Του Σταύρου Κιολέογλου - Αναδημοσίευση από τον ΗΜΙΟΡΟΦΟ

 

Στην ηλεκτρονική έκδοση και στη στήλη “Επιστήμες” της γνωστής ιταλικής εφημερίδας La Repubblica διαβάζουμε (το άρθρο συντάχτηκε στις 13 Οκτωβρίου) τη νιοστή “ανακάλυψη” των νευροεπιστημών, ανακαλύψεις που τα τελευταία χρόνια πλασάρονται με το κιλό: «Αποκαλύφθηκαν οι βάσεις της κοινωνικότητας», μάς προϊδεάζει θορυβωδώς ο τίτλος του άρθρου. «Ο αδιάσπαστος δεσμός της φιλίας φωτογραφημένος στον εγκέφαλο. Ο μηχανισμός λειτουργεί πάνω-κάτω έτσι: ενώπιον κάποιου φίλου, ακόμα και εκείνου που είναι πιο διαφορετικός από εμάς, ένας μέρος του εγκεφάλου “φωτίζεται” και είναι περισσότερο έτοιμο να ταυτιστεί για να κατανοήσει τα συναισθήματα και τις πράξεις του άλλου. Η ενεργοποίηση της φαιάς ύλης, τελικά, δεν οφείλετε στην ομοιότητα σε γούστα και ενδιαφέροντα αλλά μάλλον στις συμμερισμένες εμπειρίες του παρελθόντος, καλές ή κακές. Αυτά είναι τα συμπεράσματα μιας μελέτης του Πανεπιστήμιου του Χάρβαρντ πάνω στις νευρωνικές διαδικασίες που ρυθμίζουν τις κοινωνικές σχέσεις και τον τρόπο συσχέτισής μας με τους άλλους. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα που δημοσιεύτηκαν στο Journal of Neuroscience, είναι η παρουσία μιας ήδη οικοδομημένης σχέσης που είναι ικανή να ενεργοποιήσει τους νευρώνες πολύ περισσότερο από όσο ενεργοποιούνται ενώπιον ενός αγνώστου, ακόμα και αν αυτός μάς μοιάζει πολύ. Οι λόγοι αυτής της “αξιακής νευρωνικής σκάλας”, υποδεικνύουν οι ερευνητές, μπορεί να είναι το φρούτο της εξέλιξης του πιο ξεχωριστού χαρακτηριστικού του ανθρώπου, όπως ήδη υποστήριζε ο καλός, παλιός Αριστοτέλης: της κοινωνικότητάς του». Και το άρθρο συνεχίζει: «Μέχρι σήμερα έχει παρατηρηθεί πως στον άνθρωπο, όπως στα πρωτεύοντα και στα τρωκτικά, η ζώνη που είναι η πιο άμεσα συνδεδεμένη στην επεξεργασία των κοινωνικών συμπεριφορών είναι εκείνη του μέσου εμπρόσθιου φλοιού. Βλάβες σε αυτό το μέρος του εγκεφάλου, μάλιστα, συχνά συνοδεύονται με δυσκολία κατανόησης των βασικών κανόνων της αλληλεπίδρασης».

