστημών και των γονιδίων), μια περίοδος που υποτίθεται ότι έχει κάνει, πλέον, «αυτονόητη» την εκ νέου (μετά τον 19ο αιώνα) συγχώνευση νευρολογίας και ψυχιατρικής, καθώς οι πρόοδοι των νευροεπιστημών και των απεικονιστικών τεχνικών εκλαμβάνονταν, με τον πιο χυδαία αναγωγιστικό τρόπο, ως επιβεβαίωση της οργανικής/εγκεφαλικής φύσης της ψυχικής αρρώστιας (όπως, αναλογικά, η θρόμβωση ή η νόσος του Parkinson).
Αυτός ο άκρατος βιολογισμός, που υπόκειται σε μιαν αντίληψη των ψυχικών διαταραχών ως «νόσων του εγκεφάλου» και που, ως μεθοδολογία και τρόπος σκέψης, διαπερνά ακόμα και αντίθετες προς αυτόν σχολές, αποτελεί το πιο ταιριαστό έδαφος, στο οποίο ριζώνουν οι λογικές του οικονομικού κόστους: από την πρώτη μέχρι την τελευταία σελίδα του «Σχεδίου», ο ίδιος καημός το διαπερνά, το «οικονομικό βάρος»
της ψυχικής διαταραχής γενικά και μερικών από τις πιο πολύπλοκες ιδιαίτερα.
«ΚΟΣΤΟΣ-ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ»
Είναι χαρακτηριστικό της λογικής που διαπερνά το κείμενο η διατύπωση στην ενότητα που αφορά τον Αυτισμό : τίτλος του κεφαλαίου «Καλές πρακτικές (cost –effectiveness) για πρώιμη παρέμβαση». Κι΄ αμέσως από κάτω : «Μια διάσταση της αποτελεσματικότητας των προγραμμάτων πρώιμης υποστηρικτικής παρέμβασης αποτελεί και η οικονομική τους απόδοση, η μελέτη της οποίας…». Αυτή η κυριαρχική αναφορά και αναγωγή στο οικονομικό σκέλος διαπερνά τις (κατ΄ ευφημισμόν) προτάσεις για όλες τις ψυχικές διαταραχές. Η σύνδεση της λεγόμενης «καλής πρακτικής» με το δίπολο κόστους-οφέλους. Το «θεραπευτικό» συγκροτείται από μια οικονομική λογική. Δεν είναι, φυσικά, κάτι καινούργιο. Οι θεωρητικές κατασκευές και πολιτικές που συνδέουν την Υγεία με τις έννοιες του «κόστους - αποτελέσματος», της «επάρκειας», της «αποτελεσματικότητας», της «εξοικονόμησης πόρων» κοκ έχουν, διεθνώς, μια μακρά διαδρομή. Το ερώτημα ήταν πάντα, για τα «Οικονομικά της Υγείας» ποιάς κοινωνικοοικονομικής δομής γίνεται λόγος και, εν συνεχεία, αν μπορούμε να μιλάμε (και προς όφελος ποιου) για μιαν Υγεία προσαρμοσμένη στην οικονομία, ή αν πρέπει, αντίθετα, να μιλάμε για μιαν οικονομία προσαρμοσμένη στις ανάγκες της Υγείας (και το ερώτημα είναι περαιτέρω, ποιάς Υγείας, εντός ποιας κοινωνικής δομής και με ποια ιεράρχηση αξιών, προτεραιοτήτων κλπ). Απλώς, σ΄ αυτή τη χώρα, με την καθυστερημένη, πελατειακή, ανορθολογική και σπάταλη, σε συνάρτηση πάντα και με τις απαιτήσεις του σύγχρονου (νεοφιλελεύθερου) καπιταλισμού, συγκρότηση του κράτους, αυτή η «οικονομία της υγείας», η προσαρμογή της στις λογικές κόστους-αποτελέσματος, δεν βρήκε ευνοϊκό έδαφος να εφαρμοστεί παρά μια σε μια εποχή που η ανάγκη του συστήματος διεθνώς είναι ένα μηδενικό κόστος για ένα «αποτέλεσμα» (την υγεία) που δεν ενδιαφέρει κανέναν από τους κρατούντες.
ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΩΝ ΑΠΟ ΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ ΣΤΟΥΣ ΙΔΙΩΤΕΣ
Το «Σχέδιο Αναθεώρησης του Ψυχαργώς» κινείται ακριβώς σ΄ αυτή τη λογική : οι προτάσεις του εντάσσονται στην επιδίωξη του μνημόνιου για διάλυση κάθε έννοιας «δημόσιου». Δεν στρέφονται επ΄ ουδενί προς μιαν εναλλακτική προσέγγιση του «δημόσιου αγαθού», με υψηλού ποιοτικού επιπέδου και δωρεάν παροχή του, με ταυτόχρονη και διασφάλιση της μονιμότητας των λειτουργών, αλλά, κυριολεκτικά προς την διάλυση του δημόσιου, μεταξύ άλλων και μέσω της μεταφοράς κάποιων υπολειμμάτων εκ των λειτουργιών του (των πιο αποδοτικών και κερδοφόρων, ή αναγκαίων για τον κοινωνικό έλεγχο) σε ιδιώτες, ανάμεσά τους και οι ΜΚΟ.
Βέβαια δεν είναι τυχαίο ότι πουθενά στο «Σχέδιο» δεν αναφέρεται το εξοντωτικό κόστος των ψυχοφαρμάκων και οι πόροι που απορροφά ο εγκαθιδρυμένος θεραπευτικός μονόδρομος του φαρμάκου, σε μια σχέση αμοιβαίου οφέλους φαρμακοβιομηχανιών, ψυχιάτρων και κράτους - κόστος που απορροφά όλους τους διαθέσιμους πόρους και που δεν διορθώνεται με τις καταστροφικές παρεμβάσεις του Λοβέρδου (για μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης εις βάρος των θεραπευτικών αναγκών των ασθενών), αλλά με την συγκρότηση μια άλλης ψυχιατρικής κουλτούρας, θεσμικής οργάνωσης και κλινικής σκέψης.
