(στα Τμήματα εισαγωγών των Ψυχιατρείων

και των Ψυχιατρικών Κλινικών των Γενικών Νοσοκομείων)


 

 Τα περιοριστικά μέτρα (μηχανική καθήλωση, απομόνωση) εξακολουθούν ν΄ αποτελούν μιαν πάγια, καθημερινή πρακτική στις μονάδες ψυχιατρικής νοσηλείας (στα Γενικά Νοσοκομεία και στα Ψυχιατρεία), που τελείται μ΄ ένα «φυσικό» και «αυτονόητο» τρόπο, καθαγιασμένο από μια μακρά παράδοση του ψυχιατρικού θεσμού, καταπατώντας δικαιώματα και αξιοπρέπεια των ψυχικά ασθενών. Η διατήρηση των εισαγωγών με αναγκαστική νοσηλεία σε σταθερά υψηλά επίπεδα (πάνω από 60% του συνόλου των εισαγωγών) αποτελεί μιαν άλλη βασική παράμετρο που, μαζί με την πρώτη, σηματοδοτεί την εγγενή βία που διατρέχει την τρέχουσα ψυχιατρική πρακτική - μια πρακτική που αγκυροβολεί σε μιαν ορισμένη ψυχιατρική κουλτούρα και εγγράφεται σε μιαν ορισμένη πολιτική για την ψυχική υγεία, όπως αυτή που έχει διαμορφώσει την κατάσταση μέσα στην οποία λειτουργούμε.

Μια αλλαγή σ΄ αυτή την κατάσταση μπορεί να επιχειρηθεί πάνω στις εξής κατευθυντήριες αρχές:

 1. Σεβασμός στην αξιοπρέπεια του προσώπου, ακόμα στην πιο οξεία φάση της ψυχικής του οδύνης, αναγνωρίζοντας το ως φορέα δικαιωμάτων, όπως τουλάχιστον αναγράφονται στο Σύνταγμα και στους κανονιστικούς χάρτες που προβλέπουν τα δικαιώματα όλων όσων έρχονται σε επαφή και λαμβάνουν υπηρεσίες από το Εθνικό Σύστημα Υγείας.

2. Κατάργηση οποιασδήποτε πρακτική βίας, που δεν μπορεί επ΄ ουδενί να δικαιολογείται θεραπευτικά.

3. Εφαρμογή των λειτουργικών και οργανωτικών  πρακτικών και ενεργειών υψηλής ποιότητας που εξασφαλίζουν τη λειτουργία χωρίς καταφυγή στις μηχανικές καθηλώσεις και με «ανοιχτή πόρτα» (όπως αναφέρονται κατωτέρω).

4. Διατήρηση και εφαρμογή  των ποιοτικών  πρακτικών λειτουργίας με την υιοθέτησή τους και ως στόχων για το προσωπικό, η συμμετοχή στην επίτευξη των οποίων θα έχει ως συνέπεια την παροχή κινήτρων (κάθε είδους).

5. Οι μονάδες «οξείας νοσηλείας» (στα γενικά νοσοκομεία και στα ψυχιατρεία) θα πρέπει να αξιολογούνται περιοδικά, ως προς την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχουν, πάνω στη βάση μιας κλίμακας που θα έχει ως βασικό άξονα το αν λειτουργούν με περιοριστικά μέτρα (μηχανικές καθηλώσεις και απομονώσεις) και με κλειστές (κλειδωμένες) πόρτες, ή όχι.

 

Αυτές οι αρχές βασίζονται και εξυπηρετούν τους παρακάτω στόχους:

 - θεραπευτικούς, με την οικοδόμηση μιας σχέσης θεραπευτικής (εμπαθητικής) με τον ασθενή, ακόμα και στην κατάσταση της οξείας κρίσης. Σ΄ αυτή την τελευταία περίπτωση, ιδιαίτερα στην αρχική φάση, ο χρόνος που θ΄ αφιερώνεται στον ασθενή γίνεται ένας σημαντικός πόρος που δεν θα έπρεπε να υποτάσσεται σε ανάγκες οργανωτικού τύπου.

