Για μιαν ακόμη φορά το Δίκτυο «Αργώς», δηλαδή οι ιδιωτικοί «μη κερδοσκοπικοί» φορείς που ανέλαβαν κατ΄ αποκοπήν, με κρατική και κοινοτική χρηματοδότηση, να υλοποιήσουν ένα μέρος της μεταστέγασης των πρώην εγκλείστων των δημόσιων ψυχιατρείων σε οικοτροφεία, βρέθηκαν έξω από το Υπουργείο Υγείας εκλιπαρώντας για την καταβολή των χρεωστούμενων. Μια κινητοποίηση όχι των ανεξάρτητων σωματείων των εργαζομένων, αλλά των εργοδοτών.

Ο «εντολέας», αμέσως μόλις τέλειωσαν τα συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα, έπαψε να τηρεί τα υπεσχημένα. Και ο «ανάδοχος», αφού, όπως εξακολουθεί να διατυμπανίζει, συνετέλεσε στην κατά το δυνατόν «ταχεία απορρόφηση» των διατιθέμενων κοινοτικών κονδυλίων, μένει τώρα να «μαζεύει» (να διαχειρίζεται) τα συντρίμια.

Ποια ήταν η «ανάθεση»; Να μεταφέρουν ένα μέρος των ασθενών χρόνιας παραμονής των δημόσιων ψυχιατρείων σε οικοτροφεία που ιδρύονται από ιδιωτικές «μη κερδοσκοπικές» εταιρείες, με χρηματοδότηση που προέρχεται αποκλειστικά μέσω του κράτους. Περιφερικά, υπήρξαν και κάποιες επιδερμικές «κοινοτικές» δράσεις.

Ελάχιστες από αυτές τις εταιρείες είχαν «παρελθόν» (δηλαδή, μια ιστορία).Ολες, όμως, έλπιζαν σε ένα «μέλλον», μέσω χρηματοδοτήσεων, αρχικά από τα ευρωπαϊκά προγράμματα, εν συνεχεία από τα ασφαλιστικά ταμεία και εν τέλει - γιατί αυτό είναι το ζητούμενο - από την αυτοχρηματοδότηση μέσω μιας εκμετάλλευσης ιδιωτικού δικαίου κερδοσκοπικού χαρακτήρα.

Οσο κι΄ αν είναι «εκ γενετής» διάτρητος ο όρος ΜΚΟ, στην περίπτωση των εν λόγω φορέων η χρήση του ξεπερνά κάθε όριο εννοιολογικής διαστρέβλωσης, καθώς χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό του ακριβώς αντιθέτου του (αλλά και συμπληρωματικού του), δηλαδή, μιας «κυβερνητικής λειτουργίας» από φορείς - βραχίονες υλοποίησης της κρατικής πολιτικής

Γιατί το κράτος επέλεξε αυτή τη μαζική προσφυγή σε μορφώματα, τα οποία, από ένα σημείο και πέρα, όσο το Γ΄ ΚΠΣ πλησίαζε στη λήξη του, ξεπηδούσαν τα ένα πίσω από άλλο, σαν από το πουθενά, με όλο και πιο απόμακρη, έως καθόλου, σχέση με την ψυχική υγεία;

Γιατί αποτελούσαν, για ίδιο όφελος, το όχημα της ιδιωτικοποίησης των εργασιακών σχέσεων. Χωρίς αυτά, τα (εσκεμμένα) θνησιγενή κατασκευάσματα, θα ήταν αδύνατο για το κράτος να δημιουργήσει στο χώρο της ψυχικής υγείας επισφαλείς, προσωρινές και κακοπληρωμένες θέσεις εργασίας. Χωρίς αυτή τη συνθήκη, της πρόσληψης μέσω ενός ενδιάμεσου «επιχειρηματία», θα ήταν αδύνατο για το κράτος να προχωράει τώρα σε τόσο δραστικές περικοπές, αδιαφορώντας αν εκατοντάδες εργαζόμενοι δεν πληρώνονται για μήνες ολόκληρους. Χωρίς αυτές τις σχέσεις εργασίας θα ήταν αδύνατες οι απολύσεις, ο εξαναγκασμός σε παραίτηση, η προϊούσα (και επιδιωκόμενη) μείωση του προσωπικού.