Πάνω σ΄ αυτό το έδαφος (της διάλυσης του δημόσιου από το μνημόνιο), το «Σχέδιο Αναμόρφωσης» παρωδεί πλήρως την έννοια του «συστήματος των υπηρεσιών» και την αντικαθιστά με «δράσεις». Παντού «δράσεις», για το ένα ζήτημα ή το άλλο, αλλά όχι «σύστημα υπηρεσιών» ριζικά εναλλακτικό στο ψυχιατρείο. Η «κατάργηση του ψυχιατρείου» χρησιμοποιείται σαν από συνήθεια από το παρελθόν, σαν από κεκτημένη ταχύτητα, αλλά δεν προκύπτει ούτε από την άκρως συγχυσμένη έκθεση των υπηρεσιών που θα το αντικαθιστούσαν, ούτε από κάποιο σοβαρό σκεπτικό του πώς οικοδομείται πραγματικά η μετάβαση, το ‘πέρα από’ το ψυχιατρείο, στην κοινότητα, μέσω της υπέρβασης (των αλληλοσυνδεδεμένων μεταξύ τους στοιχείων) της κουλτούρας, της στενής κλινικής σκέψης, των πρακτικών και των θεσμών του εγκλεισμού και της οικοδόμησης ενός ολοκληρωμένου, κοινοτικού συστήματος υπηρεσιών ψυχικής υγείας, μέσα από την ίδια την ακηδεμόνευτη δράση λειτουργών και χρηστών, αλλά και της ευρύτερης κοινωνίας, σε σύνδεση όχι μόνο με την πρωτοβάθμια υγεία, αλλά και με ριζικά αναδιαμορφωμένα και επαρκώς χρηματοδοτημένα συστήματα πρόνοιας.
Υστερα από δέκα χρόνια ‘Ψυχαργώς’, δεν θα έπρεπε να έχουν μάθει οι συντάξαντες το «Σχέδιο» από τα «λάθη» του παρελθόντος για να συνθέσουν μιαν ολοκληρωμένη πρόταση για το από εδώ και πέρα; Πρόκειται, απλώς, για την επίπλαστη και ανέκαθεν κατ΄ εφαπτομένην σχέση των συντακτών με το καθαυτό αντικείμενο, ή για την χρησιμοποίηση, πλέον, αυτού του ‘επίπλαστου και κατ’ εφαπτομένην’ ως του ‘οχήματος’, ή της ‘αφήγησης’, που έχει ανάγκη η εφαρμογή του μνημονίου στην ψυχική υγεία; Εν τέλει, η κατάργηση του ψυχιατρείου καταντά φραστικό περιτύλιγμα του αιτήματος για χρηματοδότηση, μέσω ΕΣΠΑ, προγραμμάτων που καμιά σχέση δεν έχουν και μάλιστα λειτουργούν ερήμην ή και σε αντίθεση μ΄ αυτήν την κατάργηση.
Η ίδια η έκθεση διακωμωδεί τον εαυτό της όταν ισχυρίζεται ότι «μόνο 5 νομοί δεν έχουν κοινοτικές υπηρεσίες!!!» ενώ «οι μισοί νομοί έχουν πλέον ικανοποιητικό δίκτυο υπηρεσιών» (δηλαδή, λένε στην υποσημείωση, 2 υπηρεσίες κοινοτικές!!!). Και μόνο η πρόθεση για σχόλιο επ΄ αυτών θα ήταν προσβολή στο απύθμενο μέγεθος της άγνοιας και/ή της σκόπιμης πλαστογραφίας της πραγματικότητας. Η επιεικώς χαρακτηριζόμενη ως ‘προχειρότητα’ φτάνει στα όρια της πλήρους αναξιοπιστίας και της αυτοακύρωσης, όταν, μέσα σ’ αυτό το εκλεκτικιστικό συνοθύλευμα που την συνιστά, συμπεριλαμβάνει αποσπάσματα της έκθεσης των ‘εξωτερικών αξιολογητών’ (πού είχε γίνει πρόπερσι), η οποία, αναφερομένη στα «αδύναμα σημεία» του Ψυχαργώς, μιλά για «μη ισότιμη ανάπτυξη στις διάφορες περιοχές, αλλά ευκαιριακή ανάλογα με επιχειρηματικές πρωτοβουλίες παρά πραγματικές ανάγκες (υπογρ. δική μας). Σημαντικά τμήματα της χώρας (πχ, Πελοπόννησος, Δ. Μακεδονία, νησιωτική Ελλάδα) δεν διαθέτουν ούτε τις βασικές υπηρεσίες παροχής υπηρεσιών ψυχικής υγείας». Εξαρτάται ποια σελίδα του κειμένου διαβάζεις για να πληροφορηθείς αν μόνο 5 νομοί δεν έχουν κοινοτικές υπηρεσίες, ενώ οι μισοί έχουν ικανοποιητικές, ή αν σημαντικές περιοχές της χώρας (και δεν είναι μόνο αυτές, γιατί στους αξιολογητές αυτούς είναι γνωστό ότι δόθηκαν πολλά ψεύτικα στοιχεία) δεν διαθέτουν ούτε τις βασικές υπηρεσίες… Οσο για την «ευκαιριακή ανάπτυξη, ανάλογα με επιχειρηματικές πρωτοβουλίες και όχι τις πραγματικές ανάγκες» (που είναι ακριβώς ‘τα έργα και οι ημέρες’ των ΜΚΟ), ευτυχώς που το λένε οι αξιολογητές («τους») και όχι κάποιος από τη Συσπείρωση….
