Αναρρώνοντας ψυχικά, ξεπερνώντας τη διάγνωση

Το δίκτυο των ανθρώπων που ακούνε φωνές σας προσκαλεί το Σάββατο 3 Δεκεμβρίου 2011 να παρακολουθήσουμε  το ντοκιμαντέρ του Daniel Mackler “Take this broken wings” και να συμμετάσχουμε μαζί με το σκηνοθέτη στη συζήτηση που θα ακολουθήσει σχετικά με τη ‘σχιζοφρένεια’ και την ανάρρωση, δυο όρους  που ο ψυχιατρικός λόγος θεωρεί  ασυμβίβαστους. Σύμφωνα με την κυρίαρχη άποψη στο χώρο της ψυχικής υγείας και φυσικά των φαρμακοβιομηχανιών, ο όρος σχιζοφρένεια ταυτίζεται με μια χρόνια, συχνά χαρακτηριζόμενη ως νευροεκφυλιστική, ανίατη νόσο, μια διαταραχή, που την αιτία της θα την αναζητήσουμε στα γονίδια και  όπου το φάρμακο είναι μονόδρομός, συχνά εφ’ όρου ζωής. Σκοπός της συνάντησης είναι να συζητήσουμε πέρα από τα αδιέξοδα που μας έχουν θέσει, να αναζητήσουμε δρόμους ανάρρωσης και να δημιουργήσουμε σχέσεις που θα μας οδηγήσουν σε αυτήν.

Το φιλμ εστιάζει στις ζωές δύο γυναικών, οι οποίες, και οι δύο, ανάρρωσαν από ‘σχιζοφρένεια’, συζητά πάνω στις καθοριστικές τραυματικές εμπειρίες τους στην παιδική ηλικία και εξιστορεί την επιτυχή τους ανάρρωση. Η μία γυναίκα είναι η Joanne Greenberg, συγγραφέας του πολυδιαβασμένου “I Never Promised You A Rose Garden.”.  και η δεύτερη μια νοσηλεύτρια ψυχικής υγείας από την Καλιφόρνια, την ιστορία της οποίας διηγείται ο θεραπευτής της Daniel Dorman, MD, στο βιβλίο Dante’s Cure: A Journey Out of Madness. Οι αφηγήσεις τους συνδιαλέγονται με τις θέσεις των Peter Breggin, MD (συγγραφέας του Toxic Psychiatry), Robert Whitaker (δημοσιογράφος και συγγραφέας των Mad in America και Anatomy of an Epidemic) και Bertram Karon, PhD (συγγραφέας του Psychotherapy of Schizophrenia:  Treatment of Choice).

Ειδικά η συγκεκριμένη ημερομηνία κουβαλάει και ένα έντονο συμβολικό φορτίο δεδομένου ότι έχει καθοριστεί ως ‘παγκόσμια ημέρα ατόμων με αναπηρία’. Δίπλα σε άλλες όπως η ήμερα της γυναίκας, της καταπολέμησης της φτώχιας, των δικαιωμάτων του παιδιού αποτελούν ημερομηνίες ορόσημα υποκρισίας και εμπαιγμού, ημερομηνίες υπενθύμισης της εγκατάλειψης, απόρριψης και αποκλεισμού κοινωνικών ομάδων.

Ας απομακρυνθούμε λοιπόν από τις λογικές της αναπηροποίησης των ανθρώπων και της ψυχιατρικοποίησης των ζωών μας να μιλήσουμε για τους ανάπηρους θεσμούς ψυχικής υγείας με τις ανάπηρες διαγνώσεις, να μιλήσουμε για εναλλακτικούς δρόμους που έχουμε.

Η εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Νέας Φιλαδέλφειας (Τρυπιά Νικολάου 45, Νέα Φιλαδέλφεια) και θα ξεκινήσει στις 17:30.

Click to enlarge image afisa3122011sm.jpg

Παρασκευή, 11 Νοεμβρίου 2011


Η ΔΡΑΣΗ ΜΑΣ ΜΕΧΡΙ ΤΩΡΑ ΚΑΙ Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΟΥ ΑΓΩΝΑ ΜΑΣ

Οι εξελίξεις στο χώρο μας το τελευταίο διάστημα είναι ραγδαίες. Το ΥΥΚΑ με την απόφαση περικοπής των προϋπολογισμών του 2011 οδηγεί τις δομές Ψυχικής Υγείας, Πρόληψης και Αντιμετώπισης των Εξαρτήσεων, την Ειδική Αγωγή και μια σειρά άλλων συναφών φορέων σε δυσλειτουργία και εξαφάνιση, λήπτες και εργαζόμενους σε εξαθλίωση. Με τη δημιουργία του Συντονιστικού ξεκινήσαμε από αυτή την αφετηρία διαμορφώνοντας ένα σύνολο αιτημάτων ειδικών εργασιακών και θεραπευτικών για κάθε χώρο- φτάνοντας όμως μέσα από τις εξελίξεις και την ανάγκη να τοποθετηθούμε απέναντί τους μέχρι τα γενικά ζητήματα, όπως αυτά περιστρέφονται, πάντοτε, γύρω από την δουλειά μας: δηλαδή για ποια Υγεία, σε ποια κοινωνία παλεύουμε ως εργαζόμενοι, επαγγελματίες και άνθρωποι.

Οι ίδιες οι συνθήκες συνολικής αποδιάρθρωσης των υπηρεσιών υγείας, άλλωστε, δεν αφήνουν περιθώριο σε κανέναν από εμάς να ελπίζει σε θαύματα Μονάχα στη συλλογική δράση μπορούμε να επενδύουμε τις δυνάμεις μας, με στόχο την αξιοπρεπή δουλειά και διαβίωση. Δεν μπορούμε παρά να είμαστε ενάντια σε όποια κυβέρνηση χτυπά τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες και όποιες πολιτικές δεν ικανοποιούν τις πραγματικές υλικές και πνευματικές ανάγκες μας.

Δεν είμαστε μπαλάκι, είμαστε εργαζόμενοι

Στις προσπάθειες ΥΥΚΑ και ΥΠΟΙΚ να μας κάνουν «μπαλάκι» και να μας διασπάσουν, τάζοντας λεφτά πότε στον ένα και ποτέ στον άλλο και παίρνοντας πίσω στα λόγια διάφορα μέτρα, αντιτάσσουμε την ενότητα και την αλληλεγγύη. Στο «διαίρει και βασίλευε» απαντάμε με κοινές διεκδικήσεις. Με τις συντονισμένες και αγωνιστικές αντιδράσεις μας ουσιαστικά εξασφαλίσαμε, ως τα τώρα, την επιβίωση των φορέων μας - καθώς και των ανθρώπων που εξυπηρετούνται απ' αυτούς. Χρηματοδοτικές «ενέσεις» και δημόσιες δηλώσεις για εξαίρεση από αντεργατικά μέτρα-όλα προφορικές δεσμεύσεις βέβαια-αποτελούν υποχωρήσεις που είναι στο χέρι μας αφού τις κερδίσαμε να τις εδραιώσουμε και να τις επεκτείνουμε για όλους.

Οι εργαζόμενοι και τα Σωματεία τους πανελλαδικά οργάνωσαν και συμμετείχαν σε πολλές κινητοποιήσεις και απεργίες. Κοινό συμπέρασμα αυτών είναι το γεγονός ότι, σε αντίθεση με προηγούμενες περιόδους, δεν έχουμε απέναντί μας συνομιλητές αλλά τεχνοκράτες που παίρνουν τις εντολές τους από την Τρόικα και μας βλέπουν μόνο ως αριθμούς. Έτσι η διεκδίκηση και του πιο απλού αιτήματος εκ των πραγμάτων εγείρει το ζήτημα προς τίνος το συμφέρον εφαρμόζονται τα μέτρα και οι πολιτικές, που έχουν διαλύσει την Κοινωνική Πρόνοια.

