-                     Αναδημοσίευση από Ελευθεροτυπία

 

Κάτι ήθελε να πει ο άνθρωπος εκείνος,

κάτι τραύλιζε.

Μα εγώ βιαζόμουν.

Τ. Πατρίκιος

 

Κάθε φορά που με τυχαίο τρόπο βγαίνει κάποιο σκάνδαλο από το χώρο της ψυχιατρικής φροντίδας, η μεν διοίκηση και πολιτική ηγεσία καμώνονται πως αιφνιδιάζονται, η δε επιστημονική κοινότητα ή θα καταγγέλλει τους καταγγέλλοντες ή θα προσπαθεί να δικαιολογήσει -επικαλούμενη επιστημονικούς λόγους- μια απαράδεκτη και σκανδαλώδη κατάσταση που επικρατεί σε ολόκληρο τον τομέα της ψυχικής υγείας. Τα Λεχαινά δεν είναι μια ακραία, εξαιρετική περίπτωση, αλλά η καθημερινότητα όλων των ιδρυμάτων κλειστού τύπου. Αλλά και ολόκληρου του συστήματος ψυχικής υγείας.

Το ολοπαγές ίδρυμα, το Ασυλο, και κάθε μορφής κλειστή «νοσηλεία» αποτελεί το Βατερλό της Ψυχιατρικής και των ψυχιάτρων. Το ψυχιατρείο δεν θεραπεύει. Διαχειρίζεται ό,τι είναι ενοχλητικό για την κοινωνία και κρύβει ό,τι οι άνθρωποι θέλουν να κρύψουν, πραγματοποιώντας έτσι ένα ρόλο κοινωνικής ανάθεσης. Στην πραγματικότητα, φτιάχτηκε για να αποκλείει, να εγκλείει, να αποκόπτει από την κοινωνία και να περιθωριοποιεί. Εκεί ξεφορτώνουμε ανθρώπους ενοχλητικούς, εκεί από τόπος θεραπείας μετετράπη σε χώρο εξευτελισμού του ανθρώπου. Ασυλο, στην κυριολεξία, σημαίνει χώρος καταφυγής, αλλά εδώ πρόκειται για χώρο απογύμνωσης του ανθρώπου.

Τα τελευταία 25 χρόνια, παρά την εισροή πόρων από την Ε.Ε. για να γίνει επιτέλους η ψυχιατρική μεταρρύθμιση, το σύστημα ψυχιατρικής φροντίδας δεν άλλαξε. Το ιδρυματικό μοντέλο ηγεμονεύει διότι υλοποιήσαμε τη μεταρρύθμιση είτε με την εργολαβική εκδοχή της είτε μέσω προγραμμάτων (Ψυχαργώς κ.λπ.) αποσπασματικά, χωρίς σκοπό και στόχους. Δεν έγινε καμιά αλλαγή στο «ψυχιατρικό παράδειγμα» και καμιά αλλαγή στο ψυχιατρικό σκέπτεσθαι και στο ψυχιατρικό πράττειν· αντιθέτως, το ιδρυματικό μοντέλο διεσπάρη και στις λεγόμενες κοινοτικές δομές.

Ετσι, παρά το ότι έγιναν ορισμένες νέες δομές, ο χαρακτήρας του συστήματος ψυχιατρικής φροντίδας δεν άλλαξε, διότι αυτές δεν αντικαθιστούν αλλά συμπληρώνουν το Ασυλο.

Τα μέτρα περιορισμού των ελευθεριών που χαρακτηρίζουν την καθημερινότητα της ελληνικής Ψυχιατρικής, ενώ γίνονται με το αιτιολογικό της θεραπείας, στην ουσία δεν πολιτογραφούνται ως ποινικά αδικήματα μόνο χάρη στη διαμεσολάβηση της Ψυχιατρικής. Μόνο το σύστημα μεταγωγών να δει κανείς και το καθεστώς των αναγκαστικών νοσηλειών με τα ακολουθούμενα «μέτρα προφύλαξης» (απομονώσεις, καθηλώσεις κ.λπ.) αρκούν για να κατατάξει τη χώρα μας σε τριτοκοσμικό καθεστώς.

Ολο αυτό το πλέγμα των μέτρων, ενώ υποτίθεται ότι λαμβάνεται για την εξυπηρέτηση της θεραπείας, στην ουσία ακυρώνει κάθε έννοια θεραπείας, αφού η θεραπεία προϋποθέτει ο ασθενής να αναλάβει την υπαρξιακή και κοινωνική του ευθύνη.

Επομένως, η εγκατάλειψη των παιδιών στο ίδρυμα των Λεχαινών, τα φαινόμενα βίας που κάθε φορά αναδύονται στην επιφάνεια δεν αντιμετωπίζονται σποραδικά, ευκαιριακά, σαν μεμονωμένα περιστατικά.

Είναι το σύστημα ψυχιατρικής φροντίδας που τα παράγει και τα ενισχύει και αν δεν αλλάξει αυτό, τα φαινόμενα αυτά δεν περιορίζονται.

Η μεν διοίκηση πρέπει να δει ένα συνολικό πλέγμα θεσμικών, οικονομικών και νομικών-διοικητικών μέτρων, η δε ψυχιατρική κοινότητα πρέπει να πάψει να στρουθοκαμηλίζει και να κλείνει τις παραβιάσεις ελευθεριών και ατομικών δικαιωμάτων των ψυχικά ασθενών σε παρένθεση.

Είναι μια πραγματικότητα, που αν δεν αλλάξει το επιστημονικό υπόδειγμα της Ψυχιατρικής, αν δεν προχωρήσουμε σε μια Ψυχιατρική της κατανόησης, της συνοδοιπορίας και των δικαιωμάτων των πασχόντων, θα συνεχίσουμε να τη ζούμε.

Είναι όμως μια πραγματικότητα που δεν προσβάλλει μόνο την Ψυχιατρική αλλά και τον πολιτισμό μας.


“Η κόλαση των ζωντανών δεν είναι κάτι που αφορά το μέλλον. Αν υπάρχει μια κόλαση είναι αυτή που υπάρχει ήδη εδώ, η κόλαση που κατοικούμε καθημερινά, που διαμορφώνουμε με τη συμβίωσή μας. Δυο τρόποι υπάρχουν για να μην υποφέρουμε. Ο πρώτος είναι για πολλούς εύκολος: να αποδεχθούν την κόλαση και να γίνουν τμήμα της μέχρι να μην βλέπουν πια. Ο δεύτερος είναι επικίνδυνος και απαιτεί συνεχή προσοχή και διάθεση για μάθηση: να προσπαθήσουμε να μάθουμε και να αναγνωρίσουμε ποιος και τι, μέσα στην κόλαση, δεν είναι κόλαση, και να του δώσουμε διάρκεια, να του δώσουμε χώρο”        

(Ίταλο Καλβίνο, Αόρατες Πόλεις)

 

          Μια συζήτηση για την ψυχιατρική στον καιρό της κρίσης… Με θεματολογία που όσο και να αφορούσε  το σήμερα και τις υπάρχουσες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες, μοιραία στράφηκε στο χθες, στην ιστορική εξέλιξη της αποτυχίας αυτού που ονομάστηκε ψυχιατρική μεταρρύθμιση, στις ιστορίες των ανθρώπων που ήταν άμεσα συνδεδεμένες με την αποτυχία αυτή. Άτομα με ψυχιατρική εμπειρία και οι συλλογικότητες τους, λειτουργοί ψυχικής υγείας  στον δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα, άνθρωποι που οργίζονται ή ανησυχούν για την προοδευτική απαξίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών ψυχικής υγείας και όχι μόνο, συγκεντρώθηκαν στις 28 Φεβρουαρίου στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων. Οι θέσεις, τα βιώματα, οι προτάσεις που ξετυλίχθηκαν ανέδειξαν τον προβληματισμό, την αγωνία και την αγανάκτηση ανθρώπων που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο συνάντησαν τους ψυχιατρικούς θεσμούς ή έμαθαν για αυτούς μέσα από τις αφηγήσεις άλλων. Γιατί από την χρεωκοπημένη, κυριολεκτικά και μεταφορικά, ιστορία του ‘Ψυχαργώς’ έως την ιστορία της βίας και του εγκλεισμού στο ψυχιατρείο η απόσταση δεν είναι μεγάλη. Σε έναν κόσμο που κυριαρχείται όλο και πιο πολύ από τις επιταγές τις κανονικότητας, με ένα κράτος διεφθαρμένο που αβαντάρει τον κάθε τυχοδιώκτη έμπορο της ψυχικής υγείας και έναν ψυχιατρικό θεσμό που δεν υπήρξε ποτέ φορέας εναλλακτικών θέσεων και προτάσεων (τουλάχιστον στην Ελλάδα) η αποασυλοποίηση κατάντησε κενό γράμμα και οι εξαγγελίες περί μεταρρύθμισης μια φάρσα. Η κόλαση της Λέρου είναι ακόμα εδώ. Όχι μόνο για τα παιδιά στο  ΚΕΠΕΠ Λεχαινών αλλά και  για νοσηλευόμενους σε ψυχιατρεία και σε κλινικές γενικών νοσοκομείων, για ενοίκους δομών ψυχοκοινωνικής «αποκατάστασης», για ανθρώπους που η διάγνωση συνοδεύεται από πολλά φάρμακα

Και φυσικά σε μία κουβέντα δεν είναι δυνατόν να καλυφτεί όλο το φάσμα των προβλημάτων και των προβληματισμών. Για το λόγο αυτό και συμφωνήθηκε  νέα συνάντηση προκειμένου να συνεχιστεί ο διάλογος που ξεκίνησε και να καταγραφούν πιο συγκεκριμένες προτάσεις. Οι δύο βασικοί άξονες που ανεδείχθηκαν στην συζήτηση ήταν:

        - Ψυχιατρική καταστολή και καταπάτηση δικαιωμάτων

     - Πολιτικές στο χώρο της ψυχικής υγείας   

Σε κάθε περίπτωση, όπως αναφέρεται και στο αρχικό κάλεσμα, στόχος είναι μέσα από ποικίλες συναντήσεις, συζητήσεις, ανταλλαγές, να διαμορφωθεί  ένα κίνημα για την ψυχική υγεία. Η ανάγκη μας παραμένει να συναντηθούμε να δώσουμε στις ιδέες μας και στη δράση μας χώρο και να αποκτήσουμε διάρκεια.