 - καλής διαχείρισης στο τμήμα, με τη δημιουργία μιας ατμόσφαιρας  γαλήνης και

ησυχίας, η οποία αντανακλάται και στο προσωπικό, του οποίου οι παρεμβάσεις παράγουν, έτσι, πιο εύκολα υγεία, διευκολύνοντας την ύφεση της κρίσης του ασθενή.

 - ασφάλειας. Είναι γνωστό ότι οι συμπεριφορές καταναγκαστικού και βίαιου χαρακτήρα αναπαράγονται από τους ασθενείς που τις υφίστανται, πράγμα που δημιουργεί ένα «φαύλο κύκλο» της «βίας», που παράγει ανασφάλεια και έλλειψη εμπιστοσύνης, οι οποίες, με τη σειρά τους, επιδρούν αρνητικά στο ξεπέρασμα της κρίσης, γιατί είναι αντιθεραπευτικές. Αντίθετα, αυτό που απαιτείται, είναι η δημιουργία ενός κλίματος κατανόησης, ανοχής και ελαστικότητας στη σχέση με τον ασθενή που είναι σε κρίση : είναι αυτό που εξασφαλίζει την ασφάλεια.

 - διαλεκτικής μετατροπής των διαδικασιών, από τον έλεγχο στη φροντίδα. Η φροντίδα, δηλαδή, πρέπει να εξατομικεύεται με τρόπο ώστε ν΄ απορροφά τον έλεγχο μέσα στην παροχή της φροντίδας. Μ΄ αυτό τον τρόπο γίνεται δυνατό να παραχωρηθεί ένα περιθώριο «παραβατικότητας» που αντιμετωπίζεται με ανοχή. Αυτό έχει σημασία, επίσης, στην προσπάθεια να γίνει ο ασθενής συμμέτοχος στη θεραπεία του.

 - πρόληψης. Να δειχτεί, δηλαδή, πώς μια μη βίαιη και μη καταναγκαστική διαχείριση στις Μονάδες οξείας ψυχιατρικής νοσηλείας έχει ένα θεραπευτικό και προληπτικό χαρακτήρα, όπου χώρος και δομές επιτρέπουν την παρέμβαση πάνω στην επικρατούσα αντίληψη για την ψυχική αρρώστια μειώνοντας το στίγμα. Αντίθετα, μια Μονάδα Εισαγωγών κλειδωμένη, όπου ασκείται καταναγκασμός και βία, παράγει μιαν ιδεολογική «μόλυνση», αποδίδοντας στον ασθενή το χαρακτήρα ενός ατόμου επικίνδυνου που πρέπει να εγκλείεται.

 - προσδιορισμού της κουλτούρας των «υπηρεσιών». Δηλαδή, αν στο εσωτερικό κάθε μονάδας δεν υπάρχουν χώροι όπου μπορεί οι ασθενείς ν΄ απομονωθούν, αυτό προσδιορίζει μια διαφορετική κουλτούρα των λειτουργών όλης της μονάδας και επιτρέπει να τεθούν σε κίνηση πολλοί διαφορετικοί μηχανισμοί προσέγγισης των ασθενών, ακόμα και σε μιαν οξεία φάση. Δεν έχει πια κανείς μια «καλή» μητέρα που αποδέχεται (οι κοινοτικές δομές) και ένα πατέρα «αυστηρό» που τιμωρεί εγκλείοντας (νοσοκομείο), αλλά και οι δύο υπηρεσίες είναι δεκτικές με την ίδια κουλτούρα στη βάση των παρεμβάσεων που πραγματοποιούνται.