Αλλά αυτή είναι και η συνθήκη που συντελεί στη μετατροπή των εργαζομένων στα ιδιωτικά οικοτροφεία σε όμηρους των «αναδόχων», δηλαδή, των αφεντικών των εταιρειών, τα οποία προσπαθούν να αξιοποιήσουν την απελπισία τους και την ανάγκη ν΄ αγωνιστούν για τα δικαιώματά τους, για δικό τους όφελος. Όλοι οι εργαζόμενοι στο χώρο των ιδιωτικών «μη κερδοσκοπικών» εταιρειών είχαν, στο ένα ή στον άλλο βαθμό, την εμπειρία από τη συμπεριφορά εργοδοτών ως προς το πώς διέθεταν τα όποια κονδύλια κατάφερναν εν τέλει να αποσπάσουν από το κράτος: η τελευταία προτεραιότητα ήταν πάντα η ποιότητα ζωής των ενοίκων των δομών και οι μισθοί των εργαζομένων. Ολοι είχαν εμπειρία από εκβιασμούς και αρκετοί από απολύσεις.

Μήπως οι «μη κερδοσκοπικές» ήταν καθ΄ οιονδήποτε τρόπο φορείς ενός εναλλακτικού παραδείγματος άσκησης της ψυχιατρικής φροντίδας, το οποίο δεν μπορούσαν (ας δεχτούμε) να υλοποιήσουν στο δημόσιο και κατέφυγαν στον ιδιωτικό τομέα για να έχουν την άνεση της ανέλιξης του νέου «επιστημονικού παραδείγματος», ή έστω "μοντέλου", το οποίο υποτίθεται ότι κάποιοι εξ αυτών ευαγγελίζονταν;

Αν υπήρχε ένας στοιχειωδώς εναλλακτικός λόγος, δεν θα επέσειαν ως απειλητική συνέπεια της μη χρηματοδότησης τους «κινδύνους για τις οικογένειες και το κοινωνικό σύνολο». Δεν θα χρησιμοποιούσαν φράσεις όπως, «επανεισαγωγή στα ψυχιατρεία των ενοίκων τους με ακούσιες νοσηλείες». Αραγε συμφωνούν όλοι οι «ανάδοχοι» των κρατικών αυτών προγραμμάτων με αυτό το «πνεύμα»; Κι αν κάποιοι διαφωνούν, πώς συνυπογράφουν, πώς εμφανίζονται από κοινού μ΄ αυτό το μεσαιωνικό τρόπο σκέψης, μ΄ αυτή την κουλτούρα του ψυχοπάζαρου της δήθεν αποασυλοποίησης;

Τι Δίκτυο «Μεταρρύθμισης» είναι αυτό, όπου στα διάφορα οικοτροφείων του (όπως έχει διαπιστώσει και καταγράψει η Επιτροπή για την Προστασία των Δικαιωμάτων των Ψυχικά Πασχόντων) υπάρχουν ενίοτε δωμάτια απομόνωσης με σιδερένιες πόρτες, συνήθως οι εξώπορτες είναι κλειδωμένες, σε πολλά οι ένοικοι καθηλώνονται κατά κόρον και παρακολουθούνται με κάμερες όχι μόνο όταν είναι δεμένοι, αλλά και όταν κάθονται στο σαλόνι και όπου η ποιότητα και η κουλτούρα που διέπει τη λειτουργία τους αναπαράγει το άσυλο στις χειρότερες εκδοχές του; Πώς, αν κάποιοι διαφωνούν με αυτά (τα αναμφισβήτητα, που, φυσικά, συμβαίνουν και σε μεγάλο μέρος του δημόσιου τομέα), μπορούν να κάνουν κοινό μέτωπο και ν΄ αγωνίζονται για τη χρηματοδότηση των εμπόρων της «μεταρρύθμισης»;

Το ερώτημα είναι γιατί, αν κάποιοι (ιδιαίτερα οι μεταγενέστερες «αναθέσεις», αλλά και πολλών εκ των προγενέστερων μη εξαιρουμένων) είναι κυρίως «έμποροι της μεταρρύθμισης», εξακολουθούν να συνεχίζουν με όλη αυτή τη δυσκολία - την υποχρηματοδότηση κλπ. Αν, δηλαδή, δεν «βγαίνει» το προσδοκόμενο κέρδος (όπως στη φάση της συγχρηματοδότησης);