Για να μιλήσουμε για την κόλαση, για να δούμε τις εναλλακτικές μας απαντήσεις, για να αναζητήσουμε κοινούς δρόμους αντιμετώπισης…

 

Τετάρτη, 30 Μάρτη 2011, ώρα 18.00

στο

Παγκόσμιο Πολιτιστικό Ίδρυμα Ελληνισμού της Διασποράς

Δεκελείας 122 & Ατταλείας

Νέα Φιλαδέλφεια

 

Πανελλαδική Συσπείρωση για την Ψυχιατρική Μεταρρύθμιση, Ομάδα Αυτοβοήθειας Αθήνας, Ομάδα Αυτοεκπροσώπησης μελών ΚΨΥ Αγίων Αναργύρων, Δίκτυο ανθρώπων που ακούνε φωνές (Hearing Voices Network), Επιτροπή ‘χρηστών’, πρώην ‘χρηστών’ και επιζώντων της Ψυχιατρικής, ΚΟΙΣΠΕ Χανίων, Ομάδα Προαγωγής Αυτοβοήθειας ΚΨΥ Χανίων

 

 

ΕΞΑΓΓΕΛΙΕΣ ΛΟΒΕΡΔΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΨΥΧΙΚΗ ΥΓΕΙΑ:

ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΙΣ ΛΕΚΤΙΚΕΣ ΠΌΜΦΟΛΥΓΕΣ,

ΕΠΑΝΑΣΧΕΔΙΑΖΕΤΑΙ Ο ΣΤΡΑΓΓΑΛΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΤΙΣ ΛΟΓΙΚΕΣ ΤΟΥ ΜΝΗΜΟΝΙΟΥ


Διαβάζοντας την ομιλία που ανέγνωσε ο Υπουργός Υγείας Α. Λοβέρδος στη Θεσσαλονίκη, στις 16 Δεκέμβρη, για την πολιτική του Υπουργείου του για την Ψυχική Υγεία, μια σκέψη που έρχεται, είναι ότι ίσως να μην έχουν δίκιο όσοι επεσήμαναν ότι μίλησε «εκτός θέματος», αφού, ενώ ο τίτλος της ομιλίας του ήταν «Από το Μαιευτήριο στο Ιδρυμα», αυτός αναφέρθηκε στην «ψυχιατρική μεταρρύθμιση». Ηταν ίσως, με τον τρόπο του, «εντός θέματος», αφού αυτό που περιγραφόταν σ΄ αυτή την ομιλία ήταν ακριβώς η πορεία της ελληνικής ψυχιατρικής μεταρρύθμισης, από το «μαιευτήριο», όπου προέκυψε ένας εξαιρετικά παρατεταμένος και προβληματικός τοκετός και εν συνεχεία η πλήρης εγκατάλειψη ενός μάλλον ανεπιθύμητου παιδιού, βαριά τραυματισμένου από γεννησιμιού του, ατροφικού, καχεκτικού, το οποίο, αντί της κατάλληλης φροντίδας, οδηγήθηκε στο «΄Ιδρυμα» (και, εν συνεχεία, θα έπρεπε να συμπληρώσει, επί δικής του Υπουργείας, στον Καιάδα).

Πέρσι, και πάλι παραμονές Χριστουγέννων, είχε πνεύσει ένας ορμητικός άνεμος στην Δ/νση Ψυχικής Υγείας. Ανακοινώθηκε το κλείσιμο των ψυχιατρείων, με πιο μετριόφρονες υπολογισμούς απ΄ ό,τι φέτος – μέχρι το 2020-22, έλεγαν. Με πληθώρα ΚΨΥ και ψυχιατρικών κλινικών στα γενικά νοσοκομεία. Μ΄ ένα πλάνο μεταφοράς των ψυχιατρικών κλινικών των ψυχιατρείων στα γενικά νοσοκομεία, με αντίστοιχες μετακινήσεις του προσωπικού στις νέες μονάδες και με φιλότιμες προσπάθειες να πεισθεί το προσωπικό των ψυχιατρείων ότι η μονιμότητα και τα εργασιακά τους δικαιώματα δεν θα έμπαιναν σε κανένα κίνδυνο από την κατάργηση των υπαρχόντων οργανισμών και την δημιουργία καινούργιων. Ήταν ένα πλάνο/προϊόν «κεκτημένης ταχύτητας από τα παλιά», αλλά κακού πολιτικού υπολογισμού ως προς την συγκυρία, στην οποία εκτίμησαν ότι θα μπορούσε να προχωρήσει ένα τέτοιο πλάνο, θεωρούμενο ως η αυτονόητη πολιτική ενός Υπουργείου, που είχε, μεν, «καθυστερήσει πολύ», είχε κάνει τεράστια λάθη, είχε συντελέσει στη δημιουργία ενός νεο-ιδρυματικού εκτρώματος με το όνομα «Ψυχαργώς», αλλά «βγάζοντας τα μαθήματα», θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί –τι άλλο- το ΕΣΠΑ, για να γίνει επιτέλους ό,τι δεν έγινε τα προηγούμενα 25 χρόνια. Καθώς δεν είχαν υπολογίσει ότι οι καιροί είχαν ριζικά και με πρωτοφανή τρόπο αλλάξει, βρέθηκαν σε μια κατάσταση όπου, την ίδια στιγμή που έτρεχε η προσφυγή στο ΔΝΤ και στο «μνημόνιο», έτρεχε και η χειραγώγηση, από την τότε ηγεσία του Υπουργείου Υγείας και συγκεκριμένα από την γνωστή κ. Φώφη Γεννηματά, της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας των ψυχιατρείων με σκοπό να μπει φρένο σ΄ αυτά τα σχέδια –όπερ και εγένετο με την αποπομπή των πρωταιτίων της «αναταραχής».

Ένα χρόνο μετά, ακούμε τα ίδια λόγια, τις ίδιες εξαγγελίες. Αλλά ενώ πέρσι σερβίρονταν με τρόπο που μπορούσε να προβληματίσει, φέτος είναι πραγματικές πομφόλυγες. Αδεια λόγια, χωρίς συνεκτικό ιστό, χωρίς ουσία, εμφανώς χωρίς να εννοούν αυτό που λένε, ή να υποκρύπτουν ακριβώς το αντίθετο. Λόγια εμφανώς αποσπασμένα από το «γλωσσικό ιδίωμα» ή τα γραπτά κάποιων, οι οποίοι, ύστερα από την περσινή εμπειρία, ύστερα από την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί, είναι ν΄ αναρωτιέται κανείς, γιατί το κάνουν και πού αποσκοπούν; Να επιτύχει το ΕΣΠΑ εκεί που απέτυχε το Γ’ ΚΠΣ; ΄Η κάπου αλλού;

Εικοσιπέντε χρόνια πέρασαν στη διάρκεια των οποίων, παρά τις όποιες διακηρύξεις και συχνά, διαμέσου ακριβώς αυτών των διακηρύξεων περί «μεταρρύθμισης», κατασπαταλήθηκαν τα μόνα κονδύλια που διατίθεντο, τα κοινοτικά, σε μιαν εξωραϊσμένη αναπαραγωγή του παραδοσιακού ιδρυματικού μοντέλου, παράγοντας ένα κατακερματισμένο νεο-ιδρυματικό πεδίο, βασισμένο στο ίδιο επιστημονικό παράδειγμα της πραγμοποίησης και του εγκλεισμού – το οποίο, αντί ν΄ αμφισβητηθεί, έγινε ακόμα πιο άκαμπτο, πιο αυτο-αναφορικό, νοσο-κεντρικό και βιολογικό, ακόμα κι΄ όταν, μέσα από την γνωστή εγγενή διγλωσσία της ψυχιατρικής, σερβίρεται με διαφόρου τύπου ψυχοθεραπευτικές αναφορές αυτών που το λειτουργούν.

Ακούς, τώρα, ξανά, από τη συγκριμένη ομιλία, που εκφωνείται από το στόμα του συγκεκριμένου Υπουργού, για «μεταφορά των πόρων» από τα ιδρύματα στην κοινότητα, για «καταπολέμηση του στίγματος» (γνωστή καραμέλα όλων των σχετικών ομιλιών), για «κλείσιμο των ψυχιατρείων μέχρι το 2015» κοκ και είναι πραγματικά να φοβάσαι. Γιατί, στην πραγματικότητα, με τους όρους αυτούς δεν εννοείται καθόλου αυτό, για την έκφραση του οποίου αρχικά χρησιμοποιήθηκαν, αλλά υποκρύπτεται το διαμετρικά αντίθετο.

«Μεταφορά πόρων». Με την τρόϊκα; Ποιος το πιστεύει; Μάλλον περαιτέρω περικοπή των πόρων εννοούν.