«ΤΡΙΤΟΒΑΘΜΙΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ»
Τι να πούμε για τις «υπηρεσίες τριτοβάθμιου τύπου», οι οποίες ορίζονται ως «ειδικές ψυχοθεραπείες, ειδικά ιατρεία» (ενν. διατροφικών διαταραχών κοκ), κλπ»; Αν το «Σχέδιο» ορίζει έτσι τις «τριτοβάθμιες» υπηρεσίες, γιατί θάπρεπε να περιμένει κανείς ότι μια κοινοτική υπηρεσία θα αναπτύξει προγράμματα στο πλαίσιο αυτού που πραγματικά είναι «τριτοβάθμια» πρόληψη και φροντίδα, για την αποφυγή, δηλαδή, της χρονιότητας και του ιδρυματισμού εντός της κοινότητας, μέσω της στήριξης (του ατόμου και της οικογένειας), της ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης, της ένταξης στην εργασία κλπ στον τόπο κατοικίας;
Μήπως οι ψυχοθεραπείες αναφέρονται επειδή θα τις πληρώνουν οι ασθενείς από την τσέπη τους; Μήπως ετοιμάζεται κάποια καινούργια επιχείρηση ψυχοθεραπειών;
ΑΠΑΞΙΩΣΗ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ
Ανάμεσα στα αναρίθμητα που θα μπορούσε να εκθέσει κανείς (και θα χρειαζόταν τις διπλές σελίδες από αυτές του «Σχεδίου» για να τα εξαντλήσει όλα), είναι η συνεχώς επανερχόμενη απαξιωτική αναφορά και περιγραφή των δημόσιων υπηρεσιών (πχ ΚΨΥ κλπ) και τα διαρκή θετικά σχόλια για το έργο των υπηρεσιών που λειτουργούν ΜΚΟ (όπως οι Κινητές Μονάδες κλπ), το περίσσευμα των αρνητικών χαρακτηρισμών για το δημόσιο (η «δυστοκία του για ανάπτυξη υπηρεσιών» κλπ) σε αντίθεση με την «ευελιξία» των ΜΚΟ που υποτίθεται ότι βοήθησε την μεταρρύθμιση κλπ (η λίστα των θετικών από εδώ και των αρνητικών από εκεί είναι ατέλειωτη).
Χαρακτηριστικό της λογικής που διέπει το «Σχέδιο» είναι και το εξής: στο κεφάλαιο του «Σχεδίου» ‘Δράσεις Ψυχοκοινωνική Υποστήριξη των ανέργων’, που εκτός από προτεινόμενη δράση του «Σχεδίου», είναι ήδη και πρόγραμμα που έχει αναλάβει το Δίκτυο Αργώς μέσω ΕΣΠΑ (12 εκ ευρώ), δεν υπάρχει έστω και ως αναφορά, στις δράσεις μέσω των οποίων λειτουργεί, το αίτημα, η επιδίωξη, η απαίτηση, η διεκδίκηση θέσεων εργασίας που, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, θα ήταν ο καθοριστικός θεραπευτικός παράγοντας ίασης της κατάθλιψης, χωρίς κανένα φάρμακο και χωρίς καμιά ψυχοθεραπευτική συνεδρία.
Το «Σχέδιο Αναθεώρησης του Ψυχαργώς» δεν είναι, ωστόσο, απλώς ένα συνοθύλευμα με σκοπό να παράσχει αναθέσεις στις ΜΚΟ μέσω ΕΣΠΑ. Το διαπερνούν τρεις κατευθυντήριοι άξονες : η ιδιωτικοποίηση, που συνδέεται με την κατάργηση των ψυχιατρείων ως απονοσοκομειοποίηση (και όχι ως αποιδρυματοποίηση) και η περαιτέρω κατασταλτική μετάλλαξη του ψυχιατρικού θεσμού.
ΙΔΙΩΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΨΥΧΙΚΗΣ ΥΓΕΙΑΣ
Η ιδιωτικοποίηση αφορά, πρώτον, την πρόταση της απάλειψης της νομοθετικής πρόβλεψης (στον 2716/99) ότι μόνο από φορείς του δημοσίου μπορούν να ιδρυθούν Κέντρα Ψυχικής Υγείας (ΚΨΥ), καθώς προτείνεται να δοθεί αυτή η δυνατότητα και σε ΜΚΟ - και όπως ξέρουμε, ‘προτείνεται’, στην εποχή του μνημονίου και ειδικότερα Λοβέρδου, σημαίνει ‘έχει ήδη αποφασιστεί’. Μάλιστα, οι συντάξαντες είχαν προσθέσει αρχικά στις παρατηρήσεις στην πρόταση ν΄ αλλάξει ο νόμος και να ιδρυθούν 15 ΚΨΥ από ΜΚΟ, την φράση «μικρό πολιτικό κόστος περί ιδιωτικοποίησης της ψυχικής υγείας». Όταν αυτό επισημάνθηκε από κριτικό σχόλιο στο διαδίκτυο, δεν δίστασαν να διορθώσουν το «Σχέδιο» και να απαλείψουν τις παρατηρήσεις. Βέβαια, δεν άλλαξε κάτι επί της ουσίας, απλώς επιχείρησαν ν΄ αποκρύψουν την άκρως σκόπιμη και ενσυνείδητη πρόθεση τους για ιδιωτικοποίηση της ψυχικής υγείας.