Κι΄ από την άλλη, το Υπουργείο, που διαρκώς και δημαγωγικά κατηγορεί τους «ενδιάμεσους εργοδότες» για σκάνδαλα, για διαφθορά κλπ, με στοιχεία που, όπως λέει, έχει από τους ελέγχους που έχει κάνει, γιατί δεν τους αποκαλύπτει; Γιατί δέχεται να συνεργάζεται με φορείς που, όπως λέει, είναι αναξιόπιστοι και «διαθέτουν αλλού», σε «άλλες προτεραιότητες», τα λεφτά, αντί να πληρώνουν έγκαιρα τους εργαζόμενους και να εξασφαλίζουν την ποιότητα ζωής στους ενοίκους τους; Γιατί, δηλαδή, τους καταγγέλλει ως αναξιόπιστους και ταυτόχρονα τους διατηρεί, συνεχίζοντας να τους απαξιώνει και να μη τους «πληρώνει», κάνοντάς τους ακόμα πιο αναξιόπιστους;

Γιατί το κράτος υπονομεύει το ίδιο το δικό του εγχείρημα των «μη κερδοσκοπικών»; Δεν είναι μόνο η δραστική περιστολή των κοινωνικών δαπανών, που τώρα, με τις συνέπειες της χρηματοπιστωτικής και γενικότερης οικονομικής κρίσης, θα γίνει ακόμα εντονότερη. Είναι ότι ακριβώς εξαιτίας αυτής της κρίσης, προωθείται με ακόμα μεγαλύτερη ένταση η διαδικασία της ιδιωτικοποίησης, πέρα από το στάδιο των «μη κερδοσκοπικών» (που εξυπηρέτησαν με το αζημίωτο οι εν λόγω «ανάδοχοι»), στο στάδιο των ακραιφνώς κερδοσκοπικών, που, ούτως ή άλλως, προβλέπονται για τις δομές της ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης από το νόμο 2716/99.

Εκεί οδηγεί η πολιτική του Υπουργείου, εκεί αποβλέπουν πολλοί εκ των συμμετεχόντων στο «παιχνίδι» ιδιοκτήτες εταιρειών. Το πέρασμα στην πληρωμή από τα ασφαλιστικά ταμεία φαίνεται ότι θα είναι ένα ενδιάμεσο στάδιο και μέρος της μελλοντικής επιχειρηματικής τους δραστηριότητας, καθώς λήγει η προθεσμία της δεκαετούς υποχρέωσης του κράτους να «συντηρήσει» τις δομές αυτές και η επιβίωσή τους θα εξαρτηθεί από το βαθμό στον οποίο θα μπορούν να εξασφαλίσουν τα μέσα της αυτοσυντήρησης και αναπαραγωγής τους.

Αντίθετα με ό,τι κραυγάζουν δημαγωγώντας οι ιδιοκτήτες των εταιρειών, το μέλλον που προετοιμάζεται στους ασθενείς δεν είναι τόσο η «επιστροφή τους στα ψυχιατρεία» (τουλάχιστον στο προβλεπτό μέλλον), όσο η πλήρης εμπορευματοποίηση της φροντίδας τους, όπως έχει συμβεί και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες που «προηγήθηκαν», με όλες τις συνέπειες για τις ταξικές διακρίσεις και το μοντέλο της φροντίδας που επιφυλάσσεται για τα άτομα τα πιο φτωχά και με τις πιο πολύπλοκες ανάγκες - αυτά των οποίων η ανθρώπινη και θεραπευτική μεταχείριση και η διασφάλιση των δικαιωμάτων τους απαιτεί τη διάθεση επαρκών ποσοτικών και ποιοτικών πόρων.

Μια ιδέα αυτής της φροντίδας πήραμε με την πρακτική που ήδη ασκείται σε μεγάλο μέρος του ιδιωτικού (αλλά και του δημόσιου) τομέα στο χώρο της «αποκατάστασης» - και εδώ, δυστυχώς, περιορίζεται η όλη «καινοτομία» για την οποία επαίρεται και με την οποία προικοδοτεί το μέλλον ο ιδιωτικός «μη κερδοσκοπικός» τομέας ως όλον : περιφερική, επιπολής και κατ΄ εφαπτομένην σχέση με την πραγματικότητα των αναγκών, επιλογή, απόρριψη, θεραπευτική και κοινωνική εγκατάλειψη, περιοριστικά μέτρα, κάμερες, δέσιμο και απομόνωση - με παροχή εξωραϊσμένων χώρων για όσους έχουν να πληρώσουν.