«Καταπολέμηση του στίγματος». Από ποιους; Από αυτούς που υψώνουν το «τείχος του αίσχους» στον Εβρο; Μπορεί να υπάρξει «καταπολέμηση του στίγματος» από μια κυβέρνηση (και τα όποια φερέφωνά της), που πρωτοπορεί στον κρατικά οργανωμένο ρατσισμό, οποίος επεκτείνεται σε όλη τη διάρθρωση και λειτουργία του κρατικού μηχανισμού, όπως, πχ, στον τομέα της υγείας, με τον αποκλεισμό των πιο φτωχών, των μεταναστών κλπ, με τους φραγμούς που υψώνει στα «δημόσια» νοσοκομεία, τα οποία μετατρέπει σε επιχειρήσεις; Υπήρξε κάποια εσωτερική σχέση, κάποια συσχέτιση, στη διάρκεια του ναζιστικού καθεστώτος, ανάμεσα στην εξόντωση των εβραίων, αφενός, και των ψυχασθενών (όπως και των νοητικά καθυστερημένων, των τσιγγάνων και όλων των «ανάξιων να ζουν» ομάδων και φυλών), αφετέρου, ή, απλώς, «έτυχε»; Πώς μπορούμε να φανταστούμε την ταυτόχρονη άσκηση πολιτικών, αφενός, εξόντωσης των μεταναστών και άλλων περιθωριοποιημένων και αποκλεισμένων ομάδων και αφετέρου, αποδοχής και κοινωνικής ενσωμάτωσης (με ό,τι σημαίνει αυτό από πλευράς κοινωνικών σχέσεων, υλικών πόρων κα κουλτούρας) των ψυχικά πασχόντων; Μπορεί να συμβαδίσει ο ρατσισμός με την
«καταπολέμηση του στίγματος»;

«Κλείσιμο των ψυχιατρείων». Πέραν του ότι η πολιτική τους τα έχει ανάγκη για την γενικότερη κατασταλτική διαχείριση της κλιμακούμενης πολυπλοκότητας των αναγκών που παράγει, σε όλο και περισσότερους, η πολιτική τους κατ’ εντολήν του ΔΝΤ και της ΕΕ, για τι είδους «κλείσιμο» μιλάμε; Η ακολουθούμενη οικονομική πολιτική, την οποία υπηρετεί ο Λοβέρδος και η ήδη αποφασισμένη περαιτέρω σκλήρυνση αυτής της πολιτικής, δεν προοιωνίζει τίποτα άλλο από μια ρηγκανικής έμπνευσης «κλείσιμο», που σημαίνει πέταγμα στο δρόμο και ασθενών και προσωπικού. Αυτή θα είναι η πολιτική τους και αυτή την πολιτική θα υπηρετήσουν, ό,τι κι αν δηλώνουν, οι πρόθυμοι συμβουλάτορες των διαφόρων επιτροπών : από τη μια, εντατικοποίηση και επέκταση της κατασταλτικής ψυχιατρικής, μέσα σε ψυχιατρικές μονάδες, χρεοκοπημένες και με διαρκώς περιστελλόμενους πόρους, άκρως υποστελεχωμένες, με κουρασμένο, κακοπληρωμένο και στην διαρκή αβεβαιότητα και επισφάλεια προσωπικό. Και από την άλλη, ταυτόχρονα, συρρίκνωση και κλείσιμο μονάδων, με ένα και όλο και μεγαλύτερο αριθμό ψυχικά πασχόντων στον χώρο του κοινωνικού αποκλεισμού, με την διαδρομή των ζωής πολλών εκ των οποίων να είναι αυτή της «περιστρεφόμενης πόρτας», από το πεζοδρόμιο και την πλατεία στο κρεβάτι με τους ιμάντες, όταν η «αταξία» που προκαλούν γίνεται ορατή και ενοχλητική, για να βγουν όταν, «ήσυχοι» πλέον, θα μπορούν να εναποτεθούν ξανά στο πεζοδρόμιο.

Δεν μπορούμε παρά ν΄ ανησυχούμε για αυτό που ανέγνωσε ο Λοβέρδος στην ομιλία του για τα Χανιά, ότι αυτό που χρειάζεται είναι «η τυπική κατάργηση (του οργανισμού), γιατί η μονάδα έχει αδειάσει απολύτως». Τα ζήτημα, όμως, δεν είναι η τυπική κατάργηση, αλλά η ουσιαστική κατάργηση, που σημαίνει την δημιουργία ενός νέου οργανισμού (για τον οποίο ήδη υπάρχει πρόταση από την ομάδα που πρωτοστάτησε γα το κλείσιμο του ψυχιατρείου) υπηρεσιών ψυχικής υγείας, ολοκληρωμένων, επαρκώς χρηματοδοτημένων και στελεχωμένων, που θα αντικαθιστούν πλήρως το ψυχιατρείο και θα λειτουργούν εναλλακτικά στις ιδρυματικές λογικές του.

Ανησυχούμε, επίσης, γιατί διαβάζουμε παντού στην ομιλία για «τυπικές καταργήσεις» αποσιωπώντας το φούντωμα των ιδιωτικών κλινικών, πχ, στην Θεσσαλία και στην Δυτική Μακεδονία μετά το κλείσιμο του ψυχιατρείου της Πέτρας Ολύμπου (και αντίστοιχα σε άλλες περιοχές) λόγω της δραματικής απουσίας ολοκληρωμένων κοινοτικών υπηρεσιών εναλλακτικών στον εγκλεισμό.

Και επειδή στους στόχους για κλείσιμο το 2015 βλέπουμε και το Κρατικό Θεραπευτήριο Λέρου, θα θέλαμε να ρωτήσουμε: πώς το βλέπουν οι «πρόθυμοι σύμβουλοι» να κλείνει; Με υποχρεωτικές, ίσως, μετατάξεις του προσωπικού, που είναι όλοι ντόπιοι (οικογένειες ολόκληρες), οι οποίοι, αφού πρώτα χρησιμοποιήθηκαν από το κράτος και την κατεστημένη ψυχιατρική για την κατασταλτική διαχείριση χιλιάδων εξόριστων (από το ίδιο αυτό κράτος και την ίδια αυτή ψυχιατρική) ψυχικά ασθενών, και αφού η τοπική τους οικονομία μεταλλάχθηκε σε ιδρυματική οικονομία, τώρα που δεν τους έχουν ανάγκη, θα προσπαθήσουν να τους εξοντώσουν και αυτούς όπως προηγούμενα τους εκεί έγκλειστους ασθενείς; Πραγματικά, περιμένουμε με ανυπομονησία να δούμε τι εννοούν όλοι αυτοί όταν λένε «να τελειώνουμε με τη Λέρο». Στο μεταξύ, δεν θα περιμένουμε απλώς, αλλά θα ενημερώνουμε και θα καλούμε σε επαγρύπνηση. Γιατί υπήρχαν προειδοποιήσεις και προτάσεις, εδώ και 20 χρόνια, για τη λύση του προβλήματος, για την μετεξέλιξη του ψυχιατρείου μέχρι το οριστικό κλείσιμο, για τις προϋποθέσεις μιας εναλλακτικής τοπικής οικονομίας και  απασχόλησης, αλλά αγνοήθηκαν από τις ίδιες κατεστημένες δυνάμεις, που τώρα δεν τους κοστίζει τίποτα να ετοιμάζονται να διαλύσουν αυτό που δεν επέτρεπαν επί χρόνια να μετασχηματισθεί και να ξεπεραστεί μετατρεπόμενο σε κάτι άλλο, σε μια εναλλακτική, δηλαδή, οικονομική ανάπτυξη.

Ανησυχία, τέλος, προκαλούν, ακόμα και οι άλλες αναφορές που γίνονται, στην εν λόγω ομιλία, σε ζητήματα όπως, οι «ρηξικέλευθες λύσεις» που επεξεργάζονται για την αύξηση και βελτίωση του προσωπικού (ενώ αυτό διαρκώς μειώνεται), η «ψυχιατρική φροντίδα» στις φυλακές, τα προβλήματα των μεταναστών με προβλήματα ψυχικής υγείας….αλλά και οι «από κοινού δράσεις με την αστυνομία» (η οποία, προς το παρόν, εξακολουθεί να εκτελεί εισαγγελικές εντολές με χειροπέδες και συχνά με άμετρη βία). Ανησυχία, προφανώς, υπάρχει και γι΄ αυτά που δεν αναφέρονται, αλλά απλώς συνάγονται.

Καθώς ο δημόσιος τομέας των υπηρεσιών βρίσκεται σε διαδικασία σχεδιασμένης συρρίκνωσης και απεξάρθρωσης, σε μια διαδικασία, δηλαδή, που δεν αφορά μια «δυσκολία», μια «στενότητα», μικρότερη ή μεγαλύτερη, ολιγόχρονη ή μακρόχρονη, αλλά μια ριζική ανατροπή του ίδιου του τρόπου ύπαρξης - όχι μόνο της εύρους, αλλά και της ίδιας της φύσης - του πάλαι ποτέ «δημόσιου», αυτό που μένει, και για την Ψυχική Υγεία, είναι το ολοκληρωτικό ξεπούλημά της στον ιδιωτικό τομέα.

Αυτό διαφαίνεται και από την ομιλία του Λοβέρδου. Αποσπασματικές ενέργειες και δράσεις που μπορούν να χρηματοδοτηθούν από το ΕΣΠΑ (τηλεφωνικές γραμμές, ομάδες επιτόπιας υποστήριξης κοκ), που δεν θα συνιστούν σύστημα υπηρεσιών, αλλά άθροισμα ιδιωτικών πρωτοβουλιών.