Συνάδελφοι όσα έχουμε καταφέρει μέχρι σήμερα δεν είναι αποτέλεσμα «πολιτικής βούλησης» της κυβέρνησης αλλά του δικού μας αγώνα. Η κρίση του πολιτικού συστήματος έχει προκύψει από αγώνες σαν το δικό μας στο σύνολο σχεδόν των εργασιακών χωρών. Μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας γνωρίζει πλέον τα προβλήματά μας ως προβλήματα που την αφορούν στο σύνολό της. Αποκαλύψαμε την έλλειψη σχεδιασμού από πλευράς υπευθύνων και ταυτόχρονα εμποδίσαμε την αθόρυβη διάλυση εν μία νυκτί των φορέων μας. Όμως αν χρειάστηκαν μια, δύο και τρεις απεργιακές κινητοποιήσεις για κάτι εν πολλοίς  αυτονόητο, η επιβίωσή μας είναι συνάρτηση σκληρών αγώνων διαρκείας, στους οποίους κανείς δεν περισσεύει. Οι πολιτικοί διαχειριστές της εργασιακής και κοινωνικής εξόντωσής μας δεν θα κάνουν πίσω, γιατί δεν παίρνουν εντολές από εμάς αλλά από τους τραπεζίτες. Αντί να πληρώνουμε την κρίση τους με τις ζωές εμείς, οι απλήρωτοι και υπερεκμεταλλευόμενοι εργαζόμενοι πρέπει να τους διώξουμε γιατί είναι ανίκανοι και επικίνδυνοι!

Το συντονιστικό και η συνέχεια της δράσης μας

Το Συντονιστικό καλεί όλες τις εργαζόμενες και όλους τους εργαζόμενους σε συμμετοχή στις συσκέψεις και τις δράσεις που οργανώνουμε όλοι μαζί – τόσο στις Ανοιχτές Συνελεύσεις του Συντονιστικού όσο και μέσα από τις Συνελεύσεις στις δουλειές μας. Σίγουρα υπάρχουν αδυναμίες. Παρά το ενιαίο των κορυφαίων προβλημάτων μας, κάθε χώρος βρίσκεται σε διαφορετική ταχύτητα από τους άλλους, διεκδικεί και πιο ειδικά αιτήματα – και καλά κάνει. Αλλά ο μόνος τρόπος να γίνουμε πιο αποτελεσματικοί είναι η συχνότερη και καλύτερη επαφή των εργαζόμενων στους χώρους δουλειάς, οι προτάσεις και η άσκηση πίεσης στα Δ.Σ. μας για συνελεύσεις με στόχο τις κοινές κινητοποιήσεις.

Ως εργαζόμενοι ξέρουμε καλύτερα από κάθε υπουργό ή γενικό γραμματέα τα προβλήματα και τις πραγματικές μας ανάγκες. Θα χρειαστεί να χάσουμε και ένα και δύο και δέκα μεροκάματα για να υπάρξει λύση. Δεν ζητιανεύουμε μισθούς και προσωρινές λύσεις. Θέλουμε να βγει η Ψυχοκοινωνική Φροντίδα από την κρίση στην οποία την οδήγησαν οι εγκληματικές πολιτικές αυτής και των προηγούμενων κυβερνήσεων και που εξόφθαλμα πια επιμένουν να τη διαλύσουν/ιδιωτικοποιήσουν οριστικά στο όνομα της οικονομικής κρίσης. Χρειαζόμαστε ένα σχέδιο κοινής δράσης, που θα ρίξει αυτή και όποια άλλη κυβέρνηση έρθει για να ολοκληρώσει τη διαδικασία εντείνοντας την εφαρμογή τέτοιων πολιτικών προσωπικής και κοινωνικής διάλυσης. Χρειαζόμαστε ένα κοινό σχέδιο κλιμάκωσης σε κινητοποιήσεις διαρκείας.

Η κοινωνία συνολικά δίνει έναν αγώνα διαρκείας απέναντι σε ένα σύστημα που μέρα με τη μέρα δείχνει ότι δεν χωράει κανέναν μας. Η λύση και στο πιο μικρό πρόβλημά μας, πλέον, συνδυάζεται άμεσα με τον αγώνα όλων των εργαζομένων για δουλειά, μισθό, ελευθερία, αξιοπρέπεια.

Δεν σταματάμε τις δικές μας κινητοποιήσεις

Συμμετέχουμε στις μεγάλες κινητοποιήσεις του ευρύτερου εργατικού κινήματος

Συνεχίζουμε τους αγώνες για την προάσπιση των δικαιωμάτων μας, της ζωής μας

Συντονισμός Εργαζομένων και Απολυμένων Ψυχικής Υγείας-Πρόνοιας και Αντιμετώπισης των Εξαρτήσεων

Επόμενη συνάντηση του Συντονιστικού:

Παρασκευή 11/11/11, ώρα 17:00, ΕΚΑ (3ης Σεπτεμβρίου 48Β & Μάρνης),  2ος όροφος.

Συνεχής ενημέρωση στο blog: http://syntergpsyex.blogspot.com/

Στο σπίτι της υγείας χωράνε όλοι

Μέσα της δεκαετίας του ‘60 και οι Ατταλειώτες πρόσφυγες που ζουν σε παράγκες στους λόφους του Φιλοπάππου μεταστεγάζονται στα πέτρινα σπίτια που συγκροτούν σήμερα τον συνοικισμό του Ασυρμάτου, στα Άνω Πετράλωνα. Ένα από αυτά τα σπίτια, στα όρια του συνοικισμού, στην οδό Τιμοδήμου θα στεγάσει το τοπικό ΠΙΚΠΑ. Ήταν ο χώρος πρωτοβάθμιας περίθαλψης για εκατοντάδες προσφυγικές οικογένειες, αποκλεισμένες από το δημόσιο σύστημα υγείας, περιθωριοποιημένες κοινωνικά. Ήταν ο χώρος πρωτοβάθμιας περίθαλψης και για εκατοντάδες οικογένειες Πετραλωνιτών, καταδικασμένες στην ανέχεια και στην εξαθλίωση, συνακόλουθο μίας γειτονιάς ταξικά προσδιορισμένης. Τα δελτία εμβολιασμών και οι καρτέλες ιατρικής παρακολούθησης, λησμονημένα στο πέρασμα του χρόνου, αλλά κομμάτι της μνήμης αρκετών οικογενειών, παραμένουν καταχωνιασμένα στα ντουλάπια του Πίκπα για να θυμίζουν αυτή τη νοητή γραμμή που συνδέει τις τότε ανάγκες της γειτονιάς με τις σημερινές.

Από τη μεριά μας η υγεία, η ελεύθερη πρόσβαση σε ένα δημόσιο σύστημα υγείας αποτελεί αυτονόητο δικαίωμα. Επιπλέον δε, οραματιζόμαστε μια υγεία που δε θα ορίζεται απλά ως απουσία ασθένειας και όπου η ιατρική δε θα ασκεί την εξουσία της πάνω στον πάσχοντα. Βλέπουμε τη θεραπεία ως μια ανθρωποκεντρική διαδικασία στην οποία εμπλεκόμαστε όλοι και όλοι οφείλουμε να συμμετέχουμε ισότιμα. Από τη μεριά του κράτους, οτιδήποτε δεν επιφέρει κέρδος, πλέον δε σχεδιάζεται να υπάρχει ως παροχή, ως πρόνοια. Ας φέρουμε στο μυαλό μας διάφορες στιγμές από μία επίσκεψή μας σε ένα πρωινό ιατρείο στο νοσοκομείο ή σε μία εφημερία, για να σκιαγραφήσουμε αυτήν την συνθήκη αποκλεισμού ολοένα και μεγαλύτερων κοινωνικών κομματιών: Το εισιτήριο για να εξεταστούμε από έναν γιατρό, τα υπέρογκα ποσά που απαιτούνται για τις διάφορες εργαστηριακές εξετάσεις, τις τεράστιες ουρές και αναμονές τα ασφαλιστικά ταμεία τα οποία καλύπτουν ολοένα και λιγότερες εξετάσεις, ολοένα και λιγότερα αναγκαία φάρμακα. Ένα μεγάλο θύμα του Μνημονίου είναι το επίπεδο περίθαλψης.