Το εγχείρημα των ιδιωτικών «μη κερδοσκοπικών» εταιρειών δεν ήταν κατ΄ ουδένα τρόπο «η ψυχιατρική μεταρρύθμιση» που, τώρα, «απαξιώνεται από το κράτος», αλλά η ενσάρκωση της αποτυχίας της μεταρρύθμισης, το πιο υψηλό σημείο ενός συνολικά αποτυχημένου εγχειρήματος. Δεν παρήγαγε παρά ανασφάλεια και κακή ποιότητα για τους ενοίκους των περισσότερων δομών και επισφαλείς και κακοπληρωμένες σχέσεις εργασίας για τους λειτουργούς.

Η κύρια ευθύνη είναι, φυσικά, στο κράτος και τις κυβερνήσεις που διαχειρίστηκαν τη λεγόμενη μεταρρύθμιση επί 25 χρόνια. Δεν είναι, όμως, άμοιρη ευθυνών και η «συμμαχία των προθύμων» αυτής της πολιτικής.

Η λύση δεν είναι στην απεγνωσμένη επιβίωση του αποτυχημένου εγχειρήματος, αλλά στην άμεση δημοσιοποίηση όλων των στεγαστικών δομών του ιδιωτικού «μη κερδοσκοπικού» τομέα, με την αυτονόητη διασφάλιση επαρκούς, καλά αμειβόμενου και σωστά εκπαιδευμένου προσωπικού, που θα λειτουργεί σε λογικές πραγματικής αποιδρυματοποίησης και ελευθερίας - το ίδιο όπως απαιτείται και για τις υπάρχουσες υπηρεσίες του δημόσιου τομέα.

Δημοσιοποίηση, εν προκειμένω, δεν σημαίνει την αναπαραγωγή της οφθαλμοφανούς και από κάθε άποψη χρεοκοπίας του δημόσιου τομέα (συχνά θεραπαινίδας του ιδιωτικού), αλλά τη διασφάλιση στοιχειωδών δικαιωμάτων, όπως είναι η (κατασυκοφαντημένη από το νεοφιλελεύθερο συρφετό) μονιμότητα της θέσης εργασίας και η κανονική καταβολή του μισθού των εργαζομένων - κάτι που και στον ίδιο το δημόσιο τομέα έχει αρχίσει να αμφισβητείται.

Δημοσιοποίηση, δηλαδή, ως μια στιγμή ενός κοινού αγώνα στο δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων, ποιότητα ζωής και θεραπευτικής σχέσης ασθενών και λειτουργών, για τον έλεγχο διαδικασιών, λειτουργιών και χώρων από τους ίδιους τους λειτουργούς και τους «λήπτες» των υπηρεσιών, για την οικοδόμηση ενός κινήματος με όλη την κοινωνία, με λογικές χειραφέτησης και όχι εγκλεισμού/αποκλεισμού, εμπορευματοποίησης και κοινωνικού ελέγχου.


ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΗ ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ
25 Νοεμβρίου 2008

Ανακοίνωση της Πανελλαδικής Συσπείρωσης για την Ψυχιατρική μεταρρύθμιση - Τετραδίων Ψυχιατρικής για την αντιμεταρρύθμιση που είναι προ των πυλών.

 

     Ακριβώς όπως ένας βάλτος που χρονίζει, έτσι και το παρατεινόμενο τέλμα της «ψυχιατρικής μεταρρύθμισης», που βαθαίνει τα τελευταία χρόνια, δεν περιορίζεται στα πολλαπλά βραχυκυκλώματα που απορυθμίζουν το σύστημα των υπηρεσιών ψυχικής υγείας, αλλά φαίνεται ότι έχει φτάσει στη στιγμή να γεννήσει τέρατα.

     Τα ράντζα σε όλες τις μονάδες ψυχιατρικής νοσηλείας, το ποσοστό των αναγκαστικών νοσηλειών που ξεπερνά τα δύο τρίτα του συνόλου των εισαγωγών, καθώς και αυτό των επανεισαγωγών, που ανέρχεται σε 40-50% των συνόλου των εισαγωγών, αποτελούν αδιάψευστους μάρτυρες των αδιεξόδων και του τέλματος στο οποίο έχει βουλιάξει το σύστημα της ψυχικής υγείας. Οσο περισσότερο αποδεικνύεται ψευδεπίγραφη και βαλτώνει η «μεταρρύθμιση», τόσο περισσότερο βαθαίνει η απορύθμιση, η ιδιωτικοποίηση και η εμπορευματοποίηση της ψυχικής υγείας - και τόσο περισσότερο συγκροτείται επιθετικά μια σκληρή αντιμεταρρύθμιση.