Καθώς το Δημόσιο δεν μπορεί να κάνει προσλήψεις, αδυνατεί, προφανώς, να οργανώσει νέες υπηρεσίες (πόσο μάλλον που δεν μπορεί να διατηρήσει τις υπάρχουσες). Βέβαια θα υπήρχε η εκδοχή των συμβάσεων ορισμένου χρόνου ή των μετατάξεων (αλλά από πού; από τον ΟΣΕ, τις διάφορες υπό διάλυση ΔΕΚΟ;), οι πιθανές, δηλαδή, «ρηξικέλευθες» λύσεις, που θα ισοδυναμούσαν με την ακύρωση, στην ουσία τους, των υπηρεσιών αυτών. Αλλά και πάλι, η προϊούσα περικοπή των δαπανών θα έκανε απαγορευτική τη συνέχισης της χρηματοδότησης των μονάδων αυτών από τον κρατικό προϋπολογισμό, κάτι που το δημόσιο αδυνατούσε να κάνει ακόμα και πριν την έλευση της τρόϊκας.

Είναι προφανές (και όχι μόνο από την υπερεκπροσώπησή του στην επιτροπή «επικαιροποίησης του Ψυχαργώς») ότι ο ιδιωτικός τομέας, είτε υπό την μορφή των δήθεν «μη κερδοσκοπικών» εταιρειών, είτε των ανοιχτά κερδοσκοπικών (συμπεριλαμβανομένων των ιδιωτικών κλινικών), είναι το προσεχές μέλλον στο οποίο ωθείται η Ψυχική Υγεία. Ένα μέλλον που προετοιμαζόταν από καιρό μέσω της ευόδωσης της ίδρυσης των κρατικοδίαιτων «μη κερδοσκοπικών» εταιρειών, που η συμβολή τους ήταν πρωτίστως στην ιδιωτικοποίηση των σχέσεων εργασίας στην Ψυχική Υγεία και οι οποίες είχαν ήδη διευρύνει τον κύκλο των δραστηριοτήτων τους μέσω αφανώς επικερδών δραστηριοτήτων πέραν των στεγαστικών δομών του «Ψυχαργώς», για τις οποίες χρηματοδοτήθηκαν και μέσω των οποίων απέκτησαν υπόσταση. Τώρα (για όσες τουλάχιστον επιβιώσουν), «ήρθε η ώρα τους», στις συνθήκες του «σοκ», όπου, πάνω στα ερείπια, καλούνται και θρονιάζονται, ως μια «φυσική» και «αυτονόητη» λύση, όλοι όσοι συναντούσαν δυσκολίες και αμφισβητούνταν την προηγούμενη περίοδο να το κάνουν.

Θεωρούμε ότι είναι υποχρέωση όλων όσοι στοιχειωδώς κάνουν αναφορές σε μιαν «άλλη ψυχιατρική» (κοινοτική, χωρίς ψυχιατρεία, με σεβασμό στα δικαιώματα κοκ), ακολουθώντας και το παράδειγμα του Κ. Μπαϊρακτάρη, να επιβεβαιώσουν αυτές τις διακηρύξεις απέχοντας από την όποια προσφορά χείρας βοηθείας στον Υπουργό των περικοπών, έναν από τον πιο πιστούς εκτελεστικούς υπαλλήλους του ΔΝΤ και της  ΕΕ, και ν΄ αρνηθούν να λειτουργήσουν, στην καλλίτερη περίπτωση, ως το άλλοθι και το ακαδημαϊκό σερβίρισμα της επερχόμενης βαρβαρότητας.

Καλούμε όλους τους λειτουργούς ψυχικής υγείας, στον δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα, όλες τις συλλογικότητες των «χρηστών» και πρώην «χρηστών» της ψυχιατρικής και τον καθένα ξεχωριστά, τις μαχόμενες συλλογικότητες οικογενειών, φοιτητές, άνεργους επαγγελματίες ψυχικής υγείας, όλους όσους αντιμετωπίζουν με επώδυνο τρόπο, για τους ίδιους και τους οικείους τους, την καταβαράθρωση των υπηρεσιών υγείας, καθώς και όλα τα κοινωνικά κινήματα που μάχονται ενάντια στην κατεδάφιση του βιοτικού επιπέδου και τις κατασταλτικές λογικές και πρακτικές, ν΄ αντισταθούν σ΄ αυτή την επέλαση της βαρβαρότητας… και στην Ψυχική Υγεία.

Μέσα από ποικίλες συναντήσεις, συζητήσεις, ανταλλαγές, να οργανωθεί ένα κίνημα για την ψυχική υγεία, που θα μάχεται για την συντριβή του μνημονίου ΕΕ/ΔΝΤ, ενάντια στην κατασταλτική ψυχιατρική, για την ουσιαστική και έμπρακτη αναγνώριση και άσκηση των δικαιωμάτων των ψυχικά πασχόντων, αναγνωρίζοντας την δική τους αποφασιστική συμμετοχή στη διαμόρφωση και στη λειτουργία ενός συστήματος υπηρεσιών ψυχικής υγείας κοινοτικού, ολοκληρωμένου, επαρκώς χρηματοδοτημένου, με ολόπλευρη στήριξη της ατομικής διαδρομής του καθενός μέσα στο κοινωνικό του πλαίσιο  και αμοιβαία χειραφετητικού, τόσο για τους λειτουργούς όσο και για τους «χρήστες» των υπηρεσιών.

10/1/2011

Δεκαεπταμελή ομάδα εργασίας για το πρόγραμμα "Ψυχαργώς 2011 - 2020" όρισε το υπουργείο Υγείας.

Στη θέση του προέδρου τοποθετήθηκε ο  Βενετσάνος Μαυρέας, Καθηγητής Ψυχιατρικής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, με αναπληρωτή τον Στέλιο Στυλιανίδη, Αναπληρωτή Καθηγητή Κοινωνικής Ψυχιατρικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.

Τα υπόλοιπα μέλη της ομάδας είναι:

  • Μπαϊρακτάρη Κωνσταντίνο, Καθηγητή Ψυχολογίας Α.Π.Θ.
  • Οικονόμου Μαρίνα, Επίκουρο Καθηγήτρια Ψυχιατρικής Πανεπιστημίου Αθηνών.
  • Τσιάντη Ιωάννη, τ. αναπληρωτή Καθηγητή Παιδοψυχιατρικής
  • Κατσάνου Νεφέλη, Νευρολόγο – Ψυχίατρο, Δ/ντρια Ιατρικής Υπηρεσίας ΨΝΑ
  • Αηδονόπουλο Απόστολο, Ψυχίατρο. Διευθυντή ΕΣΥ στο ΨΝΘ
  • Σωτηρίου Μιχαήλ,Ψυχίατρο, Δ/ντή Ψ.Τ.Γ.Ν. Καβάλας
  • Βουτιέρου Ελένη, Ψυχίατρο, Διευθύντρια ΕΣΥ στο Νοσ. Χίου
  • Γρηγοριάδου Αλίκη, Παιδοψυχίατρο, ΕΚΨΥΕ
  • Ασημόπουλο Χαρίσιο, Κοινωνικό Λειτουργό, Καθηγητή ΤΕΙ Αθηνών
  • Σακέλη Ιωάννη, Καθηγητή Κοινωνιολογίας, Βοηθό Συνηγόρου του Πολίτη
  • Θεοδωρουλάκη Μενέλαο, Διδάκτορα Κοινωνικής Πολιτικής Πρόεδρο Δικτύου Φορέων Ψυχικής Υγείας ΑΡΓΩΣ
  • Σταυροπούλου Χαραλαμπία ΠΕ Νοσηλεύτρια, ΨΝΑ
  • Χονδρό Δημήτρη, Οικονομολόγο, Μsc Κοινωνικής Ψυχιατρικής
  • Κατσικάρου Σταυρούλα, Οικονομολόγο, Προϊσταμένη Διεύθυνσης Ψυχικής Υγείας ΥΥΚΑ
  • Λύτρα Αθανασία, Ψυχοπαιδαγωγό, Προϊσταμένη Τμήματος Ψυχικής Υγείας ΥΥΚΑ

Συμβουλευτικός ρόλος

Σύμφωνα με το υπουργείο Υγείας, ο ρόλος της Ομάδας Εργασίας είναι συμβουλευτικός, τα δε αντικείμενα
δραστηριότητάς της θα είναι:

- H διατύπωση και τεκμηρίωση προτάσεων και σχεδίων για:

  • Το επιστημονικό, κοινωνικό και στρατηγικό πλαίσιο προώθησης και ολοκλήρωσης της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης.
  • Την έως τώρα πορεία της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης, των επιτευγμάτων και των προβλημάτων που έχουν καταγραφεί.
  • Τη λειτουργία των υπηρεσιών ψυχικής υγείας, τη δικτύωση και διασύνδεσή τους, την ανάπτυξη διατομεακών συνεργασιών και την τυχόν προσαρμογή του θεσμικού και κανονιστικού πλαισίου της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης.
  • Ευρύτερες συνεργασίες του τομέα της ψυχικής υγείας με άλλους τομείς όπως η εκπαίδευση και η επαγγελματική κατάρτιση, η πρόνοια, η αυτοδιοίκηση, η δικαιοσύνη, η προστασία του πολίτη κ.λ.π.
  • Τη διαρκή ανάπτυξη του ανθρωπίνου δυναμικού του τομέα της ψυχικής υγείας.
  • Την ανάπτυξη προγραμμάτων και δράσεων ευαισθητοποίησης και κινητοποίησης των τοπικών κοινωνιών, την καταπολέμηση των προκαταλήψεων και του στιγματισμού, την πρόληψη των ψυχικών διαταραχών και την προαγωγή της ψυχικής υγείας.
  • Τη βέλτιστη δυνατή απόδοση της τομεοποίησης των υπηρεσιών ψυχικής υγείας και των αντιστοίχων Τομεακών Επιτροπών.
  • Τη διενέργεια επιδημιολογικών και άλλων μελετών και ερευνών και τη βέλτιστη αξιοποίηση αυτών.
  • Νέα έργα και υπηρεσίες απαρτίωσης των υπαρχόντων δικτύων ψυχικής
  • υγείας.