Ωσόσο, η πρόθεση για ιδιωτικοποίηση δεν σταματά εδώ. Επεκτείνεται στο όλο φάσμα των υπηρεσιών και συγκεκριμένα σ΄ ένα από τα πιο ευαίσθητα μέρη του, που είναι οι στεγαστικές δομές. Δομές, δηλαδή, που στεγάζουν συνήθως άτομα με σοβαρά προβλήματα ψυχικής υγείας, που για διάφορους λόγους έχουν απορριφθεί από το οικείο και το κοινωνικό πλαίσιο, χωρίς, επομένως, τα αντίστοιχα στηρίγματα, ή που τους λείπουν οι δεξιότητες για αυτόνομη διαβίωση (ή που, συχνά, δεν έχουν τύχει των αναγκαίων κοινοτικών ψυχοκοινωνικών παρεμβάσεων για αυτόνομη διαβίωση και η στεγαστική δομή επελέγη ως η εύκολη λύση). Πρόκειται συνήθως για άτομα με το ισχνό εισόδημα του επιδόματος της Πρόνοιας ή μιας ισχνής σύνταξης. Τέτοιες δομές έχουν αναπτυχθεί από τα δημόσια νοσοκομεία και από ΜΚΟ. Μέχρι τώρα η φιλοξενία είναι δωρεάν ((καλύπτεται από το ασφαλιστικό ταμείο), ενώ ο Λοβέρδος έχει κάνει σοβαρές κινήσεις για σφετερισμό των συντάξεων των φιλοξενουμένων, ένα μέτρο που, αν και νομοθετήθηκε το περασμένο καλοκαίρι, δεν έχει, για διάφορους λόγους, εφαρμοστεί ακόμα. Ενας λόγος (αν και όχι ο μόνος) θα
πρέπει να ήταν η κάποια αντίσταση που εκφράστηκε.
Το «Σχέδιο» προτείνει τώρα «να προβλεφθούν νέα σχήματα και να ενισχυθούν καινοτόμες πρωτοβουλίες από μη κρατικούς φορείς (ΜΚΟ, ενώσεων συγγενών) για εύκαμπτα σχήματα στέγασης, πιθανόν και με συμμετοχή των συγγενών που έχουν οικονομικές δυνατότητες».
Να λοιπόν που, ενώ τα ΚΨΥ, από δημόσια, περνάνε στον ιδιωτικό «μη κερδοσκοπικό» τομέα, οι στεγαστικές δομές περνάνε στον απευθείας κερδοσκοπικό, ως μετεξέλιξη (ήδη από μακρού προβλεφθείσα) του μέχρι τώρα δήθεν «μη κερδοσκοπικού». Μ΄ αυτή τη μετεξέλιξη συνδέεται και η πρόταση για κατάργηση της πρόβλεψης να υπάρχει (αθροιστικά) ένας χρόνος νοσηλείας σε ψυχιατρική μονάδα πριν κάποιος μπορεί να φιλοξενηθεί σε στεγαστική δομή του ιδιωτικού «μη κερδοσκοπικού» τομέα. Μια πρόβλεψη, με γραφειοκρατικό χαρακτήρα (που δημιουργεί ενίοτε προβλήματα σε συγκεκριμένες περιπτώσεις ασθενών), η οποία, ωστόσο, είχε τεθεί για να βάλει ένα φίλτρο στην εύκολη και ενίοτε ασύδοτη εναπόθεση των ανθρώπων στις στεγαστικές δομές. Η προτεινόμενη τώρα κατάργησή της, χωρίς καμιάν αναφορά στην αντιμετώπιση της κουλτούρας και της πρακτικής της (νεο) ιδρυματικής εναπόθεσης, δεν απαντά στην ανάγκη του πάσχοντος, αν και όταν αυτή συγκεκριμένα προκύψει, αλλά στην ανάγκη της κερδοφορίας των, χωρίς κανένα πλέον πρόσχημα, εμπόρων αυτής της (νεο) ιδρυματικής διαχείρισης και εναπόθεσης. Δεν είναι χωρίς σημασία ότι η πρόταση διατυπώνεται σε μια παράγραφο που ξεκινάει με την επισήμανση ότι πρέπει «να ληφθεί υπόψιν ο αριθμός των ‘νέων χρόνιων’ που θα προκύψουν τα επόμενα χρόνια». Μια μεγάλη, δηλαδή, δεξαμενή πελατείας που θα έχει δημιουργηθεί από τον συνδυασμό των επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης και των πολιτικών στην ψυχική υγεία που προβλέπει ακριβώς αυτό το «Σχέδιο» και οι οποίες, αντί να προλαμβάνουν την ‘χρονιότητα’, πυροδοτούν στο έπακρο την ανάπτυξή της. Με την πρόταση αυτή, θα μπορούν να εισέρχονται στη στεγαστική δομή άτομα απευθείας από την κοινότητα (κάτι που, κάτω από άλλες συνθήκες, θα διευκόλυνε την αντιμετώπιση συγκεκριμένων περιπτώσεων) με συμφωνία της οικογένειας που έχει να πληρώσει, ή με την απευθείας κατάθεση της σύνταξης στον ιδιοκτήτη της δομής - κάτι που ήδη γίνεται από κάποιους εταιρειάρχες με υπόγειους και αφανείς τρόπους (‘να δίνει ένα ποσοστό, ή δεν τον παίρνουμε’).
Είναι πιθανό, μ΄ αυτόν τρόπο κι΄ αυτούς τους ακραιφνώς κερδοσκοπικούς προσανατολισμούς των ΜΚΟ, με την επίκληση και της δραστικής περιστολής των κρατικών επιχορηγήσεων εν μέσω μνημονίου, ότι πολλοί ‘μη έχοντες’ χρήστες των υπηρεσιών θα βρεθούν στο δρόμο. Από την άλλη, δεν μπορεί καθόλου ν΄ αποκλειστεί, στα πλαίσια της προϊούσας ιδιωτικοποίησης του δημόσιου, η επέκταση του μέτρου και στις δομές το δημόσιου τομέα, έτσι ώστε, πέρα από την κατακράτηση των συντάξεων, να θεσμοθετηθεί και η απαίτηση για οικονομική συμμετοχή των συγγενών.
ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΩΝ ΨΥΧΙΑΤΡΕΙΩΝ ΩΣ ΑΠΟΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟΠΟΙΗΣΗ
Ο δεύτερος άξονας του «Σχεδίου» αφορά την «κατάργηση των ψυχιατρείων», στα πλαίσια ενός «σχεδίου έκτακτης ανάγκης», ή, με την εκ των υστέρων διόρθωση, όταν υπέστη κριτική και αυτή η διατύπωση, ενός «σχεδίου άμεσης προσαρμογής στις ιδιαιτερότητες του ΕΣΠΑ» (προφανώς, η ‘άμεση’ αποτελεί μετάφραση της ‘έκτακτης’). Τι σημαίνουν όλα αυτά μόνο οι συντάκτες του κειμένου ξέρουν. Πώς η ψυχιατρική μεταρρύθμιση μετατρέπεται σε «έκτακτη» ανάγκη; Από την άλλη, έχει κάτι το ιδιαίτερο το ΕΣΠΑ, στο οποίο, αυτό που υποτίθεται ότι αποτελεί την «ψυχιατρική μεταρρύθμιση», πρέπει «άμεσα» να προσαρμοστεί; Καταλαβαίνει κανείς το ‘τρέξιμο’, που υπήρχε πάντα, για απορρόφηση κονδυλίων. Αλλά, προσαρμογή; Μήπως ως «έκτακτη ανάγκη» και ως «άμεση προσαρμογή» ορίζεται η
αξιοποίηση της κρίσης και των προθεσμιών του ΕΣΠΑ για να επιβληθούν αλλαγές δυσμενείς για την κοινωνία (κατασταλτικοί μηχανισμοί κλπ) και επωφελείς για κάποιους του ιδιωτικού τομέα;
Μιλούν εδώ για μεταφορά προσωπικού από τα ψυχιατρεία σε υπό ίδρυση ΚΨΥ, ή ψυχιατρικές κλινικές γενικών νοσοκομείων, χωρίς να λαμβάνουν υπόψιν ότι το προσωπικό των ψυχιατρείων έχει (λόγω μη προσλήψεων εξαιτίας του μνημονίου) μειωθεί δραματικά σε σημείο που να δυσχεραίνεται στο έπακρο η λειτουργία τους. Αν αφαιρεθεί προσωπικό από το υπάρχον για να στελεχώσει, πχ, ΚΨΥ, που θα χρειαστούν, αν υποθέσουμε ότι θα λειτουργούν εναλλακτικά στον εγκλεισμό και το ψυχιατρείο, μιαν ικανή περίοδο χρόνου προκειμένου η κοινοτική δουλειά, που θα έχουν κάνει, να έχει καταστήσει δυνατή την απάντηση στις ανάγκες που μέχρι τότε κάλυπτε το ψυχιατρείο μέσω του εγκλεισμού, τότε, και με δεδομένο τον μέχρι τώρα τρόπο λειτουργίας των ΚΨΥ, καταλαβαίνει κανείς ότι, για κάποια χρόνια, το ψυχιατρείο θα εξακολουθεί να καλύπτει αυτές τις ανάγκες, έστω και σε βαθμιαία μειούμενη έκταση. Αλλά με την αφαίμαξη του προσωπικού που θα του έχουν κάνει, αυτό θα καθίσταται αδύνατο.
Αντί για υπέρβαση του ολοπαγούς ιδρύματος, μέσω μιας βαθμιαίας διαδικασίας Αποιδρυματοποίησης (ως μιας θεσμικής αλλαγής, που περιλαμβάνει αλλαγή των σχέσεων εξουσίας, την εξάλειψη της κουλτούρας και των πρακτικών του ψυχιατρικού εγκλεισμού κοκ), μιλάμε εδώ για «έκτακτη ανάγκη», για «εδώ και τώρα» μεταφορές προσωπικού προκειμένου να απορροφηθούν κονδύλια του ΕΣΠΑ, συνέπεια των οποίων (των μεταφορών προσωπικού) δεν θα είναι παρά η κατάρρευση των υπαρχόντων (ανεξαρτήτως πόσο ανεπαρκών, δυσλειτουργικών, κατασταλτικών) μονάδων και ιδρυμάτων.
Οι συντάκτες γράφουν σχέδια επί χάρτου και, ή δεν καταλαβαίνουν τι γράφουν, ή απλώς το γράφουν και ξέρουν ότι δεν θα γίνει, ή το γράφουν επίτηδες γιατί σκοπεύουν στη δημιουργία μιας χωρίς προηγούμενο κρίσης στο σύστημα των υπηρεσιών. Είναι αυτή η κρίση που ανοίγει το δρόμο αφενός στην ιδιωτικοποίηση και αφετέρου στην περαιτέρω μετάλλαξη του συστήματος προς πιο κατασταλτικές μορφές. Ψυχιατρική μεταρρύθμιση σημαίνει μετασχηματισμός, σημαίνει μετάβαση από το παλιό στο καινούργιο, σημαίνει αλλαγή της κουλτούρας και των πρακτικών του προσωπικού που μεταβαίνει «από μέσα, έξω», απαντώντας, στα πλαίσια ενός τομέα ευθύνης στις ίδιες ανάγκες, για τις οποίες πριν επεφύλασσε τον εγκλεισμό, με ένα ριζικά διαφορετικό τρόπο. Το «κλείσιμο», εν τέλει, του ψυχιατρείου πρέπει να συμβεί ταυτόχρονα (ούτε πριν, ούτε σ΄ ένα αόριστο «μετά», αλλά ταυτόχρονα), σε μια πλήρη συγχρονικότητα κατάργησης του παλιού και οικοδόμησης του καινούργιου. Καμιά παλιά υπηρεσία δεν παύει την λειτουργία της αν ταυτόχρονα με την παύση αυτή, δεν έχει ήδη ετοιμαστεί και τεθεί σε λειτουργία η καινούργια, που θα την αντικαταστήσει. Η πρόταση του σχεδίου έχει τα χαρακτηριστικά της Απονοσκομειοποίησης (αποδόμησης και όχι Αποιδρυματοποίησης), αγνοώντας οτιδήποτε έχει σχέση με έναν πραγματικό μετασχηματισμό.