Το παρόν άρθρο της ιταλικής εφημερίδας “La Repubblica” αποτελεί τη νιοστή πικρή επιβεβαίωση του ανορθολογικού περιεχομένου του αστικού ρασιοναλισμού και των βαθιών διαστρεβλώσεων ιδεολογικού χαρακτήρα (τόσο βαθιών που καταφέρνουν και περνούν χωρίς ν' αφήνουν το ίχνος τους, επενδυμένες με το μανδύα της “φυσικότητας” ) που μπορούν να αποκτήσουν οι επιστήμες ως προϊόντα και ως sine qua non όροι του ταξικού ανταγωνισμού. Η ταχεία και αλματώδης ανάπτυξη των νευροεπιστημών με τις νευροαπεικονίσεις (PET, SPECT, FMRI κτλ...) δεν επέφερε και δε δύναται, από μόνη της, να επιφέρει καμία ουσιαστική αλλαγή στη μέθοδο και τη σύλληψη του ζητήματος των ψυχικών διαδικασιών και για το πως αυτές πραγματοποιούνται εντός του εγκεφάλου. Η μέθοδος των νευροεπιστημών και της λεγόμενης γνωστικής ψυχολογίας (cognitive science) δεν καθορίζει μονάχα τη σύλληψη του εγκεφάλου ως “παραγωγού σκέψης” αλλά και η ίδια η μέθοδος, ταυτοχρόνως, καθορίζεται από αυτή τη σύλληψη θυμίζοντας όλο και περισσότερο τους περιβόητους φρενολογικούς χάρτες του Gall. Ο εγκέφαλος, προφανώς, είναι το υλικό όργανο της σκέψης αλλά αυτή η αλήθεια, πολύ φτωχή σε πραγματικό περιεχόμενο, συνιστά αυτό που ο Χέγκελ θα ονόμαζε “αφηρημένη γενικότητα”, αφού δεν περιέχει τίποτα το ιδιαίτερα επιστημονικό και δεν εξηγεί εξίσου τίποτα εκτός του άμεσα προφανούς.

Στις μέρες μας, η μέθοδος του Gall, που “εντόπιζε” σε συγκεκριμένες περιοχές του εγκεφαλικού φλοιού τις ψυχικές διαδικασίες, κάθε άλλο παρά έχει εγκαταλειφθεί: η φρενολογία έγινε hi-tec και τα εξογκώματα στην εσωτερική επιφάνεια της κρανιακής κοιλότητας, δήθεν προερχόμενα από την “ωρίμανση” των “ψυχικών λειτουργιών”, παραχώρησαν τη θέση τους στην κατανάλωση του οξυγόνου και της γλυκόζης που, όντως αυτή τη φορά, πραγματοποιείται στο εσωτερικό του εγκεφάλου. Η συντριπτική πλειοψηφία των επιστημόνων που ασχολείται με τις γνωστικές νευροεπιστήμες φαίνεται πεπεισμένη από την παραπλανητική αμεσότητα της εμφάνισης των γεγονότων: οι νευρώνες και τα πολύπλοκα συστήματά τους παράγουν τη σκέψη και οι “ψυχικές λειτουργίες” αναδύονται από την ανάπτυξη νευρωνικών δικτύων λιγότερο ή περισσότερο πολυσύνθετων. Τα επεξηγητικά και εκλαϊκευτικά παραδείγματα εμφανίζονται σχεδόν πειστικά: “έτσι όπως τα κύτταρα του μυοκαρδίου και η δραστηριότητά τους είναι υπεύθυνα για την αρτηριακή πίεση, έτσι και τα νευρικά κύτταρα, οι νευρώνες, είναι υπεύθυνα για την ανθρώπινη σκέψη”. (από την παρέμβαση του Giovanni Berlucchi, αποκαλούμενου και “πατέρα” των “ιταλικών” νευροεπιστημών στο συνέδριο της Νευροηθικής που διεξήχθη στην Padova στις 5 με 7 Μαΐου του 2010).