Για το λόγο αυτό από τις αρχές του Οκτώβρη 2011 η λαϊκή συνέλευση κατοίκων των γειτονιών μας αποφάσισε να οργανώσει στο κατειλημμένο Πίκπα τον επονομαζόμενο κοινωνικό χώρο για την υγεία. Πιάνοντας το νήμα από εκεί που είχε μείνει το Πίκπα όταν έκλεισε πριν από 8-9 χρόνια, σκοπός αυτού του εγχειρήματος είναι η παροχή πρωτοβάθμιας περίθαλψης στους ανθρώπους της γειτονιάς. Και ενώ λοιπόν το δημόσιο σύστημα υγείας αποκλείει ολοένα και περισσότερους ανθρώπους, εμείς αποφασίσαμε να χτίσουμε μία αυτοοργανωμένη δομή πρωτοβάθμιας περίθαλψης στη γειτονιά μας, μέχρι εκεί βέβαια που φθάνουν οι δυνάμεις μας. Σκοπός μας δεν είναι να φτιάξουμε ένα ιδιωτικό ιατρείο, ανταγωνιστικό σε αυτά που υπάρχουν στη γειτονιά. Σκοπός μας δεν είναι το κέρδος, ούτε να μαζέψουμε πελατεία. Αυτό που θέλουμε είναι να μπορούμε να προσφέρουμε μία πρώτη υπηρεσία σε έναν άνθρωπο όταν θα την χρειαστεί άμεσα, προτού τρέξει κατευθείαν στο νοσοκομείο. Να χρησιμοποιήσουμε τις γνώσεις και την εμπειρία των γιατρών για ενημέρωση γύρω από νοσήματα που έχουν ήδη διαγνωστεί και για προβλήματα κατά τη θεραπεία. Θέλουμε όλοι μαζί (υγειονομικοί και μη) να συζητήσουμε για την υγεία μας, για το σώμα μας, να ακούσουμε τη γνώμη του πάσχοντος και ο πάσχων να ακούσει τη γνώμη μας. Για το σκοπό αυτό και ιατροί διαφόρων ειδικοτήτων (παθολόγος, χειρουργός, ορθοπεδικός, ωτορινολαρυγγολόγος, πνευμονολόγος, ψυχίατρος, ρεφλεξολόγος) βρίσκονται εκ περιτροπής στο χώρο για να παρέχουν σε πρώτη φάση:

· συμβουλευτική, επίλυση αποριών και υποστήριξη σε χρόνιες παθήσεις και γενικότερα σε θέματα ψυχικής και σωματικής υγείας (δεν γίνεται φυσικά συνταγογράφηση φαρμάκων

· ενημέρωση σε θέματα φαρμακευτικής αγωγής και εναλλακτικών λύσεων

· μέτρηση πίεσης και σακχάρου, καθώς και αξιολόγηση εργαστηριακών εξετάσεων

σεμινάρια αυτομόρφωσης και άλλα

Όλα αυτά δε σημαίνουν πως ήρθαμε να υποκαταστήσουμε το καταρρέον δημόσιο σύστημα υγείας ή να προσφέρουμε «φιλανθρωπία». Ούτε βέβαια να εγκαταλείψουμε τους κοινωνικούς αγώνες και να ασχοληθούμε με «κοινωφελές έργο» αλλά αντίθετα να δοκιμάσουμε να πάρουμε τις ζωές στα χέρια μας. Όπως ήδη αναφέρθηκε, πιστεύουμε ότι η υγεία δεν αφορά μόνο τις εξειδικευμένες γνώσεις ενός ειδικού και ότι η θεραπεία δεν αφορά μόνο την επίσκεψη σε ένα ιατρείο. Γι’ αυτόν τον λόγο, εκτός από επαγγελματίες της υγείας, στην προσπάθεια συμμετέχουν και μη υγειονομικοί, καθώς όλοι έχουμε εμπειρίες (σύντομες ή πιο επιμηκυμένες χρονικά) από μία ασθένεια τις οποίες μπορούμε να μοιραστούμε μεταξύ μας και να δώσουμε λύσεις. Με λίγα λόγια όλοι μπορούμε σε κάποιο βαθμό να σταθούμε θεραπευτικά δίπλα σε κάποιον που το έχει ανάγκη. Όσο περισσότερο το εγχείρημα αυτό πλαισιωθεί από ανθρώπους (υγειονομικούς και μη) τόσο περισσότερο ανοίγονται οι δυνατότητες για μεγαλύτερη προσφορά, για περισσότερα πράγματα. Και είναι κάτι το οποίο το θέλουμε και το επιδιώκουμε.

Γι’ αυτό το λόγο σας προσκαλούμε να περάσετε και εσείς ένα απόγευμα Τρίτης ή Τετάρτης από τον κοινωνικό χώρο υγείας, να μας γνωρίσετε και να σας γνωρίσουμε, να μας πείτε τη γνώμη σας, την ιδέα σας, να συμμετάσχετε και εσείς εάν το επιθυμείτε. Εξάλλου, να μην το ξεχνάμε, το πέτρινο σπίτι που στέγασε κάποτε την υπηρεσία του ΠΙΚΠΑ αποτελούσε σημαντικό κεφάλαιο στην κοινωνική ζωή της γειτονιάς. Είναι στη γειτονιά και ανήκει στη γειτονιά. Και γι’ αυτό το λόγο αντί να το βλέπουμε παρατημένο και κλειστό το καταλάβαμε πριν από κάποια χρόνια και επιχειρούμε να στήσουμε (με τα σωστά και τα λάθη του) σε αυτό δομές οι οποίες θα καλύπτουν τις υγειονομικές και κοινωνικές ανάγκες της γειτονιάς. Είναι κάτι που το έχουμε όλοι ανάγκη!

Ο κοινωνικός χώρος για την υγεία λειτουργεί κάθε Τρίτη και Τετάρτη, 5 με 8 το απόγευμα. Για οποιαδήποτε πληροφορία, διευκρίνιση, ερώτηση μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί μας στο τηλέφωνο 69 72 75 16 20.

 

 

Κοινωνικός χώρος για την υγεία στην κατάληψη του ΠΙΚΠΑ

Τιμοδήμου και Αντωνιάδου, στα «πέτρινα» των Άνω Πετραλώνων

 

laikisineleusipetralona.espivblogs.net

 

ΑΠΟ ΤΟ ΦΟΒΟ, ΤΟ ΜΟΥΔΙΑΣΜΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ‘ΠΑΘΗΤΙΚΟΤΗΤΑ’

ΣΤΗΝ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΜΕΧΡΙ ΤΟ ΤΕΛΟΣ

Μια από τις πιο επίκαιρες συζητήσεις εδώ και τρεις μήνες περίπου, από τη μέρα που εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα το Διευθυντήριο ΕΕ/ΔΝΤ, είναι οι επιπτώσεις στην ψυχική υγεία των μέτρων που άρχισαν να ανακοινώνονται, να παίρνουν σάρκα και οστά και να εφαρμόζονται, διαρκώς κλιμακούμενα σε έκταση και μέγεθος καταστροφής του βιοτικού επιπέδου και της ίδιας της ζωής των πλατειών λαϊκών μαζών, καθώς και σε σχέση με το βάθος χρόνου ως προς την διάρκεια εφαρμογής τους.

Είναι προφανές ότι οι συνέπειες στην ψυχολογία των ανθρώπων είναι ορατές, αν και όχι με τρόπο, ακόμα, που να δημιουργήσει μια ‘ουρά’ στα ιατρεία (στον δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα) των ψυχιάτρων και των ψυχολόγων. Κι ούτε, άλλωστε, οι μορφές και οι τρόποι έκφρασης που θα πάρει η ψυχική οδύνη και το αίσθημα του αδιεξόδου εξαιτίας της κρίσης, θα πάρουν αναπόφευκτα το δρόμο του αιτήματος για ψυχολογική βοήθεια.

Η κρίση και οι συνέπειές της στη ζωή των ανθρώπων σέρνονται εδώ και πολλά χρόνια. Η προϊούσα εξαθλίωση των λαϊκών μαζών δεν είναι κάτι που γεννήθηκε με την έλευση του ΔΝΤ. Η ταυτόχρονη κατάρρευση ‘εργασίας’ και ‘κράτους πρόνοιας’, με τη μετατροπή όλο και μεγαλύτερων στρωμάτων (πρώην) εργαζομένων σε ‘πλεονάζοντες’ και ‘κοινωνικά απόβλητα’ και την προϊούσα αντικατάσταση του ‘κράτους πρόνοιας’, σ΄ όλες τις καπιταλιστικές χώρες, από το ‘κράτος ασφάλειας’ και την ποινικοποίηση της φτώχειας, έχουν διαπιστωθεί και αναλυθεί εδώ και αρκετά χρόνια.