- Η διαβούλευση με τους εμπλεκόμενους στον τομέα της ψυχικής υγείας καθώς και η διαβούλευση και
συνεννόηση με άλλους εταίρους και στελέχη άλλων τομέων της οικονομικής και κοινωνικής ζωής της χώρας.

- Η επιστημονική ευθύνη για τη διοργάνωση συναντήσεων, συσκέψεων, ημερίδων και συνεδρίων για την αναθεώρηση του Προγράμματος «Ψυχαργώς» και την πορεία της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης, με το σύνολο
των αμέσως ή εμμέσως εμπλεκομένων σ΄ αυτήν.

Η Ομάδα Εργασίας υποβάλλει το πρώτο Σχέδιο Αναθεωρημένου Προγράμματος «Ψυχαργώς 2011-2020» μέχρι τέλη Ιανουαρίου και ολοκληρώνει το έργο της εντός 6 μηνών, από την υπογραφή της απόφασης.
.

 

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΣΧΕΤΙΚΑ:

Επιστολή του Αν.καθηγητή του τμήματος Ψυχολογίας του ΑΠΘ Κων.Μπαϊρακτάρη για τον διορισμό Ομάδας Εργασίας Ψυχαργώς 2011-2020

Ένα σχόλιο για την συγκρότηση «ομάδας εργασίας» για την ‘επικαιροποίηση’ του «Ψυχαργώς»

 

 


 

Με διάρκεια αποστολής 6 μηνών, για την κατάρτιση ενός νέου δεκαετούς προγράμματος για το «Ψυχαργώς» (2011-2020), συγκροτήθηκε «ομάδα εργασίας», με «συμβουλευτικό χαρακτήρα», η πρώτη αναθεωρημένη πρόταση της οποίας θα πρέπει να κατατεθεί μέχρι τέλος Γενάρη. Δηλαδή (αν λάβει κανείς υπόψη του την περίοδο των γιορτών), σ΄ ένα περίπου μήνα. Διαδικασίες fast track για την «ψυχιατρική μεταρρύθμιση», μέσα στο πνεύμα και τις πρακτικές των καιρών. Και το ερώτημα είναι, πώς το αποτέλεσμα μπορεί ν΄ αποφευχθεί να είναι κάτι άλλο από ένα «fast track Ψυχαργώς»…

Υστερα από τις παλινωδίες ενός χρόνου, στη διάρκεια του οποίου τα εκάστοτε «νέα» για την ψυχική υγεία (όπως τα νέα που έφταναν στην Αθήνα για την πανωλεθρία στις Συρακούσες) κυμάνθηκαν από την εξαγγελία πληθώρας ΚΨΥ ανά τη χώρα και μάλιστα με κλίνες νοσηλείας και το κλείσιμο όλων των ψυχιατρείων μετά από λίγα χρόνια, μέχρι τον εξαναγκασμό σε παραίτηση του κατ΄ εξοχήν εισηγητή αυτού του σχεδίου, για να περάσουμε, εν συνεχεία, εννιά μήνες πλήρους απραξίας, στη διάρκεια των οποίων είχαμε διάφορες, σκόρπιες ανακοινώσεις, δηλώσεις κλπ «διαφόρων», εδώ κι΄ εκεί, που αποτελούσαν έκφραση της συντελούμενης «κατεδάφισης των ερειπίων», φτάνουμε τώρα, που «έσφιξαν τα ζόρια», πού αλλού; Οπως πάντα, στη συγκρότηση μιας επιτροπής, μιας «ομάδας εργασίας».

Τι ρόλο έχει να παίξει μια τέτοια «συμβουλευτική ομάδα» στις συνθήκες του «μνημονίου»; Δεν μπορεί κανείς να τρέφει την αυταπάτη, ούτε να προβάλει τον ισχυρισμό ότι αυτό που δεν έγινε τα προηγούμενα χρόνια, ή που έγινε παράγοντας αυτό το στρεβλό προϊόν μιας εξωραϊσμένης νεο-ιδρυματικής βαρβαρότητας, στην κατεύθυνση της ιδιωτικοποίησης και της εμπορευματοποίησης της ψυχικής υγείας, μπορεί να γίνει από ένα Υπουργείο και έναν Υπουργό που προβάλλει την λογιστική προσέγγιση στην Υγεία (και, επίσης, στην ψυχική υγεία) ως πρώτη του (και, στην πραγματικότητα, αποκλειστική) προτεραιότητα.

Αν θεωρήσουμε ότι η επιθυμητή πολιτική ψυχικής υγείας συνίσταται την οικοδόμηση ενός συστήματος που αναγνωρίζει έμπρακτα τα δικαιώματα και την ελευθερία και κατανοεί και απαντά σφαιρικά και ολόπλευρα στις ανάγκες των ανθρώπων, λαμβάνοντας υπόψιν τον λόγο των ίδιων των ενδιαφερομένων υποκειμένων ως καθοριστικής σημασίας για τον προσδιορισμό των δικαιωμάτων και των αναγκών και των τρόπων απάντησης σε αυτές (ενάντια σε κάθε μορφή χειραγώγησης και χρησιμοποίησής τους ως αντικειμένων και ως «διακοσμητικών στοιχείων» για να «κάνουμε την δουλειά μας» τηρώντας τα προσχήματα), τότε η «ποιότητα» των ως άνω παραμέτρων είναι, προφανώς, συνυφασμένη με την «ποσότητα» : η χειραφετητική κουλτούρα και πρακτική, δηλαδή, είναι συνυφασμένη με την επάρκεια των διατιθέμενων πόρων, ιδιαίτερα στις συνθήκες μιας χώρας που εξακολουθούσε, ακόμα και την προηγούμενη περίοδο των μεταρρυθμιστικών προσπαθειών (αλλά και των ρεφορμιστικών  αυταπατών), να διατηρεί την ψυχική υγεία άκρως υποχρηματοδοτημένη και εξαρτώμενη από τις κοινοτικές χρηματοδοτήσεις.

Μια στοιχειωδώς αξιόπιστη πολιτική για την  ψυχική υγεία (όπως για την Υγεία γενικότερα) είναι συνυφασμένη με την δραστική αύξηση των διατιθέμενων πόρων και δεν συμβιβάζεται κατ΄ ουδένα τρόπο με προσαρμογές στο «μνημόνιο». Κάθε τέτοια προσαρμογή, κάθε τέτοια ‘επικαιροποίηση’ (του ‘Ψυχαργώς’, ή των όποιων άλλων πολιτικών), χωρίς την πλήρη ανατροπή των πολιτικών του «μνημονίου», ισοδυναμεί με οργάνωση της σφαγής της ψυχικής υγείας. Και η σφαγή θέλει συνενόχους.

Γιατί, τι άλλο από σφαγή της ψυχικής υγείας είναι η υιοθέτηση του «πέντε φεύγουν, ένας έρχεται» και στην Υγεία, τη στιγμή που οι ήδη δραματικά υποστελεχωμένες μονάδες του Δημοσίου (Δαφνί, Δρομοκαίτειο κλπ) θα λειτουργούν, το 2011, σε επίπεδα κάτω από αυτά της λειτουργίας με «προσωπικό ασφαλείας» εν μέρα επιτυχημένης απεργίας με καθολική συμμετοχή; Και ποια δομή στον δημόσιο τομέα μπορεί να γίνει μέσω ΕΣΠΑ όταν απαγορεύονται οι προσλήψεις στο Δημόσιο; Θα γίνουν δομές ψυχικής υγείας, πχ, ΚΨΥ, με συμβάσεις ορισμένου χρόνου; Ή απλώς θα διοχετευθούν οι χρηματοδοτήσεις προς τον ιδιωτικό τομέα (τον δήθεν «μη κερδοσκοπικό») της επισφάλειας και των ελαστικών εργασιακών σχέσεων, καθώς πολλές «ΜΚΟ» καραδοκούν να επεκτείνουν τις δουλειές τους σε πιο επικερδείς παροχές υπηρεσιών, απαλλασσόμενες, ή παραμερίζοντας, ‘βαρίδια’, όπως τα οικοτροφεία βάσει των οποίων έχτισαν, την προηγούμενη περίοδο, τα «μαγαζιά» τους;

Αλλωστε, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι, όπως, παραδοσιακά, η κατεστημένη τάξη πραγμάτων έχει ανάγκη, για την αναπαραγωγή της, να αφομοιώνει και να οικειοποιείται (εξατμίζοντας και ακυρώνοντάς τις στο ανατρεπτικό τους περιεχόμενο) ιδέες και πρακτικές που εμφανίστηκαν, στο πεδίο των κοινωνικών και επιστημονικών πρακτικών, ως ριζική αμφισβήτηση αυτής της κατεστημένης τάξης, έτσι, πολύ περισσότερο, σε μια κρίση, όπως η σημερινή, το μέγεθος και οι διαστάσεις της οποίας δεν έχουν ιστορικό προηγούμενο, λέξεις, όροι και έννοιες χρησιμοποιούνται για να εκφράσουν σημασίες, πρακτικές και συστήματα σε διαμετρικά αντίθετη κατεύθυνση απ΄ αυτή για την οποία, ιστορικά, επινοήθηκαν, διατυπώθηκαν και χρησιμοποιήθηκαν. Αλλωστε, όταν δεν είναι δυνατή η διατύπωση και η έμπρακτη εφαρμογή μιας ουσιαστικής πολιτικής, είναι πάντα δυνατή η διατύπωση και εφαρμογή των ομοιωμάτων της – για την απορρόφηση, δηλαδή, κονδυλίων (όχι ευκαταφρόνητων ενίοτε) για επιδερμικές και θεαματικές ενέργειες (ομοσπονδία ΚΟΙΣΠΕ κλπ).