Μόνο που τα πράγματα δεν είναι καθόλου έτσι όπως υποστηρίζει ο αξιότιμος καθηγητής. Η καρδιά μας “αντλεί” αίμα και τα μυοκαρδιοκύτταρα έχουν μια συγκεκριμένη λειτουργία και μια αντίστοιχη μορφή, μια μοναδική ιστολογική και μορφολογική ποιότητα εντεταλμένη σε αυτό τον σκοπό, στην “άντληση” του αίματος. Μα προσοχή: είναι η καρδιακή λειτουργία που αναγκαστικά συγκεκριμενοποιείται διατηρώντας σταθερή τη μέση αρτηριακή πίεση, γεγονός που επιτυγχάνεται μονάχα από τη συνδυασμένη και υψηλά διαφοροποιημένη εργασία των νεφρών, των ενδοκρινών αδένων, του αυτόνομου νευρικού συστήματος και των αγγείων. Βλάβες σε αυτές τις περιοχές προκαλούν συχνά δραματικές επιπτώσεις στη διατήρηση της μέσης αρτηριακής πίεσης μέσα από μια ποικιλία διαφορετικών συμπτωμάτων. Διαπιστώνουμε, λοιπόν, πως η αφηρημένη έννοια “λειτουργία” πρέπει πάντα να προσδιορίζεται από το αντιφατικό περιεχόμενο μιας συγκεκριμένης ολότητας σχέσεων, ως ενιαίο λειτουργικό δυναμικό σύστημα όπου για την πραγματοποίησή του υπεισέρχονται αναγκαίες ουσιαστικές σχέσεις διαμεσολάβησης ακόμα κι αν βρίσκονται σε ζώνες απόμακρες μέσα στο ζωντανό οργανισμό. Το να επιδιώκεται ο στενός, μονόπλευρος εντοπισμός σε κάποιο “κέντρο” έτσι ώστε αυτό να θεωρείται και υπεύθυνο για την καρδιακή λειτουργία, εννοούμενη αυτή η τελευταία όχι ως λειτουργία κάποιου εξειδικευμένου ιστού αλλά ως ενιαίο δυναμικό λειτουργικό σύστημα, στερείται κάθε νοήματος και πραγματικών θεμελίων. Ομοίως, στερείται κάθε νοήματος η αναζήτηση “κέντρων” για τις ψυχικές διαδικασίες σε περιορισμένες περιοχές του εγκεφαλικού φλοιού και όχι μόνο: το περιεχόμενο των ψυχικών διαδικασιών δε μπορεί να αναχθεί στη μορφή που το πραγματοποιεί, στους νευρώνες και στα νευρωνικά δίκτυα, έτσι όπως η συγκεκριμένη φυσιολογική καρδιακή λειτουργία ως διατήρηση της μέσης αρτηριακής πίεσης δεν μπορεί να αναχθεί στην ποιότητα, στη μορφή και στη δραστηριότητα των μυοκαρδιοκυττάρων.

Αλλά ας σταθούμε λίγο στις ψυχικές διαδικασίες έχοντας στο μυαλό μας τις προηγούμενες επισημάνσεις. Η ανθρώπινη σκέψη, η γενετική καταγωγή της και η πραγματική δυνατότητά της δεν οφείλονται στην “αποκωδικοποίηση” των νευρωνικών και βιοχημικών περιεχομένων αλλά στη διαμεσολάβηση της ανθρώπινης νευρικής εγκεφαλικής δραστηριότητας από αντικειμενικές υλικές σχέσεις, σχέσεις που είναι εξωτερικές της κρανιακής κοιλότητας. Αυτές οι υλικές σχέσεις είναι οι ιστορικές, κοινωνικές σχέσεις η εσωτερίκευση των οποίων από το ζωντανό υποκείμενο – διαμέσου της κοινωνικής πρακτικής και της γλώσσας – εξωτερικεύει τις συγκεκριμένες ανθρώπινες σκέψεις μέσω του αναγκαίου υλικού υποστρώματος του εγκεφάλου. Στη γλώσσα αντανακλάται η αντικειμενική πρακτική του κοινωνικού ανθρώπου, το γίγνεσθαι της Φύσης, της Ιστορίας και της κοινωνίας. Κοινωνική πρακτική (δραστηριότητα) και γλώσσα είναι δυο διαφορετικές στιγμές μιας ενιαίας διαδικασίας, είναι στιγμές της πραγματικής διαδικασίας της ανθρώπινης ζωής. Το διαλεκτικό “άλμα” από την εμπειρική, άμεση αντιληπτική αντανάκλαση της αντικειμενικής πραγματικότητας – χαρακτηριστική όλων των ανώτερων θηλαστικών και καθοριζόμενη από τις βιολογικές διαμεσολαβήσεις και ανάγκες τους – στη βαθιά συνειδητή αφηρημένη αντανάκλαση των ανθρώπων, δε θα ήταν ποτέ δυνατό χωρίς τη γλώσσα. Η αντικειμενική σημασία της λέξης αφαιρεί και γενικοποιεί εκφράζοντας τις εσωτερικές ουσιαστικές σχέσεις των αντικειμένων που παράγονται από και διαμέσου της κοινωνικής πρακτικής. Η λέξη “τραπέζι” κάνει αφαίρεση του βάρους, του χρώματος, του υλικού κτλ μα μονάχα αφαιρώντας η έννοια μπορεί να γεμίσει με το πλούσιο, συγκεκριμένο περιεχόμενο του πραγματικού τραπεζιού. Όπως έλεγε ο Σπινόζα και ο Μαρξ επικροτούσε: Omnis determinatio est negatio (Κάθε προσδιορισμός είναι άρνηση).