Είναι πιθανόν, μάλιστα, μέσα σ΄ αυτές τις συνθήκες και καθώς καταρρέει το όλο σαθρό και στρεβλό οικοδόμημα του πάλαι ποτέ «Ψυχαργώς», τόσο στον ιδιωτικό «μη κερδοσκοπικό» τομέα, όσο και στον δημόσιο (οι στεγαστικές δομές του οποίου, από πολλές πλευρές, εκτιμώνται ως «πολλές», «ακριβές», «αναποτελεσματικές» και «έχουσες ανάγκη αξιολόγησης» – με την έννοια που εννοούν την «αξιολόγηση» οι εντεταλμένοι των δραστικών οικονομικών περικοπών), ότι αυτοί που μετά χαράς θα έκλειναν τα ψυχιατρεία, με τη ρηγκανική λογική, πετώντας τους ασθενείς στο δρόμο, ίσως τώρα τα χρειαστούν για να ξαναβάλουν μέσα αυτούς που τα προηγούμενα χρόνια είχαν μεταστεγάσει σε στεγαστικές δομές και όχι μόνο (αν συνυπολογίσουμε
και κάποιες από τις δομές της Πρόνοιας).
Υπάρχουν δυο ακόμα στοιχεία (μεταξύ άλλων πολλών) στα οποία χρειάζεται να αναφερθούμε εδώ. Τα πρώτο αφορά την κατανομή του προσωπικού, τη σχέση του με μια θέση εργασίας και με την αξιολόγησή του. Κατά ένα, όχι περίεργο, τρόπο, τα όσα αναφέρονται στους «ανθρώπινους πόρους» εμφανίζουν μιαν όχι τυχαία σύμπλευση και αντιστοιχία με την επιβεβλημένη από το μνημόνιο αξιολόγηση του προσωπικού και φαίνεται σαν να την προετοιμάζουν. «Πολλοί οι ψυχίατροι και ψυχολόγοι, αλλά λίγο το νοσηλευτικό προσωπικό». Αλλά, αν και λίγο, είναι άνισα κατανεμημένο. Μια προτροπή, δηλαδή, να μεταφερθεί από εκεί που φαίνεται πολύ, εκεί που δε υπάρχει καθόλου. Μα τα ίδια ακριβώς είπε και ο Λοβέρδος πριν μιαν εβδομάδα, αναφερόμενος ακριβώς στο νοσηλευτικό προσωπικό : μολονότι λίγο, είναι άνισα κατανεμημένο και θα πρέπει να μοιραστεί παντού.
Οι όποιες δυσλειτουργίες στο δημόσιο (και είναι πολλές) δεν θα λυθούν από τον Λοβέρδο και τους παρατρεχάμενούς του συμβουλάτορες, αλλά από τους λειτουργούς και τις θεραπευτικές ομάδες (όπως και από τους χρήστες και την ευρύτερη κοινωνία), στο βαθμό που συνειδητοποιούν την ανάγκη να ‘πάρουν τις τύχες τους στα χέρια τους’, μετασχηματίζοντας την κουλτούρα και την πρακτική τους, αποφασίζοντας για τους στόχους και για τον χαρακτήρα της εργασίας τους, στα πλαίσια και της κατοχύρωσης αναφαίρετων δικαιωμάτων. Μια σοβαρή, ωστόσο, αντιμετώπιση των δυσλειτουργών δεν μπορεί να γίνει στη λογική της διαχείρισης της υπάρχουσας αθλιότητας, που προτείνει το «Σχέδιο Αναμόρφωσης» και ο Λοβέρδος. Μια από τις προϋποθέσεις για την αντιμετώπισή τους είναι η ποσοτική επάρκεια του προσωπικού, δηλαδή, οι προσλήψεις μόνιμου προσωπικού σύμφωνα με τις πραγματικές ανάγκες.
ΕΙΔΙΚΗ ΜΟΝΑΔΑ ΟΞΕΩΝ
Το δεύτερο στοιχείο αφορά την επίμονα επανερχόμενη προτροπή στο κείμενο του «Σχεδίου» για δημιουργία ειδικής μονάδας οξέων περιστατικών μέσα στις ψυχιατρικές κλινικές. Η πρόταση και αντίληψη για μια τέτοια μονάδα συνδέεται με το τρίτο κατευθυντήριο άξονα, που φορά στις ψυχιατροδικαστικές υπηρεσίες. Μια επιδίωξη που επανέρχεται εδώ και χρόνια και που συνίσταται στην δημιουργία κλειστών τμημάτων εντός των ψυχιατρικών μονάδων νοσηλείας στα γενικά νοσοκομεία και στα ψυχιατρεία (με κλειδωμένη πόρτα, απομόνωση, καθηλώσεις κλπ). Τα τμήματα αυτά των ‘οξέων’ περιστατικών χαρακτηρίζονται από το «Σχέδιο» και ως «χαμηλής ασφάλειας» (low security, σε διάκριση από τα «υψηλής» και «μέσης» ασφάλειας ιδρύματα, κατά το αγγλικό πρότυπο, περί ων κατωτέρω).
Εδώ προβλέπεται να ‘νοσηλεύονται’ (εγκλείονται) ασθενείς με ακούσια νοσηλεία, ασθενείς που έχουν διανύσει μια περίοδο χρόνου στα «μέσης» ή «υψηλής» ασφάλειας και πλησιάζει η «αποδέσμευσή» τους από το σύστημα, αλλά και εκούσιοι απευθείας από την κοινότητα. Ποιοι είναι αυτοί οι εκούσιοι που θα είναι κλειδωμένοι; Από τα συμφραζόμενα, ίσως να πρόκειται για ασθενείς που νοσηλεύονται εκουσίως και οι οποίοι κρίνονται «δύσκολοι» στη διαχείριση (με ποια εκάστοτε κριτήρια, αυτό είναι άλλο θέμα) και εγκλείονται μέσα στο φυλακτικό κατάστημα που τώρα θα υπάρχει μέσα στο ίδιο το τμήμα νοσηλείας ως η έσχατη κύρωση του κάθε ‘απείθαρχου’. Μπορεί κανείς να κατανοήσει την «θεραπευτική ατμόσφαιρα» σε μια τέτοια μονάδα νοσηλείας (σ΄ ένα γενικό νοσοκομείο!!!), όταν μέσα σ΄ αυτήν διαρκώς θα επικρέμεται αυτό που θα υπάρχει και θα διεξάγεται διαρκώς πίσω από την απέναντι κλειδωμένη πόρτα… Αντί για μια ανοιχτή λειτουργία των μονάδων νοσηλείας (ή, τουλάχιστον, την δημιουργία των όρων για μια τέτοια προοπτική, όσο μακρινή…), οι συντάκτες του «Σχεδίου» αναμειγνύουν στοιχεία από διάφορες μορφές ολοπαγών ιδρυμάτων σε ένα και τον αυτό θεσμό, τον ψυχιατρικό, που, πλέον, θα συντίθεται από στοιχεία και ψυχιατρικού και σωφρονιστικού εγκλεισμού.