Η διαφορά είναι ότι, σ΄ όλη την προηγούμενη περίοδο, παρά την απελπισία που γεννούσε η πραγματικότητα του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού στην καθημερινή ζωή του καθενός, υπήρχε η δυνατότητα για τον καθένα και το ψυχικό απόθεμα να ψάξει και να βρει, όταν απολυόταν, μια άλλη δουλειά, έστω επισφαλή, να τα βολέψει κάπως. Το μέλλον φαινόταν (και γινόταν όλο και πιο) δύσκολο, αλλά παρέμενε, τουλάχιστον ως βίωμα και προσδοκία, ανοιχτό.

Το καινούργιο στη σημερινή ‘εποχή του ΔΝΤ’, είναι η αίσθηση απουσίας του όποιου μέλλοντος.

Είναι ακριβώς η στιγμή που το πιο ‘εξωπραγματικό και τρομακτικό παραλήρημα’ βρίσκει την υλική του υπόσταση μέσα στην (και το ξεπέρασμά του από την) ίδια την πραγματικότητα. Γι΄ αυτό δεν είναι χωρίς σημασία η παρατήρηση, που έχει γίνει, ότι στις συνθήκες βαθύτατης κοινωνικής κρίσης (πολέμου, πείνας, τρόμου, όπως διαπιστώθηκε, πχ, στο τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου), η ανάγκη να δίνει το υποκείμενο καθημερινά απάντηση σε ζωτικά προβλήματα για την επιβίωση, αναζωπύρωσε τη ‘λειτουργία του πραγματικού’ σε πολλά άτομα με ψύχωση.

Απουσία του όποιου μέλλοντος. Αυτό είναι που τρομάζει και που σ΄ ένα βαθμό «μουδιάζει», κινητοποιώντας ατομικές ενοχές και άμυνες, ότι, δηλαδή, «δεν είναι δυνατό, θα είναι πρόσκαιρο», «δεν είναι δυνατό όλη η υπόλοιπη ζωή μας να είναι όπως επιτάσσουν αυτά τα μέτρα», «δυο - τρία χρόνια θα κρατήσει και μετά τα πράγματα θα είναι καλλίτερα». Κανείς δεν μπορεί να δεχτεί εύκολα ότι «δεν υπάρχει μέλλον». Πολύς θυμός, αλλά και μούδιασμα και σύγχυση (που καλλιεργείται από τους κυβερνώντες, τα ΜΜΕ και την συνδικαλιστική γραφειοκρατία).

Δύσκολο να δεχτεί κανείς ότι ένας ολόκληρος τρόπος ύπαρξης, κοινωνικός και ατομικός, που οικοδομήθηκε μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου (σε

ορισμένες πτυχές των μέτρων, και από καταβολής του ελληνικού κράτους), καταρρέει στα εξ’ ων συνετέθη. Ότι, πχ, το Δημόσιο, με ό, τι αυτό σήμαινε για το σύστημα των προσδοκιών, αλλά και των αξιών, χιλιάδων οικογενειών από τα φτωχότερα και μεσαία κοινωνικά στρώματα, για την εξασφάλιση του εργασιακού μέλλοντος της νέας γενιάς (με όλο το πλέγμα των πελατειακών σχέσεων κλπ), έχει τελειώσει. Ότι δεν θα υπάρχει παρά μια μικρή σύνταξη σε πολύ προχωρημένη ηλικία, που ακόμα κι΄ αυτή δεν είναι σίγουρο ότι θα υπάρχουν οι προϋποθέσεις να δοθεί. Ότι η αγορά εργασίας ανατρέπεται εκ θεμελίων, μέσα σε μια νύχτα, με μια απλή ψηφοφορία στη Βουλή των ανδρεικέλων του ΔΝΤ, μετατρεπόμενη στο βασίλειο της θεσμοθετημένης, πλέον, ελαστικότητας, της αβεβαιότητας και της επισφάλειας, με την ανεργία να καλπάζει σε πρωτοφανή ύψη και τους λίγους που θα διατηρήσουν μια θέση εργασίας, έρμαια στις αδηφάγες ορέξεις των εργοδοτών για μείωση του κόστους εργασίας, ν΄ αποτελούν την τάξη των ‘φτωχών εργαζόμενων’, που το εισόδημά τους δεν θα φτάνει ούτε για να πληρώσουν το νοίκι. Οτι θα πρέπει να πληρώνουν για να εξεταστούν στα («πρώην»;) δημόσια νοσοκομεία κοκ.

Είναι πράγματι ‘σοκ και δέος’, είναι ‘τρόμος’, το ότι μέσα σε λίγους μήνες δημιουργείται το νομοθετικό και θεσμικό πλαίσιο ώστε τίποτα στην Ελλάδα των επόμενων δεκαετιών να μη θυμίζει αυτό που η σημερινή γενιά, οι προηγούμενες από αυτή, αλλά και η νέα γενιά, που ήδη ήταν αντιμέτωπη με ένα θολό μέλλον, γνώρισαν, βίωσαν, πάλεψαν, απελπίστηκαν, έλπισαν: το ‘θολό’ μετατρέπεται σε ‘μαύρο’ και οι δύσβατες διαδρομές του σήμερα βλέπουν να ορθώνεται ένα αδιαπέραστο τείχος. Οπως στην Ευρώπη του 18ου αιώνα, όλο και πιο πλατειά λαϊκά στρώματα οδηγούνται, κατά την έκφραση εκείνης της εποχής, να ζουν «μέρα με τη μέρα».

Η οικονομική κρίση γίνεται έτσι κρίση προοπτικών, που βιώνουν πρωτίστως οι νέοι - ακουμπάει την ίδια την έννοια της νοήματος της ζωής. Αυξάνεται η αίσθηση ότι δεν μπορεί κανείς να παραμείνει στις απαιτήσεις του επικρατούντος μέχρι τώρα κοινωνικού ‘μοντέλου’ που εκθειάζει την ‘αυτάρκεια’, μέσα σε συνθήκες που την υπονομεύουν. Οι νέοι αποτελούν τα κύρια θύματα αυτού του βραχυκυκλώματος. Και η οικογένεια, στην οποία κανείς επιστρέφει διωγμένος από της αγορά εργασίας, δεν είναι η ‘παλιά’ οικογένεια που κρατούσε και υποστήριζε τα μέλη της μέχρι και σε μεγάλη ηλικία. Είναι μια οικογένεια σε κρίση, οδύνη, κατακερματισμό, διάλυση. Από την άλλη, η αποσυλλογικοποίηση και η εξατομίκευση των σχέσεων εργασίας, που αποτέλεσαν στοιχείο του μετασχηματισμού τους τις τελευταίες δεκαετίες, σχέσεων που βασίζονταν στην αντιπαράθεση ανταγωνιζόμενων ατομικοτήτων, φέρνει πολλούς σε μια δύσκολη θέση ως προς την ανάγκη, που βρίσκεται σε ημερήσια διάταξη, για συλλογική δράση.

Η απουσία διεξόδου προς την κοινωνική δράση λειτουργεί με τρόπο, ώστε πολλή ψυχική δυσφορία ν΄ απορροφάται και να υποβόσκει πίσω από μια, εξωτερικά, ‘παθητική’ στάση. Προκαλεί πόνο, στρες και θάνατο, στις περιπτώσεις, όχι πια σπάνιες, των εργαζομένων που αυτοκτονούν – αλλά και οφειλετών σε απόγνωση που, αν δεν εξοντώσουν τον εαυτό τους, μπορεί να εξοντώσουν άλλους….