Οι σημασίες και οι έννοιες της ανθρώπινης γλώσσας είναι βαθύτατα διαλεκτικές όσο αντανακλούν τις πραγματικές αντιφάσεις της Φύσης και της κοινωνίας διαμέσου του ανθρώπινου εγκεφάλου και δεν παράγονται μέσα στον εγκέφαλο του απομονωμένου αφηρημένου ατόμου ως μεταφυσική εκδήλωση μιας “Υποστασιοποιημένης Ουσίας”. Η έννοια, η σκέψη, η συνείδηση έχουν καταγωγή ιστορική και κοινωνική, είναι προϊόντα του σκεπτόμενου ανθρώπινου εγκεφάλου ως “υλικού σκεπτόμενου σώματος”, δηλαδή είναι προϊόντα του εγκεφάλου του πραγματικού ατόμου που γεμίζει με νόημα συγκεκριμένο προσωπικό, ενεργά ιδιοποιούμενο στην κοινωνική του πρακτική το περιεχόμενο της πραγματικής ανθρώπινης ζωής που “ελευθερώθηκε” στην ιστορική πράξη της ανθρωπότητας. Οι βιολογικές αισθήσεις του κοινωνικού ανθρώπου που τον “δένουν” και τον προσανατολίζουν στην αντικειμενική πραγματικότητα της Φύσης και της κοινωνίας, γίνονται αισθήσεις θεωρητικές όσο “αποκόπτονται” από τους άμεσους βιολογικούς προσδιορισμούς με τη μόρφωσή τους να γίνεται έργο όλης της κοινωνικής ιστορίας της ανθρωπότητας. Ο άνθρωπος δε γεννιέται με έμφυτες νοητικές αναπαραστάσεις, ούτε με εγκεφαλικά νευρωνικά “κυκλώματα και δίκτυα” αιωνίως παγιωμένα και ικανά να αναπαριστούν την “πραγματικότητα” έξω από την ανθρώπινη πραγματικότητα, έξω από τον ιστορικό και κοινωνικό χρόνο, έξω από τις ενεργές και πρακτικές του σχέσεις με αυτή την πραγματικότητα. Και όχι μόνο. Οι ανθρώπινες νευροφυσιολογικές διαδικασίες που πραγματοποιούν τη σκέψη, τη συνείδηση, τις ψυχικές διαδικασίες υφίστανται βαθύτατους μετασχηματισμούς στη διάρκεια της οντογενετικής ανάπτυξης, μετασχηματισμοί που μετασχηματίζουν διαλεκτικά τη σκέψη, τη συνείδηση, τις ψυχικές διαδικασίες, διαλεκτικοί μετασχηματισμοί που είναι αιτία και αποτέλεσμα της αντικειμενικής δραστηριότητας του υποκειμένου εντός και διαμέσου του “ανόργανου σώματος” των κοινωνικών του σχέσεων και των σχέσεών του με τη Φύση μέσα από το σύνολο αυτών των κοινωνικών σχέσεων.