     Αν και κανείς από τους σημερινούς ιθύνοντες δεν βγήκε να ενημερώσει τους άμεσα ενδιαφερόμενους για τα εν κρυπτώ τεκταινόμενα, ορισμένες διαρροές από τα μυστικοδιαβούλια δεν μπορούν και δεν πρέπει ν΄ αφήσουν κανένα να εφησυχάζει.

     Εγινε γνωστό ότι, πρώτον, το ΚΕΣΥ (Κεντρικό Συμβούλιο Υγείας) έκανε δεκτή (στην 204η Ολομέλειά του, 21/9/06) εισήγηση της Επιτροπής Ψυχικής Υγείας (ΕΨΥ) της 13/4/06 σύμφωνα με την οποία, καταργούνται οι ΤΕΨΥ (Τομεακές Επιτροπές Ψυχικής Υγείας), με ταυτόχρονη τροποποίηση του νόμου 2716/99 για την ψυχική υγεία και αντικαθίστανται από «τριμελείς συμβουλευτικές επιτροπές ψυχικής υγείας», που θ΄ αποτελούνται από έναν εκπρόσωπο του ΕΣΥ, έναν ιδιώτη ψυχίατρο και έναν εκπρόσωπο των ιδιωτικών κλινικών». Σε μια μεταγενέστερη απόφαση της Επιτροπής Ψυχικής Υγείας (μετά από διαμαρτυρία μέλους της για τον τρόπο καταγραφής των πρακτικών της συνεδρίασης που πήρε την ως άνω απόφαση), γίνεται μια μικρή «διορθωτική» κίνηση και προστίθεται ένας εκπρόσωπος των ΜΚΟ (μη κυβερνητικών οργανώσεων) εναλλακτικά προς τον ιδιώτη ψυχίατρο.

     Αν και στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, οι ΤΕΨΥ αλλού υπολειτούργησαν και αλλού (όπως στο λεκανοπέδιο) δεν λειτούργησαν μέχρι τώρα καθόλου (στο πλαίσιο μιας μηδέποτε εφαρμοσθείσης Τομεοποίησης), η πρόταση αυτή της ΕΨΥ (και ακολούθως εισήγηση του ΚΕΣΥ προς τον Υπουργό για να γίνει νόμος) είναι άκρως ενδεικτική για το «πού το πάνε». Αντί στην ποιοτική αναβάθμιση και ενίσχυση του συστήματος των δημόσιων υπηρεσιών, στην πλήρη απεξάρθρωση και διάλυσή του, στο όνομα μιας άγριας ιδιωτικοποίησης.

     Δεύτερον, σύμφωνα με την ίδια απόφαση του ΚΕΣΥ (21/9/06) και μετά από εισήγηση της ΕΨΥ, αναστέλλεται επισήμως η (μηδέποτε πραγματικά επιδιωχθείσα) ίδρυση Κέντρων Ψυχικής Υγείας (ΚΨΥ) -- με την ένταξή τους στα Αστικά Κέντρα Υγείας  βασικών κόμβων για την οργάνωση μιας εναλλακτικής στο νοσοκομειοκεντρικό μοντέλο κοινοτικής παρέμβασης

     Ηδη κυκλοφόρησαν και οι πρώτες αποφάσεις, υπογεγραμμένες από τον Υπουργό Υγείας Δ. Αβραμόπουλο, σύμφωνα με τις οποίες συστήνονται θέσεις ψυχιάτρου, παιδοψυχιάτρου, ψυχολόγου και κοινωνικού λειτουργού στα Αστικά Κέντρα Υγείας Αττικής, Θεσσαλίας και Θεσσαλονίκης. Ετσι η κυβέρνηση «εκπληρώνει το καθήκον της» απέναντι στην κοινοτική ψυχιατρική φροντίδα, συρρικνώνοντας και εκφυλίζοντάς την σε παράρτημα των (ούτως ή άλλως, ελάχιστων) Κέντρων Υγείας - σε μια λογική εξωτερικού ιατρείου και αναπαραγωγής, ως εκ τούτου, του νοσοκομειοκεντρικού μοντέλου και της «περιστρεφόμενης πόρτας».