Αγχος, αγωνία, αδιέξοδο, απελπισία, κατάθλιψη : θα υπάρξουν άραγε «ειδικοί» που θα σπεύσουν να πουν στον αγχωμένο και καταθλιπτικό λόγω αυτής της κατάστασης, «αν αισθάνεσαι άσχημα, είναι δικό σου, ατομικό πρόβλημα, πάρε τα φάρμακά σου και κοίτα να τραβηχτείς έξω απ΄ όσα σε στενοχωρούν»;

Ο τρόμος που προκαλούν τα μέτρα και οι πρώτες εφαρμογές τους, αυτή η αίσθηση ότι ‘δεν υπάρχει μέλλον’, περιέχει, εν δυνάμει, μια στάση ζωής που υποκύπτει και προσαρμόζεται παθητικά στην ανάδυση των καθημερινών αναγκών της επιβίωσης ως του ορίζοντα της δράσης του υποκειμένου, με την εμφάνιση εγωιστικών/ατομικιστικών συμπεριφορών, μια στάση που μπορεί να οδηγήσει στην

απώλεια ‘των ποικίλων κατακτήσεων και των απείρων προσδιορισμών που περικλείνονται στην έννοια του ανθρώπινου’.

Αυτή η στάση συνδέεται, επομένως, με την παθητική αποδοχή της πραγματικότητας, ως μιας κατάστασης στην οποία ο καθένας είναι μόνος και δεν μπορεί να κάνει τίποτα για να την αλλάξει. Πρέπει να βρει μόνος πώς θα πορευτεί και θα επιβιώσει μέσα σ΄ αυτήν. Υπάρχει εδώ η αποδοχή της πραγματικότητας μέσα στην οποία, όμως, βουλιάζει κανείς και την υφίσταται ως ‘αντικείμενο’ – πονάει, υποφέρει, θυμώνει μ΄ αυτήν, αλλά δεν στέκεται απέναντί της και δεν την αντιμετωπίζει ως υποκείμενο.

Εκτός, όμως, από αυτή τη διαδικασία παλινδρόμησης του υποκειμένου, είναι σύμφυτη σ΄ αυτό και μια άλλη δυνατότητα, σε αντίθετη κατεύθυνση, στη βάση της οποίας ο άνθρωπος αντιμετωπίζει την πραγματικότητα και τις αντιφάσεις της ως ενεργό υποκείμενο, σε μια προσπάθεια να κυριαρχήσει πάνω της, πάνω σ΄ αυτό που θεωρείται «μοίρα», «αναπόφευκτο», σ΄ αυτό που σήμερα πλασάρεται με τη φράση «δεν υπάρχει άλλη λύση» - και όχι να κυριαρχηθεί από αυτήν.

Πάνω σ΄ αυτήν είναι που βασίζεται αυτό που είχε αποκληθεί ‘ψυχολογία της αντίστασης’ (βλ. Φ. Σκούρα, Α. Χατζηδήμου, Α. Καλούτση, Γ. Παπαδημητρίου «Η ψυχοπαθολογία της πείνας, του φόβου και του άγχους», 1947. Εκδ. Οδυσσέας 1991), με την ένταξη στην ‘ψυχολογία της ομάδας’ που μάχεται για να επιβιώσει μπροστά στο κίνδυνο του αφανισμού και που, σε αντίθεση με την παλινδρομική πορεία της απώλειας του ‘ανθρώπινου στον άνθρωπο’, αποτελεί την πεμπτουσία της ‘ανθρωποποίησης του ανθρώπου’, αυτή που τον κάνει δημιουργό και όχι υποχείριο της μοίρας του, ικανό ν΄ αντιμετωπίζει, να κυριαρχεί και να ξεπερνά τις αντιφάσεις που τον απανθρωποποιούν και τον εξοντώνουν. Αυτό που βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη της συγκεκριμένης ιστορικής στιγμής είναι, ακριβώς, η ευόδωση των όρων για την ανάπτυξη αυτής της ψυχολογίας, μέσα από τη συλλογική δράση, την ένταξη σε ομάδες και μαχόμενες συλλογικότητες για την αντιμετώπιση μιας ‘ειμαρμένης’, την οποία έχει γεννήσει μια ορισμένη ‘κοινωνική τάξη πραγμάτων’, αυτή του ‘καπιταλισμού στην θανάσιμη αγωνία του’, η επιβίωση του οποίου είναι, ακριβώς λόγω αυτής της ‘θανάσιμης αγωνίας του’, συνυφασμένη με την εξαθλίωση, την εξόντωση και των θάνατο των πολλών μέσα σ΄ αυτή την κοινωνία.

Είναι οι συνέπειες αυτού του συστήματος κοινωνικών σχέσεων που παρουσιάζονται ως ‘απουσία μέλλοντος’, είναι η απουσία μέλλοντος μέσα στις συγκεκριμένες οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες (και όχι η απουσία μέλλοντος του ανθρώπου), όπως εμφανίζεται και βιώνεται στην αυθόρμητη συνείδηση εκατομμυρίων αυτή τη στιγμή. Μάλιστα, όπως έχει παρατηρηθεί σε αντίστοιχες ιστορικές καταστάσεις βαθύτατης κοινωνικής κρίσης, τρόμου, πείνας και καταπίεσης, είναι περισσότερο ο φόβος, ή μάλλον, το ‘άγχος του άγνωστου ακόμα’ (πχ, σήμερα, της αναγγελίας, αλλά μη πλήρους ακόμα εφαρμογής, των μέτρων), ο φόβος ως μια τρομοκρατία της οποίας οι υλικές συνέπειες δεν έχουν γίνει ακόμα πλατειά αισθητές, που είναι πιο αποτελεσματικός στο να μουδιάζει ή και να παραλύει τις λαϊκές μάζες, παρά η ίδια η εφαρμογή των μέτρων, όσο κτηνώδης βάρβαρη και δολοφονική κι΄ αν είναι. Όπως επισημαίνουν οι Φ. Σκούρας κα (οππ) για τις συνθήκες της κατοχής, «η τρομοκρατία ήταν πολύ πιο αισθητή το 1942, παρά το 1944, αν και τότε σημειώθηκε το ρεκόρ των ομαδικών σφαγών και εκτελέσεων. Αποτελεσματικότερη είναι η τρομοκρατία που δεν γνωστοποιεί τα μέσα της, από την προσπάθεια τρομοκράτησης με καθημερινές ανακοινώσεις ομαδικών σφαγών και τουφεκισμών». Και ήταν τότε, το 1944, που η αντίσταση ήταν στο πιο υψηλό της σημείο, σε σχέση με την ανάπτυξη του κινήματος το 1942.

Ψυχολογία της αντίστασης’ σημαίνει μιαν εγνωσμένη αποδοχή (και όχι, ποικίλων μορφών, άρνηση) της συγκεκριμένης πραγματικότητας, όχι για να υποταχτεί κανείς

σ΄ αυτήν και να την υποστεί (με όλες τις συνέπειες στο πεδίο των αναγκών και στην ψυχική σφαίρα του υποκειμένου), αλλά για να συγκρουστεί μαζί της και να την ανατρέψει.

Το ‘νόημα’ και το ’μέλλον’ μπορεί πια να υπάρξει μόνο στην ενεργητική συμμετοχή στις διαδικασίες που ανατρέπουν την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων, η συνέχιση της ύπαρξης της οποίας είναι συνυφασμένη με την καταστροφή κάθε ‘νοήματος’ και κάθε ‘μέλλοντος’. Κι αυτοί που, πρωτίστως, είναι στερημένοι από κάθε μέλλον, από κάθε έννοια ζωής με νόημα μέσα στις υπάρχουσες συνθήκες, δηλαδή η νέα γενιά, έχουν τον πρώτο λόγο – όπως, άλλωστε, έδειξε και ο προπέρσινος Δεκέμβρης…

9 Ιουλίου 2010

Θ. Μεγαλοοικονόμου

«ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΤΟΙΧΟΥΣ»*

Το βιβλίο αυτό αποτελεί ένα πολύτιμο εργαλείο για όσους θέλουν να γνωρίσουν και να αξιοποιήσουν πρακτικά την ευρωπαϊκή εμπειρία από τις εφαρμογές, σε διάφορες χώρες, ενός εναλλακτικού ‘ψυχιατρικού παραδείγματος – μια ψυχιατρικής που θα έπρεπε επιτέλους να συλλαμβάνεται και να ασκείται με τρόπο που, όπως έλεγε ο Basaglia, «για να είναι ο ασθενής ‘πρόσωπο’ και να περιθάλπεται και να θεραπεύεται ως τέτοιο», θα έπρεπε και εμείς «να ξεχάσουμε ότι είμαστε ψυχίατροι και να θυμηθούμε ότι είμαστε ‘πρόσωπα’».