Απλουστεύοντας, εν κατακλείδι, μα χωρίς να θυσιάσουμε την αντικειμενικότητα των ανθρώπινων ψυχικών διαδικασιών, η σκέψη δεν είναι η “αποκωδικοποίηση” σε ιδεατή μορφή μιας “Καθολικής Ουσίας” που είναι αποθηκευμένη σε νευρωνικό επίπεδο αλλά είναι η ιδεατή αντανάκλαση μιας υλικής πραγματικότητας που βρίσκεται έξω από την κρανιακή κοιλότητα και η οποία κατά τη διάρκεια της κοινωνικής οντογενετικής διαδικασίας του υποκειμένου, στην αντιφατική διαλεκτική ανάπτυξη της ανθρωποποίησης του οργανικού βιολογικού του σώματος μεταφέρεται, “μεταγράφεται” μέσα στο κεφάλι του.

Η κοινωνικότητα και η εξέλιξή της δεν συνίστανται, όπως θέλει να μάς υποδείξει το άρθρο της “La Repubblica” και η διανοητική τύφλωση των νευροεπιστημόνων του Χάρβαρντ, στην επιτηδευμένη ελαφρότητα και φαιδρότητα του “να κάνουμε φίλους”. Η κοινωνική ζωή των ανθρώπων προϋποθέτει τη συγκεκριμένη βιολογική ζωή τους, μια ορισμένη φυσική και φυσιολογική οργάνωση, ένα σταθερό νούμερο χρωμοσωμάτων κτλ. Αυτή η συγκεκριμένη βιολογική ζωή του ανθρώπινου είδους ως αναγκαία προϋπόθεση είναι, συγχρόνως, το προϊόν μιας μακράς αντιφατικής διαδικασίας φυλογένεσης. Η βιολογική ποιότητα του εγκεφάλου του ανθρώπινου είδος αναπτύχθηκε, εγγενώς αντιφατικά, σε ενότητα με την κοινωνική πρακτική των ανθρώπων εντός καθορισμένων σχέσεων υλικής παραγωγής, σχέσεων ανθρωποποίησης και μετασχηματισμού της εξωτερικής Φύσης και του ίδιου του είδους και της ανθρώπινης εσωτερικής φύσης. Οι άνθρωποι, παράγοντας τα εργαλεία και τα μέσα της ύπαρξής τους, παράγουν επίσης και τα ψυχολογικά “μέσα” και “εργαλεία” τους. Οι ψυχικές διαδικασίες που είναι μοναδικές στους ανθρώπους, όπως η αφηρημένη συνειδητή σκέψη, η επιλεκτική μνήμη και προσοχή, δεν έχουν βιολογική προέλευση αλλά κοινωνική και ιστορική και γεννήθηκαν, αναγκαστικά, στην κοινωνική διαδικασία της εργασίας. Με την ανθρωπογένεση του Homo Sapiens η βιολογική του ποιότητα σταθεροποιήθηκε και δεν άλλαξε ουσιαστικά στο παραμικρό από εκείνη τη μακρινή εποχή καταγωγής του είδους μας. Το να επιχειρείται η σύγκριση της κοινωνικής ζωής του ανθρώπου με τη άμεσα εμπειρική, βιολογικά καθοριζόμενη και προγραμματισμένη ζωή όλων των υπόλοιπων θηλαστικών, επικεντρώνοντας τις “έρευνες” πάνω σε αυτό που έχουμε “από κοινού” κάνοντας αφαίρεση αυτού που μας διαφοροποιεί ποιοτικά από εκείνα και που είναι, ακριβώς, η κοινωνική ζωή με τους δικούς της ξεχωριστούς νόμους ανάπτυξης όπως και η κοινωνική οντογένεση του ανθρώπου και του εγκεφάλου του η οποία έχει μονάχα τυπικές και εξωτερικές ομοιότητες με την οντογένεση των υπόλοιπων θηλαστικών, μπορεί να μοιάζει με τίποτα περισσότερο από “κακή επιστήμη” αλλά μόνο σε μια επιφανειακή και επιπόλαια ανάγνωση. Στην πραγματικότητα, είναι κάτι πολύ χειρότερο: είναι η θεωρητική έκφραση, στο επίπεδο της μεθοδολογίας της έρευνας και της επιστημονικής νοοτροπίας, του ανθρώπου ως “απομονωμένη μονάδα”, ήδη “έτοιμος και δημιουργημένος” στην αστική κοινωνία από τη γέννα του και με τον εγκέφαλό του να “παράγει” κοινωνικές σχέσεις.