Είναι σαφές ότι θα είναι αυτή η λειτουργία (όπως μέχρι τώρα αυτή του ψυχιατρείου), που θα δίνει τον τόνο στο όλο σύστημα και στις δήθεν «ανοικτές» του δομές – ένα σύστημα ως μια ιεραρχία θεσμών, λειτουργιών και πρακτικών κοινωνικού ελέγχου, όπου το «ανοικτό» θα υπάρχει υπό τον όρο και τις προδιαγραφές (σε περίπτωση μη συμμόρφωσης) του «κλειστού». Αυτή είναι η «μεταρρύθμιση» που ευαγγελίζεται το επιτελείο του Λοβέρδου. Όχι ότι δεν γίνεται έτσι και στο παρόν. Απλώς τώρα οργανώνεται με ακόμα πιο έντονα τα χαρακτηριστικά του «ορθολογισμού της καταστολής» και γίνεται ακόμα πιο τρομακτικό.
ΨΥΧΙΑΤΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ
Ο τρίτος βασικός άξονας του «Σχεδίου Αναθεώρησης» αφορά στις ψυχιατροδικαστικές υπηρεσίες. Με αφορμή ένα άλυτο και μετέωρο εδώ και πολλά χρόνια πρόβλημα, αυτό της φροντίδας των «ακαταλογίστων» του άρθρου 69 (νοσηλεύονται και είναι υπό «φύλαξη» στα τμήματα εισαγωγών των ψυχιατρείων), έχουμε μια νέα διατύπωση του προβλήματος των ατόμων που εμπίπτουν στη διπλή ανάθεση, ταυτόχρονα του ψυχιατρικού και του σωφρονιστικού συστήματος, με παράλληλη διεύρυνση της ομάδας που εμπίπτει σ΄ αυτή την διπλή ανάθεση, αφενός με τους εγκλείστους των φυλακών που παρουσιάζουν προβλήματα ψυχικής υγείας και είτε κρατούνται στο «ψυχιατρείο» του Κορυδαλλού (στα πλαίσια του πλάνου για την αποσυμφόρηση των φυλακών), είτε νοσηλεύονται φρουρούμενοι στα ψυχιατρεία (οπότε δεσμεύουν ειδικούς φρουρούς σε περίοδο έλλειψης προσωπικού) και αφετέρου με άτομα που κρίνονται ότι παρουσιάζουν σοβαρή διαταραχή προσωπικότητας, για τα οποία, μάλιστα, προτείνονται ειδικές μονάδες. Αλλωστε, γι΄ αυτό το σκοπό, ακόμα και όταν μιλάνε για «κατάργηση των ψυχιατρείων», δεν παραλείπουν να σημειώνουν ότι πρέπει να παραμείνουν ένα-δυο γι΄ αυτό τον πληθυσμό και με αυτή, την σωφρονιστικού τύπου δομή και οργάνωση.
Η πρόταση είναι βασισμένη στο αγγλικό μοντέλο που προβλέπει ψυχιατρεία και μονάδες «υψηλής», «μέσης» και «χαμηλής» ασφάλειας (high, medium, low security). Και μόνο η όψη με τους τοίχους, τις κάμερες, τα κάγκελα και τα συρματοπλέγματα (ακόμα κάποιων low security δομών, όπως, πχ, στο Πλύμουθ και αλλού) φτάνουν για να «τρομάξουν» όποιον τα αντικρίζει. Βέβαια, δεν παραλείπεται η σημείωση ότι medium security μονάδες λειτουργούν στο εξωτερικό και από ιδιώτες.
Είναι γνωστή η κατάσταση που υπήρχε στο τμήμα ‘ακαταλογίστων’ του ΨΝΑ (αλλά και του ΨΝΘ στη Σταυρούπολη), αφόρητη, καταπιεστική και αποπνικτική, τόσο για τους ασθενείς όσο και για το προσωπικό, που γι΄ αυτό το λόγο, μετά από κινητοποιήσεις, καταργήθηκε στη δεκαετία του 90. Τώρα, στο βαθμό που επιχειρήσουν να κάνουν ένα, ας πούμε, medium (ή high, δεν ξέρουμε τι ακριβώς έχουν αποφασίσει) security τμήμα στο Δαφνί, δεν θα είναι παρά πανομοιότυπο με το παλιό, αν όχι και χειρότερο.
Αντί να προτείνουν την αλλαγή του νόμου (άρθρα ΠΚ 34, 69 και 70), που, όπως είναι, συγχέει την θεραπεία με την φύλαξη και ακυρώνει την πρώτη μέσα στη δεύτερη, δεν νοιάζονται παρά μόνο για μια πιο ασφαλή φυλακή για τον εγκλεισμό ακόμα και μη καταδικασμένων από δικαστήριο. Η ομάδα που συνέταξε το «Σχέδιο για την Αναμόρφωση του Ψυχαργώς» συνεχίζει πιστά την γραμμή που είχε χαραχτεί από την περίοδο της αλήστου μνήμης Τροχάνη, όταν συζητούσαν για «ειδικά οικοτροφεία» για δύσκολους ασθενείς, για δομές που θα εγκλείονταν ομάδες «επικινδύνων» κοκ.