Στα περιεχόμενα του συνοψίζεται ο εξαιρετικός πλούτος μιας γνώσης που έχει προέλθει από την πρακτική εμπειρία και την επεξεργασία της, μέσα από την προσωπική συμμετοχή των συγγραφέων σε πρακτικές απεξάρθρωσης και υπέρβασης του κατεστημένου ψυχιατρικού θεσμού σε διάφορες χώρες της Ευρώπης και ταυτόχρονης οικοδόμησης υπηρεσιών ριζικά εναλλακτικών στον εγκλεισμό - μιας γνώσης θεωρητικής και πρακτικής, πολιτικής και τεχνικής για το γκρέμισμα των τοίχων, όχι μόνο των πέτρινων, αλλά και των ψευδοεπιστημονικών σχημάτων και των νοητικών κατασκευών που αντικειμενοποιούν τον άνθρωπο και τον ψυχικό του πόνο, αλλά και των κοινωνικών στερεότυπων και πρακτικών που ταξινομούν, ετικετάρουν και αποκλείουν - ως το μόνο τρόπο για ν΄ ανοιχτεί ένας δρόμος προς μιαν ουσιαστική συνάντηση με αυτό που αποκαλείται ‘ψυχική αρρώστια’.

Δεν είναι τυχαίο που μιλώντας στην παρουσίαση ενός βιβλίου όπως αυτό, με τίτλο «Πέρα από τους τοίχους», αυτό που, σχεδόν αυτόματα, συνειρμικά, μου έρχεται στο νου είναι ένας άλλος τοίχος, που δεν υπάρχει ακόμα, αλλά πρόκειται σύντομα να υψωθεί από την ελληνική κυβέρνηση, ένας πέτρινος και συρμάτινος τοίχος μήκους 12 χιλιομέτρων, στα σύνορα της Ελλάδας με την Τουρκία, προκειμένου να μπει φραγμός στη μαζική είσοδο εξαθλιωμένων μεταναστών από την Ασία και την Αφρική. Μεταναστών που συνωστίζονται και στην Ελλάδα (αδυνατώντας να φύγουν από αυτήν προς την υπόλοιπη Ευρώπη λόγω των αποφάσεων που έχει πάρει και των κανονισμών εφαρμόζει η ΕΕ), σπρωγμένοι από την μαζική εξαθλίωση και την πείνα στην οποία τους έχουν καταδικάσει οι κερδοσκοπικές επιχειρήσεις του διεθνούς κεφαλαίου και η λειτουργία της λεγόμενης ‘ελεύθερης αγοράς’, αλλά και οι στρατιωτικές εκστρατείες της Δύσης στο Ιράκ, στο Αφγανιστάν (πχ, ελληνικός στρατός συμμετέχει πειθήνια στην εκστρατεία στο Αφγανιστάν) και αλλού. Μεταναστών που κατά δεκάδες πνίγονται έξω από τα νησιά του Αιγαίου προσπαθώντας να διαφύγουν από τις στρατιωτικές δυνάμεις που περιπολούν (ενίοτε σπρωγμένοι μέσα στα νερά από τις ίδιες αυτές δυνάμεις), ακριβώς παραδίπλα στις ακτές που οι τουρίστες των ελληνικών νησιών κάνουν το μπάνιο τους. Και αναρωτιέμαι : πώς είναι δυνατό η κυβέρνηση μιας χώρας (παραδοσιακά, ‘χώρας μεταναστών’) που υψώνει (με τις ευλογίες της ΕΕ) ένα τόσο μεγάλο τοίχο κατά των μεταναστών, μιας χώρας που έχει γίνει πρωτοπόρος στο κρατικά κατευθυνόμενο ρατσισμό, στην απροκάλυπτη κακομεταχείριση και τον βασανισμό των εκατοντάδων χιλιάδων ‘απόβλητων’ της παγκοσμιοποίησης που συνωστίζονται στην Ελλάδα, μιας χώρας σε κατάσταση χρεοκοπίας που, απλώς, δεν έχει επίσημα κηρυχτεί και της οποίας, αυτή η κυβέρνηση, εφαρμόζει, κατ΄ επιταγήν του ΔΝΤ και της ΕΕ, πολιτικές που καταστρέφουν το βιοτικό επίπεδο, εξαπλώνουν την ανεργία σε πρωτοφανή έκταση και κατεδαφίζουν την Υγεία, την Παιδεία, την Κοινωνική Πρόνοια, κάθε έννοια ‘δημόσιου’, πώς είναι δυνατό αυτή, η ίδια κυβέρνηση, να εφαρμόσει πολιτικές που γκρεμίζουν τους τοίχους του ψυχιατρικού ασύλου (όταν μάλιστα ουδόλως το έχουν κάνει μέχρι τώρα οι διαδοχικές κυβερνήσεις εδώ και 25 χρόνια), πολιτικές που δημιουργούν προϋποθέσεις για την υπέρβαση της επικρατούσας ιδρυματικής βαρβαρότητας, για μια άλλη ψυχιατρική που δεν αντικειμενοποιεί, δε καθηλώνει, δεν κλειδώνει, αλλά διαλέγεται, διαπραγματεύεται, κατανοεί και απαντά σε ανάγκες, αντί να τις καταστέλλει..

Καμιά φορά μιλάμε σαν οι τοίχοι, ιδιαίτερα οι πέτρινοι, να είναι πίσω μας (του Βερολίνου), ή σαν απλώς να έχουμε να γκρεμίσουμε αυτούς που υπάρχουν (πχ, αυτού που ύψωσαν οι σιωνιστές στη Παλαιστίνη), ενώ οι αόρατοι τοίχοι και διαχωρισμοί δεν έπαψαν ποτέ να υπάρχουν, να βαθαίνουν και να πολλαπλασιάζονται (φυλετικοί, εθνικοί, ταξικοί κοκ), και ενώ φαίνεται ότι έχουμε ήδη περάσει σε μιαν εποχή που είναι συνυφασμένη με την εκ νέου μαζική οικοδόμηση και πέτρινων, ορατών τοίχων, με την επάνοδο, πλέον, της όλο και πιο ανοιχτής και απροκάλυπτης και όχι απλώς συγκεκαλυμμένης βίας.

Γιατί τι άλλο είναι τα τείχη (και οι τοίχοι) που πρέπει να υπερβούμε για συναντήσουμε πραγματικά τον ‘άλλο’, και, μέσω αυτού τον εαυτό μας, αν όχι ένας τρόπος του σχετίζεσθαι, που προσδιορίζεται από ένα τρόπο κοινωνικής οργάνωσης που βασίζεται στην ταξική διαίρεση και στην αντιπαράθεση των απόλυτων ταυτοτήτων, εθνικών, φυλετικών, θρησκευτικών κοκ, αλλά και που διακρίνεται, σ΄ ένα άλλο επίπεδο, από την προϊούσα, την προηγούμενη περίοδο, αποσυλλογικοποίηση και εξατομίκευση, με τη δημιουργία ενός κοινωνικού ιστού που συγκροτείται από την αντιπαράθεση ανταγωνιζόμενων ατομικοτήτων.

Θα θυμηθώ, εδώ, και πάλι τον Basaglia, στη αφήγηση που κάνει για την επίσκεψή του σ΄ ένα ψυχιατρείο στη Αγγλία, όταν ήταν ακόμα πολύ νέος. Βλέποντας τη διαφορά από αυτό που ήξερε από την Ιταλία εκείνης της περιόδου ρωτάει «τι σημαίνει ίδρυμα;» Και η απάντηση που πήρε από τον συνομιλητή του, σε συνδυασμό με τα βλέμμα που αυτός έριξε γύρω στο δωμάτιο εντός του ψυχιατρείου στο οποίο βρίσκονταν, ήταν «το ίδρυμα είναι…αυτό». Και είναι σημαντική η ενόραση, όπως την ονομάζει, του Basaglia εκείνη τη στιγμή: «Το ίδρυμα είμαστε εμείς οι δυο…οι συζητήσεις που κάναμε εκείνη τη στιγμή, ήταν συζητήσεις που έκλειναν ή άνοιγαν το ίδρυμα που είμαστε εμείς οι δύο…». Και δεν παραλείπει να υπογραμμίσει: «αυτό ήταν στη συζήτηση, γιατί στη συνέχεια είναι το να πράξεις». Είναι η πράξη...