Κι τι να κάνουμε; θα αναρωτηθεί κάποιος. Δεν πρέπει να προσπαθήσουμε να περισώσουμε ό, τι μπορούμε; ‘Η, ν΄ «αξιοποιήσουμε» την κρίση και να «αναπτύξουμε υπηρεσίες προσαρμοσμένες στους περιορισμένους πόρους»; Η απάντηση σ΄ αυτό το ερώτημα, στο βαθμό που τίθεται καλοπροαίρετα, είναι ότι δεν μπορεί τίποτα να περισωθεί μέσω της «επεξεργασίας» των κυβερνητικών πολιτικών. Αυτά τα ιδεολογήματα, με όλες τις θεωρητικές κατασκευές και τις τεχνικές προδιαγραφές που τα συνοδεύουν και τα ενσαρκώνουν, δεν κατάφεραν ποτέ ν΄ αποκτήσουν ένα πραγματικό αντίκρισμα στο υλικό πεδίο.

Το πρώτο ερώτημα για μια τέτοια ομάδα εργασίας, ως προϋπόθεση για την όποια συμμετοχή, θα έπρεπε, στους καιρούς που ζούμε, να είναι: υπό ποιους όρους η ‘επικαιροποίηση’; Με ποια δυνατότητα πόρων, με ποιες διαδικασίες αύξησης του προσωπικού των μονάδων ψυχικής υγείας, με ποιους όρους οικοδόμησης ενός συστήματος ψυχικής υγείας ως δημόσιου αγαθού και ως ενός δημόσιου συστήματος υπηρεσιών, ενάντια σε λογικές συνολικής συρρίκνωσης, ιδιωτικοποίησης, εμπορευματοποίησης;

Συμμετοχή άνευ όρων σ΄ αυτή την επεξεργασία σημαίνει τη συμβολή μας στην οικοδόμηση μιας «ψυχικής υγείας» κατ΄ εικόνα και ομοίωση του «μνημονίου» - δηλαδή, στον καλλωπισμό των ερειπίων ενός συστήματος, στην κατεδάφιση του οποίου θα έχουμε συμμετάσχει, μεταξύ άλλων (όπως τονίζει ο Κ. Μπαϊρακτάρης στην επιστολή παραίτησής του από την εν λόγω ομάδα εργασίας) και με την μονομερή αναπαραγωγή του «λόγου των ειδικών», ενός λόγου δομικά προετοιμασμένου να εκπληρώσει την πάγια κοινωνική του εντολή για την διατήρηση της δοσμένης κοινωνικής τάξης, μέσω της περαιτέρω προσαρμογής της νεο-ιδρυματικής βαρβαρότητας του «Ψυχαργώς» στις απαιτήσεις του «μνημονίου». Η συνάρτηση και η διαπλοκή αυτού του λόγου με την εκάστοτε κρατούσα εξουσία έρχεται από ένα πολύ μακρινό παρελθόν και δεν πρόκειται να εκλείψει χωρίς την ριζική αποδόμηση αυτού του λόγου.

Για όποιον, όμως, πραγματικά θέλει, υπάρχουν και άλλοι τρόποι να κάνουμε κάτι. Τρόποι που κινητοποιούν το δυναμικό των λειτουργών, των «χρηστών», των οικογενειών και της κοινωνίας. Μια κινητοποίηση που θα συμπεριλάβει τις υπάρχουσες υπηρεσίες, τις οποίες (όπου και όποιες κι΄ αν είναι) μπορούμε και πρέπει να στρέψουμε σε μια κοινοτική κατεύθυνση (ριζικά εναλλακτική στον εγκλεισμό), για μια δημόσια, ισότιμη και δωρεάν παροχή υπηρεσιών. Με συναντήσεις, ημερίδες, συνελεύσεις κλπ, ενός κινήματος όλων των άμεσα ενδιαφερομένων (που προαναφέρθηκαν), σε ισότιμη βάση, για τη διατύπωση αιτημάτων (σε λογική διαμετρικά αντίθετη από αυτήν του «μνημονίου» και την λογιστική των περικοπών) και για την χάραξη, μέσα από τέτοιες διαδικασίες, μιας πολιτικής για την ψυχική υγεία, που θα διεκδικηθεί και θα απαιτηθεί από το Υπουργείο, αντί να μπούμε εμείς στην υπηρεσία των πολιτικών του Υπουργείου.

Διαφορετικά, ‘επικαιροποίηση’, με δεδομένο το «μνημόνιο», σημαίνει, πέρα και ίσως ενάντια στις όποιες προθέσεις, την μετατροπή των διάσπαρτων «ερειπίων», που κατέλειπε η προηγούμενη φάση του «Ψυχαργώς», στον κοινωνικό κονιορτό της «νέας τάξης πραγμάτων».

11/12/2010

Psyspirosi.gr

Προς
τον Γενικό Γραμματέα του
Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης
Γεν. Διεύθυνση Διοκ.Υποστήριξης και Τεχνικών Υποδομών
Διεύθυνση Προσωπικού
Τμήμα Συλλογικών Οργάνων

 

Αξιότιμε κ. Γενικέ,

 

Από το Διαδίκτυο πληροφορήθηκα για τον ορισμό μου ως μέλους της Ομάδας Εργασίας για την αναθεώρηση του Προγράμματος «Ψυχαργώς 2011-2020» (Αρ. Πρωτ. ΔΥ1δ/οικ.122308/6/12/2010).  Σας ευχαριστώ για την επιλογή του προσώπου μου αλλά θα ήθελα να σας ενημερώσω ότι δεν ρωτήθηκα ποτέ ο ίδιος.

Επιτρέψτε μου παρά ταύτα να παραθέσω  επιγραμματικά τους λόγους διαφοροποίησής μου και την αδυναμία μου να συμμετάσχω στη συγκεκριμένη  Ομάδα Εργασίας.

1. Γνωρίζετε ότι η Ψυχιατρική Μεταρρύθμιση αποσκοπούσε από την έναρξή της στα μέσα της δεκαετίας του ΄80 στην άρση της ιδρυματικής και ψυχιατρικής βαρβαρότητας  στα ελληνικά Ψυχιατρεία, την Αποϊδρυματοποίηση και την εφαρμογή ενός άλλου επιστημονικού παραδείγματος. H ακύρωση της ψυχιατρικής βαρβαρότητας προϋποθέτει την ακύρωση του επιστημονικού παραδείγματος που οδηγεί σε αυτή.  Προϋποθέτει την ακύρωση του Μονόλογου των ειδικών. Γιατί ο Μονόλογος αυτός  οδηγεί στις  καταστάσεις βαρβαρότητας και στον στιγματισμό.  Γιατί ο Μονόλογος αυτός μπορεί και αναπαράγεται μέσα από την αφαίρεση του Λόγου και των δικαιωμάτων συνανθρώπων  που  βιώνουν καταστάσεις ψυχικού πόνου.

Η διαρκής αναπαραγωγή αυτού του επιστημονικού Μονόλογου, η κυριαρχία του και η συστηματική διάχυσή του στο κοινωνικό σώμα είναι στην ουσία μια πολιτική πρακτική που υπηρετεί μια ιδεολογία αντικειμενοποίησης  και χειραγώγησης  των υποκειμένων και όχι της χειραφέτησής τους.. Μια ιδεολογία που εμποδίζει στην ουσία την ακύρωση των μηχανισμών και των διεργασιών αποκλεισμού ή  περιθωριοποίησης μίας σειράς ατόμων ή ομάδων αφού και η ίδια εμφανίζεται, εγκαθιδρύεται και αυτοτροφοδοτείται μέσω της ενίσχυσης αυτών ακριβώς των διεργασιών και μηχανισμών.  Ο Μονόλογος λοιπόν των ειδικών αναπαράγεται και στη σύνθεση της  συγκεκριμένης Ομάδας Εργασίας.

Παραγνωρίζεται ότι μετά από αρκετές δεκαετίες  προσπαθειών τα ίδια τα άτομα με ψυχιατρική εμπειρία, χρήστες ή πρώην χρήστες  υπηρεσιών ψυχικής υγείας ή επιζώντες της Ψυχιατρικής όπως αυτοπροσδιορίζονται είναι σε θέση και στην Ελλάδα, όχι μόνο να έχουν άποψη για ζητήματα που τους αφορούν άμεσα, αλλά  αποτελεί πλέον, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε διεθνές επίπεδο,  αναγνωρισμένο δικαίωμά τους. Η απουσία λοιπόν των ατόμων με ψυχιατρική εμπειρία από μια τέτοια ομάδα πιστοποιεί για μένα μια αναχρονιστική αντίληψη, επιβεβαιώνει την αναπαραγωγή  και επιβολή του  Μονόλογου των ειδικών στερώντας από αυτά θεμελιώδη δικαιώματα.

2. Η  Υγεία  αποτελεί δημόσιο αγαθό και το δικαίωμα πρόσβασης σε υπηρεσίες υγείας αναφαίρετο δικαίωμα. Η μεταρρύθμιση λοιπόν  δεν είναι μια τεχνική-διοικητική πράξη ούτε μια πράξη περιορισμένη και εγκλωβισμένη σε  μια δημοσιονομική λογική που απαλλάσσει  το κράτος από την βασική του αυτή υποχρέωση, πολύ δε περισσότερο όταν πρόκειται για χρήματα φορολογουμένων ή για κοινοτικούς πόρους.