Τα ιστορικά όρια των κοινωνικών καπιταλιστικών σχέσεων “καθρεπτίζονται” όλο και περισσότερο στο επίπεδο των ιδεών των επιστημόνων μέσα από το χυδαίο φορμαλισμό τους ο οποίος ανασυνθέτει την πραγματικότητα των ζωντανών συγκεκριμένων φαινομένων αθροίζοντας τα νεκρά, αιώνια και υποστασιοποιημένα “κομμάτια” τους. Η ανάλυση αυτού του είδους σκοτώνει και καταστρέφει αυτό που θέλουμε να κατανοήσουμε με τη βοήθεια της ανάλυσης: τη ζωντανή, συγκεκριμένη, ξεχωριστή αλληλοσύνδεση του αντικειμενικού φαινομένου. Η ανάλυση που διαμελίζει σε “κομμάτια” καθιστά αδύνατη τη σύνθεση και τη νοητική ανασύνθεση της συγκεκριμένης ζωντανής ενότητας και του περιεχομένου της ως εσωτερική ενότητα της πολλαπλότητας επειδή προϋποθέτει την αντικειμενική πραγματικότητα των φαινομένων ως συσσωμάτωμα αιώνιων και αμετάβλητων συστατικών μερών, όμοια σε κάθε αντικειμενικό φαινόμενο. Η ανάλυση που διαμελίζει σε “κομμάτια” θέλει τα μυοκαρδιοκύτταρα να είναι σε θέση να “παράγουν” τη μέση αρτηριακή πίεση. Η ανάλυση που διαμελίζει σε “κομμάτια” θέλει τους νευρώνες ικανούς να “παράγουν” τις σκέψεις μας. Η ανάλυση που διαμελίζει σε “κομμάτια” “αποκάλυψε τις βάσεις της κοινωνικότητας στο ύψος του μέσου εμπρόσθιου φλοιού του εγκεφάλου”. Η ανάλυση που διαμελίζει σε “κομμάτια” για να επιβεβαιωθεί ως “ουδέτερη αντικειμενική Επιστήμη” έχει ανάγκη το “αόρατο χέρι” του Δημιουργού και του Διεθνούς Εμπορίου για να “συγκολλήσει” αυτά τα χωρίς ζωή κομμάτια σε μια ολότητα μεταφυσική, αφηρημένη και νεκρή.

Σήμερα, είναι επίκαιρα όσο ποτέ άλλοτε, τα πρωτοπόρα και ανολοκλήρωτα έργα του Ρώσου νευρολόγου Aleksandr Lurija και του Lev Vygotskij, ως ιστορικές εκφράσεις των προσπαθειών ανάπτυξης επιστημονικών ερευνών που είναι εχθρικές και ξένες σε αυτές τις “φυσικοποιήσεις” του ανθρώπου ως αστού. Οι Vygotskij και Lurija ήταν από τους σπουδαιότερους ιδρυτές της ιστορικο-πολιτισμικής κατεύθυνσης στην επιστήμη της ψυχολογίας η οποία υπέφερε την καταδίωξη και τον οστρακισμό στον αντεπαναστατικό ζόφο της σταλινικής Ρωσίας και που, μαζί με πολλές άλλες ζυμώσεις τροφοδοτούμενες από τον επαναστατικό σεισμό του κόκκινου Οκτώβρη, έπρεπε να αντιμετωπίσει και εξακολουθεί να αντιμετωπίζει την απόρριψη, την αμαύρωση και την αλλοίωση.

 


Magazine - Other articles

Νέα του Blog

Το αδύνατο που έγινε δυνατό

20.02.2017 | Slider
Εμφανίσεις: 4224