Αυτά τα σχέδια, με τον ακατέργαστο, πρωτόγονο χαρακτήρα της συγκρότησης και διατύπωσής τους, έμειναν, για ποικίλους λόγους, στα χαρτιά – περιμένοντας, κατά κάποιον τρόπο, το ξέσπασμα, που από τότε εγκυμονούνταν, αυτής της κατακλυσμιαίας κρίσης, για να πάρουν μια πιο ραφινάτη μορφή, με φράσεις και
σχήματα δανεισμένα από τα πάλαι ποτέ θέσφατα της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης ως περιτύλιγμα της κατασταλτικής διαχείρισης αυτού που κατασκευάζεται, για μιαν ακόμη φορά, ως ‘κοινωνική επικινδυνότητα’ του ψυχικά πάσχοντος και της ψυχικής αρρώστιας. Είναι χαρακτηριστική, από αυτή την άποψη, η πρόταση ίδρυσης, κατά τα αγγλικά πρότυπα, ειδικών μονάδων γι΄ αυτό που χαρακτηρίζεται ως Σοβαρά Επικίνδυνη Διαταραχή προσωπικότητας (Dangerous Severe Personality Disorder units), ένας περισσότερο νομικοδικαστικός παρά διαγνωστικός ορισμός από την περίοδο των άκρως παλινδρομικών μεταρρυθμίσεων του συστήματος ψυχικής υγείας στην Μ. Βρετανία επί Μπλερ, στις αρχές της περασμένης δεκαετίας.
ΚΡΑΤΟΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
Είναι σ΄ αυτή την ενότητα του «Σχεδίου Αναθεώρησης» που συμπυκνώνεται η «φιλοσοφία» του και η κατεύθυνση που επιχειρεί να περάσει στην Ψυχική Υγεία:
«Η ψυχιατρική μεταρρύθμιση και αποασυλοποίηση στην Ελλάδα δεν θα μπορέσει ποτέ να εφαρμοστεί με επιτυχία χωρίς την ύπαρξη ενός πλέγματος ασφάλειας (υπογρ. δική μας) για την έγκαιρη και αποτελεσματική αντιμετώπιση της παραβατικότητας που σχετίζεται με την ψυχική διαταραχή. Τέτοιες υπηρεσίες θα ενισχύσουν το αίσθημα ασφάλειας (υπογρ. δική μας) της κοινωνίας και δρουν αποφασιστικά στην μείωση του κοινωνικού αποκλεισμού και του στιγματισμού της ψυχικής διαταραχής».
Αυτή η «οικοδόμηση» ενός συστήματος υπηρεσιών στην λογική της ασφάλειας (ως παρακλάδι ενός, απλώς επιτελικού, ‘κράτους ασφάλειας’ –security state – όπως το προορίζουν) και όχι της θεραπείας, της φροντίδας και των δικαιωμάτων, είναι και η πεμπτουσία αυτής της ψυχιατρικής του ‘μνημονίου’.
Ο ΛΟΒΕΡΔΟΣ ΚΑΙ Η ΣΥΜΜΑΧΙΑ ΤΩΝ ΠΡΟΘΥΜΩΝ
Κλείνοντας αυτή την κριτική παρουσίαση του «Σχεδίου Αναθεώρησης του Ψυχαργώς» δεν πρέπει να παραλείψουμε την εξής επισήμανση. Αναφερθήκαμε πολλές φορές προηγούμενα σε επιτελείς, παρατρεχάμενους κλπ του Λοβέρδου. Αυτή είναι η μισή αλήθεια. Ο Λοβέρδος δεν αποτελεί παρά την ομπρέλα, την ενθάρρυνση και την προτροπή για την γενική πολιτική κατεύθυνση για την εφαρμογή του μνημονίου (περιστολή των δαπανών, αποδόμηση και ιδιωτικοποίηση του δημόσιου τομέα και του κράτους πρόνοιας), ως ένας από τους πιο πιστούς εντολοδόχους της τρόικας. Τα συγκεκριμένα μέτρα, όμως, για την ιδιωτικοποίηση, την απονοσοκομειοποίηση και την κατασταλτική μετάλλαξη του συστήματος ψυχικής υγείας στην Ελλάδα, επινοούνται, συγκροτούνται και προτείνονται από αυτούς τους επιτελείς. Είναι προϊόν των συγκεκριμένων αντιλήψεων για τον ψυχικά πάσχοντα και την ψυχική υγεία των οποίων είναι φορείς, του κύκλου και των συμφερόντων που αντιπροσωπεύουν.
Με δεδομένη την κοινωνική ανάθεση στη βάση της οποίας λειτουργεί ο ψυχιατρικός θεσμός για την διατήρηση της κατεστημένης Κοινωνικής Τάξης, το «Σχέδιο για την Αναθεώρηση του Ψυχαργώς» δεν είναι παρά το όχημα και ο ιμάντας που δένει και προσαρμόζει την ψυχιατρική στις σημερινές ανάγκες της εποχής του μνημονίου για κοινωνικό έλεγχο. Είναι αυτό που ένα συγκεκριμένο στρώμα στα πανεπιστήμια, στο επιχειρηματικό πεδίο των ΜΚΟ (και πέραν αυτών), στο ψυχιατρικό κατεστημένο γενικότερα, συλλαμβάνει και συγκροτεί και εν συνεχεία, αναλαμβάνει, σχεδιάζει, προτείνει, οργανώνει, υλοποιεί και επωφελείται.
Εναπόκειται στους λειτουργούς, στον δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα, στους χρήστες των υπηρεσιών, στις οικογένειες, στα κοινωνικά κινήματα, να κατανοήσουν αυτό που διακυβεύεται και αυτό που ετοιμάζεται και να αντιδράσουν αναλόγως. Με την ίδια ένταση, έκταση, βάθος χρόνου και ριζικό χαρακτήρα, που έχει, αντίστοιχα, και αυτή η αξεπέραστη κρίση του συστήματος.
4/2/2012