Η αποπομπή αυτής της βασικής υποχρέωσης του  κράτους  και η μεταβίβαση και της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης στις λεγόμενες κερδοφόρες μη κερδοσκοπικές εταιρίες ή τις κρατικοδίαιτες μη-κυβερνητικές οργανώσεις εξυπηρετεί μεν την «ταχεία» απορρόφηση των τεράστιων κονδυλίων που θα διατεθούν από την Ευρωπαϊκή Ένωση τα επόμενα χρόνια,  δεν απαντάει όμως στα ερωτήματα και στις ανάγκες για ένα βιώσιμο και διαρκές  δημόσιο υποστηρικτικό σύστημα.

Η χωροταξική μετεγκατάσταση των συνανθρώπων μας  στα πλαίσια του Ψυχαργώς χωρίς την αλλαγή του επιστημονικού παραδείγματος  αποδεικνύει από την μέχρι τώρα πρακτική και εμπειρία ότι αποτελεί  μεταφορά της ιδρυματικής λογικής και του κοινωνικού ελέγχου στην κοινότητα

Ακόμα η ανοχή της βαρβαρότητας και των απάνθρωπων συνθηκών  στις ψυχιατρικές επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα (Ιδιωτικές Ψυχιατρικές Κλινικές) ενισχύει την εμπορευματοποίηση και ιδιωτικοποίηση της ψυχικής υγείας.

Για όλους τους παραπάνω λόγους παρακαλώ να δεχτείτε τη μη συμμετοχή μου στη συγκεκριμένη Ομάδα Εργασίας.

Θα ήθελα να σας παρακαλέσω να αναρτηθεί  αυτή μου η επιστολή στην ιστοσελίδα του Υπουργείου και να κοινοποιηθεί στα υπόλοιπα πρόσωπα της Ομάδας Εργασίας.

Με εκτίμηση

Κώστας Μπαϊρακτάρης

Αναπλ. Καθηγητής Κλινικής Ψυχολογίας

Α. Π. Θ.

 

 

B. Saraceno - Σ. Στυλιανίδης

Με αφορμή την Ημερίδα που διοργανώθηκε την Τρίτη 30 Νοεμβρίου 2010 στο Πάντειο Πανεπιστήμιο με θέμα  «Κοινωνικός Αποκλεισμός και Ψυχική Υγεία στον 21ο αιώνα» από το Τμήμα Ψυχολογίας και με τη στήριξη της Εταιρείας Περιφερειακής Ανάπτυξης και Ψυχικής Υγείας (ΕΠΑΨΥ), υπό την αιγίδα της Παγκόσμιας Εταιρείας για την Ψυχοκοινωνική Αποκατάσταση (WAPR) και του Υπουργείου Υγείας Διατροφής και Άθλησης (ΥΥΔΑ), παραθέτουμε τα βασικά σημεία της συνάντηση για το θέμα της Οδύνης στον Αστικό Χώρο (Urban Suffering). Την πρωτοβουλία της εκδήλωσης είχε ο Αν. Καθ. Κοινωνικής Ψυχιατρικής του Τμήματος Ψυχολογίας κ. Στέλιος Στυλιανίδης εθνικός εκπρόσωπος για την ψυχική υγεία στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) και αντιπρόεδρος της Παγκόσμιας Εταιρείας Ψυχοκοινωνικής Αποκατάστασης.

Κεντρικός ομιλητής ήταν ο Dr. Benedetto Saraceno, τ. δ/ντής του Τμήματος Ψυχικής Υγείας και Ουσιοξαρτήσεων του ΠΟΥ και καθ. Ψυχιατρικής στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης, ο οποίος μίλησε τον κοινωνικό αποκλεισμό, τους κοινωνικούς παράγοντες της ψυχικής ασθένειας και την ψυχοκοινωνική αποκατάσταση.

Η οδύνη στον αστικό χώρο την εποχή της παγκοσμιοποίησης είναι ένα φαινόμενο που έχει παρουσιάσει αύξηση τα τελευταία 30 χρόνια ακολουθώντας την αύξηση του πληθυσμού σε αυτές: συγκεκριμένα, στην Ευρώπη από 66%, προβλέπεται ότι θα φτάσει στο 79% μέχρι το 2030 αυξάνοντας έτσι τους παράγοντες κινδύνου στην ψυχική υγεία του ατόμου.

Η Διεθνής Τράπεζα και ο ΠΟΥ υπολογίζουν ότι οι ψυχικές διαταραχές αποτελούν συχνότατη αιτία αναπηροποίησης των ανθρώπων (περισσότερο κι από τον καρκίνο ή τις καρδιαγγειακές παθήσεις). Αυτές οι πληροφορίες και τα στοιχεία αφορούν ψυχικές ασθένειες οι οποίες έχουν προέλθει από ψυχολογική και κοινωνική οδύνη που προκλήθηκε από φτώχεια, βία, ανασφάλεια και εγκατάλειψη. Η αναγκαστική μετανάστευση, ο αποκλεισμός που συχνά είναι απόρροια των προηγουμένων χτυπά τόσο μεμονωμένα άτομα όσο και συλλογικούς θεσμούς όπως είναι η οικογένεια και η κοινωνία.

Ανάμεσα σε αυτούς που πάσχουν από μια ψυχική ασθένεια και σε αυτούς που είναι κοινωνικά αποκλεισμένοι υπάρχουν πολλά κοινά: στίγμα, διακρίσεις, εγκατάλειψη, παραβίαση των δικαιωμάτων τους. Επίσης μεγάλα ποσοστά των κοινωνικά αποκλεισμένων, ζουν σε ανοιχτές πυκνές δομές στέγασης που ομοιάζουν ιδιαίτερα σε προσφυγικά στρατόπεδα συγκέντρωσης, φυλακές ή ψυχιατρεία. Αλλιώς, η κατηγορία των αποκλεισμένων ζει σε διάσπαρτους τόπους κατοικίας όπως οι δρόμοι, οι υπόγειοι σταθμοί ή παραγκουπόλεις (favelas). Οι άνθρωποι που είναι αποκλεισμένοι, βρίσκονται σε χειρότεροι μοίρα από τις υπόλοιπες «κοινωνικά ευπαθείς» ομάδες. Δεν έχουν όνομα. Είναι «οι άλλοι». Η πόλη, λοιπόν, προσφέρει τη δυνατότητα επιβίωσης σε αυτούς τους ανθρώπους ώστε να κρυφτούν και να συνεχίσουν να επικοινωνούν. Όμως δεν προσφέρει καμία εγγύηση για τις συνθήκες υπό τις οποίες οι άνθρωποι αυτοί συνεχίζουν να επιβιώνουν. Αυτό ονομάζεται «οδύνη στον αστικό χώρο» (urban suffering) και εμπλέκει σε ένα δαιδαλώδες πλέγμα τους σωματικά, ψυχικά και κοινωνικά πάσχοντες όπου η ταυτότητά τους αφομοιώνεται και η ασθένειά τους είναι αποτέλεσμα ενός κινδύνου που πολλές φορές απορρέει από μια άλλη ασθένεια. Για παράδειγμα, η φτώχεια, η χρήση ουσιών, ο αλκοολισμός, η κατάθλιψη και τα αυτοκινητιστικά δυστυχήματα είναι γεγονότα άμεσα συνδεδεμένα στον ιστό της κοινωνικής αυτής οδύνης. Αυτό το δίκτυο δεν μπορεί να ιδωθεί χωριστά ούτε να συνδεθεί κάθετα το ένα γεγονός με το άλλο. Ο βασικός, λοιπόν, ρόλος του βιοψυχοκοινωνικού μοντέλου είναι να απορρροφήσει την οδύνη που αναγνωρίζει στους τρεις του άξονες (βιολογικό, ψυχολογικό, κοινωνικό) και να οδηγήσει σε απαντήσεις. Μια απάντηση σε κάθε ερώτηση και εάν μια ερώτηση δεν έχει απάντηση, να αναμορφωθεί ώστε να μην παραμένει αναπάντητη.

Πρέπει ωστόσο να ξεφύγουμε από την γραμμικότητα και την κατά συνέπεια ταύτιση του ατόμου με μία μόνο ταυτότητα. Το άτομο διαθέτει πολλές ταυτότητες. Με αυτόν τον τρόπο δεν είναι μόνο «μαύρος» ή μόνο «ψυχικά ασθενής» ή μόνο «γυναίκα» αλλά ταυτόχρονα μπορεί να είναι «αδελφός», «μητέρα», «φίλος», «έξυπνος» κ.λπ. Ο εγκλωβισμός σε μία ταυτότητα είναι αυτός που εντείνει τα φαινόμενα του κοινωνικού αποκλεισμού μέσα σε μια πόλη. Οι «πλούσιοι» και οι «φτωχοί», οι «λευκοί» και οι «μαύροι» κ.λπ.

Σε μια εποχή παγκοσμιοποίησης λοιπόν, η πόλη αρνείται την ιδιαιτερότητα του κάθε ανθρώπου. Αρνείται την ποικιλομορφία. Δεν αναγνωρίζει ατομικές ταυτότητες αλλά συλλογικές κατηγοριοποιήσεις που εξαπλουστεύουν τον κοινωνικό ιστό και αυξάνουν τους αποκλεισμένους.

Η λύση δεν είναι απλή αλλά πολυδιάστατη. Απαιτείται, πρώτον, να αναγνωριστεί το νόημα που παράγει ο καθένας ως άτομο. Είναι φορέας ξεχωριστού νοήματος και να του αποδοθεί αξιοπρέπεια και σεβασμός. Το δεύτερο βήμα είναι η αναγνώριση αυτού του νοήματος από τους συμπολίτες του. Απαιτείται ενδυνάμωση του ατόμου και καλλιέργεια της ανεκτικότητας της κοινωνίας. Συνεπώς, πρέπει να εργαστούμε όχι για μια πόλη χωρίς διαφορές αλλά για μια διαφορετική πόλη. Να αγωνιστούμε για «τόπου» και όχι «χώρους».