     Τρίτον, στην ίδια, ως άνω, απόφαση του ΚΕΣΥ έχουμε μιαν εντελώς κακέκτυπη μεταφορά  του βρετανικού μοντέλου, με τρόπο που, ενίοτε, ακόμα και η ονομασία των μονάδων που προτείνεται να ιδρυθούν, σερβίρεται στα αγγλικά (πχ, οι "μονάδες οξέων" ως psychiatric intensive care units). Σχεδιάζεται εδώ η δημιουργία μονάδων «μέσης ασφάλειας (κλειστές)», κατά το πρότυπο, προφανώς, των βρετανικών medium security units, δικαστικά ψυχιατρεία «υψηλής ασφάλειας», κατά το πρότυπο των high security units, «κλινικές δυσίατων περιστατικών», «κλινικές μακράς νοσηλείας εντός του νοσοκομείου» για τα οργανικά ψυχοσύνδρομα και τα γηροψυχιατρικά περιστατικά, ενώ δεν παραλείπεται και το περιτύλιγμα «με ολίγη» από «κλινική ημέρας, κέντρο ημέρας και κοινωνικές δράσεις». Όπως είναι ευνόητο, ως εκ των ανωτέρω, «οι ιδιωτικές κλινικές εμπλέκονται ιδίως στις αναγκαστικές νοσηλείες» (με όλους τους κινδύνους που αυτό εγκυμονεί για αθέμιτες συναλλαγές μεταξύ κλινικαρχών και οικογενειών ή «ενδιαφερόμενων τρίτων» εις βάρος των ασθενών).

     Είναι χαρακτηριστικό ότι η απόφαση του ΚΕΣΥ μιλάει για «ειδικές ψυχιατρικές υπηρεσίες», σε μια λογική χρόνιου, προφανώς, εγκλεισμού των ασθενών με τα πιο σοβαρά λειτουργικά προβλήματα, τους οποίους χαρακτηρίζει ως «δυσίατους» (αποφεύγοντας τον πιο χτυπητό και δυσφημισμένο όρο «ανίατους»). Είναι, επίσης, χαρακτηριστικό των προθέσεων (δηλαδή, του μεσαιωνικού αναχρονισμού, στον οποίο επιχειρούν να οδηγήσουν την κατάσταση στο χώρο της ψυχικής υγείας) ότι μιλούν για τη «δημιουργία πέντε Δικτύων Ειδικών Ψυχιατρικών Υπηρεσιών με χρήση όπως οι υπάρχουσες δομές των παλαιών Ψυχιατρικών Νοσοκομείων, με δύναμη ανάλογη των αποτελεσμάτων της επιδημιολογικής μελέτης» (υπογρ. δική μας). Προφανώς, το ότι προτείνεται η «κατάθεση νέων Οργανισμών των Ψυχιατρικών νοσοκομείων (όπως αυτός του ΨΝΘ)» -- δεν είναι παρά το «κερασάκι στην τούρτα» της παλαιο-ιδρυματικής παλινδρόμησης. δηλαδή, η διαιώνιση των ψυχιατρείων

     Η Πανελλαδική Συσπείρωση θεωρεί ότι κανένας λειτουργός ψυχικής υγείας δεν πρέπει να μείνει αδιάφορος μπροστά σ΄ αυτές τις κινήσεις. Μ΄ αυτές επιδιώκεται η δημιουργία ενός κλειστού συστήματος στη λογική ενός διαβαθμισμένου ιδρυματικού εγκλεισμού (φυλακτικού τύπου μονάδες ποικίλου βαθμού ασφαλείας, στα πρότυπα της τρομολαγνικής αναδιάρθρωσης του σύγχρονου κράτους), ως του βασικού κορμού, που θα διανθίζεται από διάσπαρτες ψευδο-κοινοτικές υπηρεσίες, παραδομένες στους ιδιώτες.

     Καλούμε όλους τους λειτουργούς ψυχικής υγείας, όλους τους χρήστες των υπηρεσιών, τις οικογένειες, όλες τις κινήσεις για τα ατομικά, πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα, όλους όσους μάχονται ενάντια στη συρρίκνωση του κράτους πρόνοιας, ενάντια στην απαξίωση, τον αποκλεισμό και τον εγκλεισμό του «διαφορετικού», ενάντια στον κοινωνικό και τον κρατικό ρατσισμό, να οργανώσουμε από κοινού την αντίσταση για την απόκρουση αυτών των σχεδίων, στην κατεύθυνση της αμοιβαίας χειραφέτησης λειτουργών και χρηστών των υπηρεσιών.

 

27 Ιουνίου 2007

Πανελλαδική Συσπείρωση

για την

Ψυχιατρική Μεταρρύθμιση

Τετράδια Ψυχιατρικής

 

Νέα του Blog

Το αδύνατο που έγινε δυνατό

20.02.2017 | Slider
Εμφανίσεις: 4157