29 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2013: 33 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ
ΦΡΑΝΚΟ ΜΠΑΖΑΛΙΑ
του Peppe Dell’ Acqua
από το http://www.news-forumsalutementale.it/
Το απόγευμα της 29ης Αυγούστου 1980 πέθανε ο Φράνκο Μπαζάλια.
Τα ερωτήματα, οι ιδέες και οι πρακτικές που συνόδεψαν την είσοδο του Φράνκο Μπαζάλια στο ψυχιατρείο της Γκορίτζια, αποτέλεσαν το σημείο εκκίνησης, από τις αρχές της δεκαετίας του 60, μιας περιόδου εκπληκτικών και αδιανόητων μέχρι τότε αλλαγών. Ηταν το 1968 όταν η κυβέρνηση της κεντροαριστεράς, κάτω από την ώθηση της εμπειρίας στην Γκορίτζια, πέρασε ένα νόμο με τον οποίο εξομοίωνε το ψυχιατρείο με το Γενικό Νοσοκομείο, βάζοντας σε κίνηση μια διαδικασία ριζικού μετασχηματισμού που θα ολοκληρωθεί δέκα χρόνια αργότερα με το νόμο 180. Οι μετασχηματισμοί, θεσμικοί, ηθικοί, πολιτισμικοί, υποστηρίχτηκαν από αυστηρές επιλογές στο πεδίο της δράσης και από συγκεκριμένες πρακτικές. Οι ανοιχτές πόρτες, η επανάκτηση του λόγου (από τους ασθενείς), η είσοδος στον πραγματικό κόσμο, εμψύχωναν την υπομονετική «μακρά πορεία διαμέσου των θεσμών», που αυτό το άνοιγμα είχε με θορυβώδη τρόπο θέσει σε κίνηση. Όταν ο Μπαζάλια μπήκε για πρώτη φορά στο ψυχιατρείο της Γκορίτζια, αυτό από το οποίο εξεπλάγη, ήταν, πάνω απ΄ όλα, η απουσία του άλλου. Οι έγκλειστοι ήταν 400. Τα πρόσωπα, τα υποκείμενα, οι σχέσεις δεν υπήρχαν πια. Μια έρημος: αντικείμενα, απουσίες, αρνήσεις. Μπροστά σ΄ αυτή τη βία, σ΄ αυτή την απερίγραπτη φρίκη, αναγκάζεται, με αγωνία, ν΄ αναρωτηθεί : «τι είναι η ψυχιατρική;». Από εδώ και η επείγουσα ανάγκη για κριτική των δήθεν «επιστημονικών» θεμελίων της ψυχιατρικής, η αμετάστρεπτη ρήξη με το μοντέλο του ψυχιατρείου. Υστερα από σχεδόν διακόσια χρόνια, για πρώτη φορά από την γέννησή του, η κουλτούρα και οι πρακτικές του ψυχιατρείου αγγίζονται στις ρίζες τους. Μια ανατροπή που είναι πλέον αμετάστρεπτη : «ο άρρωστος και όχι η αρρώστια». Ο νόμος 180, που θα έλθει το 1978, δεν είναι τίποτα άλλο από αυτό: το τέλος μιας ειδικής νομοθεσίας. Ο έγκλειστος, ο ψυχικά ασθενής είναι ένας πολίτης στον οποίο το κράτος πρέπει να εγγυηθεί και να κάνει διαθέσιμα τα θεμελιώδη συνταγματικά του δικαιώματα, ένα πρόσωπο του οποίου η αξιοπρέπεια πρέπει ν΄ αποτελεί μιαν απόλυτη αξία, ένα υποκείμενο μοναδικό που απαιτεί ακρόαση, φροντίδα και προσοχή εξίσου μοναδική. Από εδώ και η αβέβαιη, γεμάτη ερωτηματικά, πορεία, η ανάγκη μιας κριτικής σκέψης, η απόρριψη των αναντίρρητων και κατασταλτικών βεβαιοτήτων της ψυχιατρικής. Από εδώ και η τραχιά πορεία και οι συγκρούσεις που ακόμα σήμερα πρέπει ν΄ αντιμετωπίσουμε και που ποτέ δεν θα μας εγκαταλείψουν. Από εδώ και ένας άνεμος ανανέωσης που φυσά σε κάθε γωνιά του κόσμου. Και οι ενθουσιαστικές αποκαλύψεις που τα άτομα με εμπειρία ψυχικής διαταραχής συνεχίζουν να κάνουν με θαυμαστό τρόπο.
*Θα πρέπει εδώ να τονιστεί ότι το πρόβλημα των ψυχιατρικών νοσοκομείων θα πρέπει να συμπεριληφθεί μέσα στο γενικότερο πλαίσιο του ιδρυματισμού στην Ευρώπη και των αποκλεισμένων πληθυσμιακών ομάδων που εισάγονται σε διάφορα ιδρύματα, όπως, π.χ, τα ιδρύματα για παιδιά, για άτομα με σωματικές και διανοητικές αναπηρίες, για ηλικιωμένους με χρόνια νοσήματα, αλλά και κοινωνικά ιδρύματα που προσφέρουν καταφύγιο αλλά υπό συνθήκες στέρησης της ελευθερίας και με πολύ χαμηλό επίπεδο ποιότητας φροντίδας. ΄Ολα αυτά τα ιδρύματα (με χαρακτηριστικά ταυτόσημα των ολοπαγών ιδρυμάτων, όπως τα ψυχιατρεία) καταναλώνουν πόρους για μια οργάνωση φροντίδας και περίθαλψης, εντός της οποίας και μέσω της οποίας, οι ομάδες και τα άτομα που είναι έγκλειστα, πτωχεύουν προοδευτικά, στερούμενα δυνατοτήτων και στηριγμάτων για την κοινωνικής επανένταξή τους. Η αναφορά αυτή στις λεγόμενες προνοιακές δομές κοκ, έχει τη σημασία της σε μια συζήτηση για το μέλλον του ψυχιατρείου καθώς, αυτή τη στιγμή, ολόκληρος αυτός ο τομέας είναι υπό κατάρρευση λόγω δραστικής μείωσης της χρηματοδότησης και απειλείται με κλείσιμο των δομών του - η απάντηση του μνημονιακού νεοφιλελευθερισμού στις δυσλειτουργίες των ιδρυμάτων. Είναι η ύπαρξή τους ως τέτοια και το όποιο κόστος που προκαλούν στον προϋπολογισμό (σε σχέση και με την απαξίωση των ομάδων αυτών από τις κρατούσες πολιτικές), το ελάχιστο αυτό κόστος, που πρέπει να περικοπεί και ουδόλως πρόκειται για μια πολιτική που ενδιαφέρεται (σχεδιάζει, αναδιοργανώνει, προγραμματίζει) για την διασφάλιση της εύρυθμης και ποιοτικής φροντίδα που θα έπρεπε να παρέχουν, τον δημόσιο χαρακτήρα τους (που δεν υπάρχει) και που θα αντιμετώπιζε τις δυσλειτουργίες και τις όποιες ιδρυματικές πρακτικές που προκύπτουν από την άλλοτε άλλου βαθμού ολοπαγή λειτουργία τους.
Δεκέμβριος 2011
Θ. Μεγαλοοικονόμου