Η κοινωνική οδύνη στον αστικό χώρο γίνεται μοτίβο σύμφωνα με το οποίο:

- Η οδύνη αλληλεπιδρά σε πολύπλοκα δίκτυα

- Ο κάθε άνθρωπος υποφέρει ατομικά

- Οι απαντήσεις είναι ασαφείς, πρόχειρες και αποσπασματικές

- Δεν υπάρχει υγεία όσο δεν υπάρχουν και δεν προασπίζονται τα δικαιώματα

- Είναι αναγκαίο να δημιουργηθεί μια κατάσταση που χαρακτηρίζεται όχι μόνο από ανεκτικότητα αλλά και από την πραγματική έννοια του «πολίτη» που αγωνίζεται συλλογικά και όχι ατομικά για την αλλαγή.

Πρέπει να έχουμε υπόψη ότι όλα αυτά μπορούν να γίνουν στο Μιλάνο ή στην Βομβάη, στο Λος Άντζελες ή στην Τζακάρτα. Σημαίνει ότι δεν υπάρχει το Βόρειο και το Νότιο ημισφαίριο (συμβολική έκφραση για να διαχωρίζονται οι πλούσιες από τις φτωχές χώρες), αλλά κάθε Βοράς έχει το δικό του Νότο και κάθε Δύση τη δική της Ανατολή μέσα σε κάθε μητροπολιτική περιοχή χωριστά.

Ο κ. Στυλιανίδης, συνέχισε αυτήν τη σκέψη του κ. Saraceno συνδέοντας την ψυχική υγεία με τον κοινωνικό αποκλεισμό και προσθέτοντας την οπτική της κοινωνικής οδύνης στην αστική περιοχή της Αθήνας. Τόνισε ότι οι νέες προκλήσεις κάνουν επιτακτική την ανάγκη επανα-κατασκευής μιας νέας επαγγελματικότητας, νέων κανόνων για την έκφραση της «αλήθειας της αρρώστιας», κατασκευής νέων κανόνων, ευκαιριών  και πλαισίων ακρόασης της οδύνης και της αρρώστιας, ανάγκη ολοκληρωμένων απαντήσεων απέναντι στις ανάγκες και τα αιτήματα επιβίωσης των αποκλεισμένων, εργασία καταλύτη μεταξύ κανόνων- υπηρεσιών-νέων αιτημάτων-δικαιωμάτων, νέων μορφών συμμετοχής και κοινωνικής ένταξης, αποτελεσματικότερη  διαχείριση των αντιστάσεων  και της σιωπής της πλειοψηφίας των ψυχιάτρων. Και ποια είναι η πραγματικότητα του στιγματισμού, των υπηρεσιών και των πόρων στην Αθήνα; Δόθηκαν κάποιες πολύ σημαντικές διευκρινίσεις που διασαφηνίζουν ότι επικρατεί η απαξίωση και ο στιγματισμός των αστέγων και περιθωριακών με προβλήματα ψυχικής υγείας στις υπηρεσίες πρόνοιας και τις υπηρεσίες Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας. Ακόμη, διευκρινίστηκε η δυσκολία συνέχειας της φροντίδας – υγειονομικής – ψυχιατρικής – κοινωνικής αυτών των ατόμων και η τεράστια ανεπάρκεια των υγειονομικών και κοινωνικών υπηρεσιών ως δυνατότητα απάντησης στις ειδικές και πολύπλοκες ανάγκες αυτών των πληθυσμών. Σε όλα αυτά, προστίθεται η έλλειψη στρατηγικού σχεδιασμού, συντονισμού των υπηρεσιών που υπάρχουν και αδυναμία συνέργειας και ανάδυσης νέων πόρων και δικτύων. Επίσης, παρατηρείται έλλειψη εξειδικευμένων υπηρεσιών (Κινητές Μονάδες Αστικού τύπου) ικανές να δίνουν ολοκληρωμένες απαντήσεις στις ανάγκες καθώς και δημοκρατικό δημοκρατικό έλλειμμα «Κοινωνίας πολιτών» και ενεργοποίηση ισχυρών δικτύων αλληλεγγύης και προστασίας. Η δήθεν («As if») προσέγγιση του προβλήματος μέχρι σήμερα από την πολιτεία οδήγησε σε απαντήσεις κατακερματισμένες και αναποτελεσματικές. Η εικόνα που έχουμε δεν είναι τίποτα παραπάνω από μια ελλιπή καταγραφή της πολυπλοκότητας του φαινομένου: άστεγοι, μετανάστες, «παράνομοι μετανάστες», μεταδοτικές ασθένειες, AIDS,  ψυχιατρική νοσηρότητα, συν-νοσηρότητα με σωματικές ασθένειες, ευάλωτοι παιδικοί πληθυσμοί, παραβατικότητα και εγκληματικότητα. Πρέπει να αντιληφθούμε ότι η κοινωνική οδύνη δεν κατανοείται με όρους ιατρικής – ψυχιατρικής νοσογραφίας, αλλά μόνο με όρους διεπιστημονικότητας και μίας νέας αφήγησης.

Ποιες απαντήσεις όμως πρέπει να δοθούν στις ανωτέρω ανάγκες; Σίγουρα πρέπει να διαχωρίσουμε το Γενικό Πλαίσιο από το Ειδικό. Το ένα συνίσταται στη φιλοσοφία της «συγκεκριμένης ουτοπίας» (utopie concrète) του Ε. Morin – ή ουτοπίας και ρεαλισμού ως σύνθεση για καινοτόμες πολιτικές και πράξη και νέα κοινωνικά κινήματα. Ακόμα, σε στρατηγικές που ενισχύουν την προσέγγιση της πολυπλοκότητας των προβλημάτων vs βιοϊατρικό μοντέλο. Εν τέλει καταλήγουμε σε μία βασική υπόθεση εργασίας: ότι σε κάθε κοινότητα υπάρχει – και σε εποχή κρίσης – μία τεράστια ποσότητα από ενέργειες, συλλογικότητες, δίκτυα, πόροι, τεχνολογίες, δεσμοί που μπορούν να μετουσιωθούν σε πολιτικές και δίκτυα απαντήσεων στις πολύπλοκες ανάγκες. Είναι γεγονός ότι κάθε υπηρεσία πρέπει να διαπραγματεύεται καθημερινά με ανάγκες, αιτήματα εκφρασμένα ή μη, αντιθέσεις, δικαιώματα, δίκτυα, αυταρχικές πολιτικές, αδιαφορία, διακρίσεις, κοινωνικό αποκλεισμό. Ενώ, η κοινότητα και το δίκτυο των υπηρεσιών πρέπει να παράγουν νόημα, ανθρωπιά, υποκειμενικότητα, έμπνευση, συμμετοχικότητα και ενδυνάμωση των χρηστών, νέα δίκτυα. Η αντίδραση πρέπει να είναι πολυ-επίπεδη ενάντια σε αυταρχικές πολιτικές και μηχανισμούς βίας και εξευτελισμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας των κοινωνικά αποκλεισμένων ώστε να δομηθούν δίκτυα δημοκρατικής αλληλεγγύης και προστασίας ατομικών δικαιωμάτων. Σημαντική επίσης, είναι η ενίσχυση της πολιτικής δημόσιας υγείας και η διεπιστημονική προσέγγιση του φαινομένου του κοινωνικού αποκλεισμού.

Στο ειδικό πλαίσιο απαντήσεων, θα τοποθετούσαμε την καταγραφή πόρων δημοσίου, ιδιωτικού, ιδιωτικού μη κερδοσκοπικού και φιλανθρωπικού τομέα, τις κινητές διακλαδικές διεπιστημονικές ομάδες ικανές να παράγουν ολοκληρωμένες απαντήσεις (κοινωνικές, υγείας, ψυχικής υγείας, οικονομικής επιβίωσης, δικτύωσης) και όχι λογική υποδοχής αιτημάτων αλλά δράσης σε πληθυσμούς στόχους στον αστικό χώρο (χώροι συνάντησης, καταφύγια, εγκαταλελειμμένα κτίρια). Απαντήσεις δίνει και η δικτύωση υπηρεσιών που ήδη υπάρχουν στο πλαίσιο ενός ολοκληρωμένου  στρατηγικού σχεδίου και επιμέρους επιχειρησιακών σχεδίων. Με αυτόν τον τρόπο, εξυπηρετούνται καλύτερα Στοχευμένες δράσεις ευαισθητοποίησης σε ειδικές ομάδες πληθυσμού (Τ. Α., εκπαίδευση, υγειονομικοί κ.λπ.) σε συνεργασία με καλές πρακτικές ενάντια στο στίγμα της ψυχικής νόσου. Παρ’ όλα αυτά είναι ανάγκη, η δημιουργία ενός νέου θεσμικού πλαισίου για την αναγνώριση και κατοχύρωση των δικαιωμάτων στην πράξη αυτών των «εφήμερων πολιτών» και η διενέργεια στοχευμένων εκπαιδευτικών προγραμμάτων για στελέχη υπηρεσιών υγείας, Π.Φ.Υ., ψυχικής υγείας, πρόνοιας με έμφαση στην ανάπτυξη δεξιοτήτων δικτύωσης και πολιτισμικής ικανότητας υποδοχής μεταναστών.

Εν κατακλείδι, οι νέες πολιτικές που πρέπει να εφαρμοστούν και οι κοινωνικές συμμαχίες που πρέπει να γίνουν, μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το περιθώριο της πόλης δεν είναι τόπος χωρίς νόημα αλλά όπως θα έλεγε και ο ανθρωπολόγος Α. Kleinman «Η σοφία, βρίσκεται στο περιθώριο».

 

Νέα του Blog

Το αδύνατο που έγινε δυνατό

20.02.2017 | Slider
Εμφανίσεις: 4191