 - ηθικούς, δηλαδή, η αντιμετώπιση του ασθενή, ακόμα στην οξεία φάση, ως πολίτη φορέα δικαιωμάτων κατοχυρωμένων από το Σύνταγμα, πρέπει να παραμείνει πάντα το θεμέλιο της επαγγελματικής ηθικής των λειτουργών της υγείας, που πρέπει ν΄ ασκούν ένα ρόλο θεραπευτικό και όχι καταπιεστικό. Αυτή η αντιμετώπιση επιτρέπει να ενεργοποιηθούν, κατ΄ ανάγκην, θεραπευτικές συμπεριφορές που είναι, θεσμικά, αυτές που προσιδιάζουν στους λειτουργούς της υγείας. Χωρίς τη διερεύνηση, τη συμμετοχή και τη σύμπραξη με τον ασθενή, καμιά παρέμβαση δεν μπορεί να θεωρηθεί ως θεραπευτική.  Ο λειτουργός της υγείας πρέπει να ψάξει, με όλους τους τρόπους, πώς να οικοδομήσει μια θεραπευτική συμμαχία με το ασθενή. Ακόμα και στην οξεία φάση. Ο καταναγκασμός έχει πάντα μιαν αντιθεραπευτική διάσταση.

 - χρήσης του φάρμακου με σκοπούς θεραπευτικούς και όχι για έλεγχο. Δεν είναι ηθικό να  χρησιμοποιούμε το φάρμακο με σκοπούς όχι θεραπευτικούς αλλά περιορισμού, ως ενός φαρμακολογικού ζουρλομανδύα. Τα φάρμακα έχουν μιαν εξαιρετική θεραπευτική αξία στα πλαίσια ενός προγράμματος που συμμερίζεται και ο ασθενής και στο βαθμό που αυτός είναι πληροφορημένος, όπως προβλέπει ο νόμος, για τις ενέργειες των φαρμάκων, καθώς και για τις παρενέργειες.

 Η διαχείριση των Μονάδων Εισαγωγών (στα γενικά νοσοκομεία και στα ψυχιατρεία) σύμφωνα με τις προαναφερθείσες αρχές, είναι δυνατή αν εφαρμόζονται οι ακόλουθες οργανωτικές πλευρές και λειτουργικές πράξεις και τεχνικές:

 1. Σε μια πρώτη φάση, πρέπει να προβλεφθεί ώστε ένας από το προσωπικό να βρίσκεται κοντά στην (ανοιχτή) είσοδο της Μονάδας, για να συζητά με τους ασθενείς που θα ζητούν να βγουν έξω.

 2. Σε μια δεύτερη φάση, φροντίδα μέσω μιας εξατομικευμένης σχέσης.

 3. Μετατόπιση από τον έλεγχο στη σχέση.

 4. Γνώση της προσωπικής ιστορίας του ασθενή από όλους τους λειτουργούς.

 5. Ενιαιοποίηση και ενσωμάτωση στην οργανωτική δομή της Μονάδας: συνέχεια ανάμεσα στο μέσα και στο έξω - η Μονάδα Εισαγωγών πρέπει να συνεχίσει να είναι ένας χώρος της κοινότητας.

 6. Δημιουργία μιας ατμόσφαιρας που χαρακτηρίζεται από καλή υποδοχή, ευγένεια, γαλήνη, χαλάρωση και όχι διαχωρισμό από τον εξωτερικό κόσμο.

 7. Εισαγωγή της πρακτικής της «συγκράτησης» (“holding”), όταν αυτό καθίσταται αναγκαίο.

 8. Περιορισμός του αριθμού των κλινών.

 9. Δομές ημιδιαμονής και διαμονής στην κοινότητα, επαρκείς σε αριθμό και καλώς διασυνδεδεμένες με τη Μονάδα Εισαγωγών και με άλλες κοινωνικές και υγειονομικές υπηρεσίες της κοινότητας.