Σε διάφορα κείμενα του βιβλίου επανέρχεται το ζήτημα της μηχανικής καθήλωσης (και είναι μόνο σε μια τέτοια κατεύθυνση, όπως αυτή στην οποία κινούνται οι συγγραφείς αυτού του βιβλίου, που μπορεί να το δει κανείς αυτό) ως μια ακραία στιγμή στη διαδικασία της ακύρωσης και της πραγμοποίησης του προσώπου μέσα στο (και από το) σύστημα της κατεστημένης ψυχιατρικής. Είναι μια πρακτική που αντανακλά την φτώχεια (θεωρητική και θεραπευτική) της ψυχιατρικής και την ανικανότητά της ν΄ αντιμετωπίσει το ψυχικά πάσχων άτομο ως υποκείμενο, ως ένα ανθρώπινο ον στην ολότητα του και με πλήρη αναγνώριση των δικαιωμάτων του.

Πιστεύω ότι αυτό που ο G. Agamben έχει περιγράψει και αποκαλέσει ‘homo sacer’ και που αφορά την κατάσταση του απογυμνωμένου από κάθε δικαίωμα ανθρώπου από την άσκηση της κυριαρχίας και του ελέγχου από έναν κυρίαρχο μέσω μιας «κατάστασης εξαίρεσης» (μια κατάσταση, δηλαδή, στην βάση της οποίας, ο κυρίαρχος μπορεί να κάνει οτιδήποτε πάνω σ΄ αυτή την «γυμνή ζωή», χωρίς να θεωρείται ότι διαπράττει αδίκημα ή έγκλημα), αφορά και την κατάσταση στη οποία, παραδοσιακά και μέχρι τις μέρες μας, περιέρχεται ο ψυχικά πάσχων απέναντι στην ψυχιατρική εξουσία. Μια εξουσία, δηλαδή, που και αυτή (στην επικρατούσα εκδοχή της, της κατεστημένης θεσμικής ψυχιατρικής) λειτουργεί μέσα από «διαρκείς καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης» και μέσα από ένα διαρκή έλεγχο πάνω στον ψυχικά πάσχοντα μέσω μιας «κατάστασης εξαίρεσης».

Η θεωρία της «εκτάκτου ανάγκης» δεν είναι τίποτα παραπάνω από μια θεωρία της «εξαίρεσης», χάρη στην οποία, «μια απομονωμένη περίπτωση απαλλάσσεται από την υποχρέωση να τηρείται γι΄ αυτήν ο νόμος».

Ωστόσο, η έννοια της «εκτάκτου ανάγκης» δεν έχει μιαν αντικειμενική βάση, ένα αντικειμενικό κριτήριο, βάσει του οποίου κηρύσσεται. Είναι μια τελείως υποκειμενική έννοια που σχετίζεται με τις προθέσεις, τους στόχους, τους σκοπούς που κάποιος επιδιώκει.

Μέσα σ΄ ένα σύστημα (όπως το ψυχιατρικό, αλλά όχι μόνο), που λειτουργεί στη βάση μιας «διαρκούς κατάστασης εκτάκτου ανάγκης», είναι αναμενόμενο ότι, σε κάθε στιγμή, η «έκτακτη ανάγκη» μπορεί να κατασκευαστεί και ακολούθως να επιβεβαιωθεί από την υποκειμενική κρίση αυτών που έχουν την εξουσία, δηλαδή, εν προκειμένω, των ψυχιάτρων.

Για να μπορέσει να υπάρξει μια άλλου τύπου συνάντηση με τον ψυχικά πάσχοντα, για να βγουν πρακτικές, όπως οι μηχανικές καθηλώσεις, εκτός πάσης συζήτησης και να υπάρχουν μόνο ως έκθεμα στα μουσεία της ψυχιατρικής βαρβαρότητας, είναι αναγκαία η υπέρβαση του ψυχιατρείου (ως, εκ της φύσεώς του, ολοπαγούς ιδρύματος) και η μεταφορά των υπηρεσιών ψυχικής υγείας στην κοινότητα. Το ψυχιατρείο πρέπει να ξεπεραστεί όχι απλώς ως χώρος αλλά, πρωτίστως, ως τρόπος αντιμετώπισης (εκμηδένισης, αντικειμενοποίησης, πραγμοποίησης) του ψυχικά πάσχοντος προσώπου. Η υπέρβαση του ψυχιατρείου, ωστόσο, δεν μπορεί να είναι παρά μια στιγμή στην υπέρβαση (ανατροπή) της δεδομένης Κοινωνικής Τάξης, που παράγει τους ποικίλους αποκλεισμούς και λειτουργεί ταξινομώντας, ετικετάροντας και τοποθετώντας ομάδες στην κατάσταση του ‘homo sacer’.

Το ζήτημα, δηλαδή, της άρνησης και της υπέρβασης των «καταστάσεων εξαίρεσης» και των «καταστάσεων εκτάκτου ανάγκης» (ως καταστάσεων μιας γενικευμένης «ανομίας» που έχει μετατραπεί σε επικρατούσα κανονικότητα), οι οποίες αφορούν όχι μόνο τα ψυχικά πάσχοντα υποκείμενα, αλλά όλους τους περιθωριοποιημένους, αποκλεισμένους και καταπιεσμένους ανθρώπους, είναι, πρωτίστως, ένα κοινωνικό και πολιτικό ζήτημα.

Τα περιεχόμενα του βιβλίου για το οποίο συζητούμε σήμερα, η καταγεγραμμένη εμπειρία και πρακτική, αλλά και το θεωρητικό της υπόβαθρο, είναι ένας αδιάψευστος μάρτυς ότι αυτό που φαίνεται ως εξαιρετικά δύσκολο έως και αδύνατο, σε μιαν εποχή σαν αυτή, είναι δυνατό και ένας από τους όρους για να γίνει δυνατό είναι τα εργαλεία, οι ιδέες και οι κατευθύνσεις που περιέχονται σ΄ αυτό.

Θ. Μεγαλοοικονόμου

 

 

*Συμμετοχή στην παρουσίαση του βιβλίου «Πέρα από τους τοίχους. Η Αποϊδρυματοποίηση στις πιο καλές Ευρωπαϊκές πρακτικές στην ψυχική υγεία» (δίγλωσση έκδοση, «Beyond the walls» και «Oltre i muri»), που έγινε στη Τεργέστη, στις 13 Απρίλη 2011.


Μερικά χρόνια πριν, ήταν απλώς σκηνές από επίκαιρα και ταινίες εποχής, από την κρίση που ξέσπασε το 1929, όταν αυτή η κρίση εικονογραφούνταν από ανθρώπους (εν προκειμένω, χρεωκοπημένους της Γουώλ Στρήτ) να πέφτουν από παράθυρα ουρανοξυστών και ν΄ αυτοκτονούν.

Σήμερα, αυτή η εικόνα και άλλες παρεμφερείς, τείνει να γίνεται η καθημερινή ζοφερή πραγματικότητα στη Ελλάδα του μνημονίου.

Σε μια χώρα που έχει από τα πιο χαμηλά ποσοστά αυτοκτονιών παγκοσμίως, παρατηρήθηκε τα τελευταία χρόνια (δεν είναι σημερινό φαινόμενο) μια ραγδαία αύξηση των αυτοκτονιών (17%, στην περίοδο 2007-9, πριν, δηλαδή, ξεσπάσει η σημερινή κρίση και η κατάσταση της κατ΄ ουσίαν πτώχευσης της χώρας). Στη συνέχεια, σύμφωνα με ήδη δημοσιευθέντα στοιχεία, την περίοδο μεταξύ 2009 και 2010, παρατηρείται ένας σχεδόν διπλασιασμός των αυτοκτονιών (από περίπου μια ημερησίως, κατά μέσον όρο, ή 2.8% ανά 100.000 κατοίκους, το 2009, έφτασαν τις δύο ημερησίως, κατά μέσον όρο, ή 5.7% ανά 100.000 κατοίκους, το 2010).