 Τα αρμόδια όργανα, από το Υπουργείο μέχρι το νοσοκομείο, θα έπρεπε να συγκροτήσουν κριτήρια και δείκτες,  με σκοπό την αξιολόγηση της δουλειάς και την καθιέρωση κινήτρων για τις Μονάδες που λειτουργούν στη βάση μιας «καλής» ποιοτικά πρακτικής και συγκεκριμένα:

 - χωρίς να καταφεύγουν στη βία της μηχανικής καθήλωσης.

- με κατάργηση των δωματίων απομόνωσης και λειτουργία με «ανοιχτή πόρτα» στις Μονάδες Εισαγωγών (Γενικά Νοσοκομεία και Ψυχιατρεία).

- με τη μείωση του αριθμού των αναγκαστικών νοσηλειών.

- με την εφαρμογή της Τομεοποίησης (ευθύνη που πέφτει εξίσου στους ώμους κεντρικής διοίκησης και λειτουργών, ιδιαίτερα της  ψυχιατρικής κοινότητας).

- με την πλήρη ενσωμάτωση νοσοκομείου-κοινότητας, την ενιαία διαχείριση, τουλάχιστον από τη μεριά των λειτουργών ψυχικής υγείας, της νοσοκομειακής και της κοινοτικής υπηρεσίας, την ανάληψη της φροντίδας και της θεραπευτικής συνέχειας των ασθενών που είναι στη φάση της ανάρρωσης.

- με την πλήρη κοινωνική ενσωμάτωση διαμέσου προγραμμάτων κοινωνικής, εκπαιδευτικής, εργασιακής ένταξης, όπως προβλέπεται από τις διάφορες νομοθεσίες για την Ψυχική Υγεία (ν. 2716/99 κλπ).

- με την ανάπτυξη κοινοτικών υπηρεσιών (ΚΨΥ) και κέντρων ημέρας, επαρκών σε αριθμό και με εύκολη πρόσβαση.

- με τη στενή διασύνδεση των κοινοτικών στεγαστικών δομών (που πρέπει να διατηρήσουν, ή ν΄ αποκτήσουν, ένα κοινωνικο-υγειονομικό και όχι προνοιακό χαρακτήρα), με τις κοινοτικές υπηρεσίες ψυχικής υγείας και τις κοινωνικές υπηρεσίες, στα πλαίσια του Τομέα Ψυχικής Υγείας (ΤΟΨΥ), με τον οποίο πρέπει όλες (συμπεριλαμβανομένων των δομών των μη κερδοσκοπικών εταιρειών) να διασυνδέονται, στον οποίο πρέπει όλες ν΄ αναφέρονται και ο οποίος θα πρέπει να ρυθμίζει τη λειτουργία τους στη βάση των αναγκών του πληθυσμού της περιοχής.

 

 

   (Το κείμενο αυτό αποτελεί το ιδρυτικό ντοκουμέντο του "CLUB S.P.D.C. APERTI NO RESTRAINT" που αποφασίστηκε στις 21/9/2006 στην πόλη Caltagirone της Ιταλίας από εκπροσώπους 15 ψυχιατρικών κλινικών γενικών νοσοκομείων, οι οποίοι συνήλθαν στα πλαίσια του εθνικού συνεδρίου "Η διαρκής βελτίωση της Ποιότητας των ψυχιατρικών υπηρεσιών στις Ψυχιατρικές κλινικές των γενικών Νοσοκομείων".  Οι εν λόγω ψυχιατρικές κλινικές λειτουργούν χωρίς την χρήση της μηχανικής καθήλωσης δείχνοντας, εδώ και πολύ καιρό, ότι είναι δυνατή μια θεραπευτική προσέγγιση στον ασθενή, ο οποίος βρίσκεται στη οξεία φάση, χωρίς προσφυγή στη βία. Η μετάφραση του κειμένου έχει σε ορισμένα σημεία προσαρμοστεί με τρόπο ώστε το περιεχόμενο του να γίνεται κατανοητό στις ελληνικές συνθήκες.)

Magazine - Other articles