Αύξηση αναμενόμενη, αν σκεφτεί κανείς ότι, σύμφωνα με διασταυρωμένες έρευνες σε Ευρώπη και Αμερική, κάθε αύξηση της ανεργίας κατά 3%, φέρει αύξηση των αυτοκτονιών κατά 5% (και των θανάτων που σχετίζονται με το αλκοόλ κατά 30%).

Παρόλο που τα ποσοστά των αυτοκτονιών εξακολουθούν να παραμένουν από τα πιο χαμηλά διεθνώς, αυτό που έχει σημασία είναι ότι παρουσιάζεται εδώ ένας από τους πιο υψηλούς, διεθνώς, ρυθμός ανόδου του αριθμού των ατόμων που οδηγούνται να βάζουν τέρμα στη ζωή τους.

Τα γεγονός ότι η κατάθλιψη, που συνδέεται ως ψυχοπαθολογική κατάσταση με την αυτοκτονία, αποτελεί την κατεξοχήν ψυχική διαταραχή της κρίσης (μαζί με τις αγχώδεις διαταραχές και, μεταξύ αυτών, ιδιαίτερα των κρίσεων πανικού) δείχνει τον καθοριστικό ρόλο που παίζει εν προκειμένω όχι μια περιγεγραμμένη ψυχοπαθολογική οντότητα, αλλά η αλληλεπίδραση του κοινωνικού πλαισίου με έναν εαυτό, που έχει τη δική του, ιδιαίτερη ιστορία και συγκρότηση.

Μια σειρά από συνθήκες (συνάρτηση εσωτερικών και εξωτερικών διεργασιών) οδηγούν σ΄ αυτή την ‘αποδόμηση της χρονικότητας’, που διακρίνει τον βαριά καταθλιπτικό και τον απελπισμένο, ο οποίος οδηγείται στην αυτοκτονία - μια κατάσταση όπου το παρελθόν δεν περνά (δεν γίνεται ‘παρελθόν’), μη επιτρέποντας, έτσι, στο παρόν να υπάρξει και στο μέλλον να έλθει. Μαζί με την επιθυμία, όταν το μέλλον ‘κλείνει’, εξανεμίζεται και η ελπίδα, που αποτελεί τον φέροντα οργανισμό της ανθρώπινης ύπαρξης, στο βαθμό που θεμελιώνει και κάνει δυνατή τη ζωή ως τον ορίζοντα που ανοίγει και αποκαλύπτεται ως μια προοπτική.

Αυτή η αγωνία του θανάτου που κατακλύζει το άτομο, που βιώνει την αδυναμία του ‘να μη μπορεί πια να ελπίζει’, σήμερα τροφοδοτείται (όταν δεν παράγεται) από την ανεργία και τις ευέλικτες σχέσεις εργασίας, που αυξάνουν την αβεβαιότητα και την κοινωνική απελπισία, από την ταυτόχρονη κατάρρευση εργασίας και κοινωνικού κράτους, από τα χρέη που δεν μπορούν να εξυπηρετηθούν, από το σπίτι που κατάσχεται, από το μαγαζί που βάζει λουκέτο, από την διάρρηξη των προσωπικών και οικογενειακών σχέσεων, από την κρίση προοπτικών, που βιώνουν ιδιαίτερα οι νέοι. Η κρίση, εν τέλει, ακουμπάει κάτι πολύ πιο βαθύ, που αφορά την απώλεια της ‘ταυτότητας’ (αυτής που συγκροτούσε ο κοινωνικός ρόλος του κανονικά εργαζόμενου και η επιδίωξη και/ή επίτευξη της οικονομικής επάρκειας) και το ίδιο το νόημα της ζωής.

Ανάλογη κρίση ‘ταυτότητας’ αντιμετωπίζουν και στελέχη του συστήματος (ανώτερα ή κατώτερα), αυτά που ήταν η προσωποποίηση της κοινωνικής επιτυχίας, αποτελώντας, κάποτε, την ενσάρκωση του λεγόμενου ‘οικονομικού θαύματος’. Και εδώ, απώλεια νοήματος, εξατομίκευση, αίσθημα παγίδευσης και απομόνωσης μέσα σε συνθήκες που έχει δημιουργήσει η εμφάνιση νέων αντιφάσεων, εντός των οποίων αδυνατεί κανείς να λειτουργήσει όπως είχε μάθει μέχρι τώρα, Εχοντας μάθει να λειτουργεί ως άτομο και όχι ως συλλογικότητα, αισθάνεται ότι μερικοί τρόποι με τους οποίους είχε συνηθίσει να διαπραγματεύεται και να ‘τα καταφέρνει’ μέχρι τώρα, ‘δεν περνούν’ πια, αφήνοντάς του, έτσι, ως μόνη επιλογή, ή να συμμορφωθεί, ή να αντιδράσει με μορφές που ενέχουν μια δόση βιαιότητας, ενίοτε κατά των άλλων, αλλά συνήθως κατά του εαυτού. Συνήθως, εδώ, τα κτίρια, όπου λειτουργεί κανείς, είναι πολυόροφα και η έξοδος από το μπαλκόνι αποτελεί την πιο άμεσα διαθέσιμη, αλλά και πιο ασφαλή, για το σκοπό της, διαδρομή της

παρόρμησης που καλλιεργεί η απελπισία.

Και είναι ακριβώς σ΄ αυτές τις συνθήκες, οι οποίες παροξύνουν στο έπακρο τον ψυχικό πόνο (και που συχνά οδηγούν στον θάνατο) που η κυβέρνηση της τρόικας διαλύει, ταυτόχρονα, τις υπηρεσίες ψυχικής υγείας (όπως και της υγείας συνολικά), συντελώντας στη στέρηση υπηρεσιών και φροντίδας, που θα μπορούσαν ν΄ ανακουφίσουν αυτό τον πόνο και να στηρίξουν το πάσχων υποκείμενο σε επιλογές ζωής και όχι θανάτου.

Καθώς η ραγδαία αύξηση των ψυχικών διαταραχών και ιδιαίτερα οι αυτοκτονίες, όπως και η εξίσου ραγδαία αύξηση των θανάτων από το αλκοόλ, τις τοξικές ουσίες κλπ, συμβαίνουν λόγω των οικονομικών μέτρων που οδηγούν σε αδιέξοδο και καταστρέφουν τη ζωή εκατομμυρίων, το ερώτημα, που αναπόφευκτα τίθεται, αφορά στις ευθύνες αυτών που παίρνουν αυτά τα μέτρα, αυτής, δηλαδή, της κυβέρνησης και αυτής της ‘Βουλής’, που ξέρουν πολύ καλά, αυτά τα μέτρα, τι συνέπειες έχουν.

Ιδιαίτερα, μάλιστα, σε μιαν εποχή που η έρευνα και οι μελέτες, εδώ και πάνω από 80 χρόνια, για τις επιπτώσεις του ‘οικονομικού κύκλου’ στην υγεία και στην ψυχική υγεία, στην ζωή και στον θάνατο πλατειών κοινωνικών στρωμάτων εξαιτίας των μέτρων οικονομικής εξόντωσης των πολλών για την ανάκτηση και την διατήρηση της κερδοφορίας των (πολύ) λίγων, είναι απολύτως γνωστές σ΄ αυτούς που παίρνουν αυτά τα μέτρα. Ξέρουν, δηλαδή, ότι με τα μέτρα αυτά σκοτώνουν ανθρώπους.

25/9/2011

Θ. Μεγαλοοικονόμου

Οι συνέπειες στην ψυχική υγεία των πλατειών λαϊκών στρωμάτων από το σοκ των οικονομικών μέτρων που αποφάσισε η κυβέρνηση, κατ΄ εντολήν της ΕΕ και του ΔΝΤ, είναι ήδη ορατές στα οδυνηρά βιώματα και εμπειρίες όλο και περισσότερων από τους προσερχόμενους στα εξωτερικά ιατρεία και στις όποιες πρωτοβάθμιες υπηρεσίες ψυχικής υγείας και πρόκειται να γίνονται διαρκώς πιο δραματικές όσο αυτά τα μέτρα θα μπαίνουν σε εφαρμογή (και θα πολλαπλασιάζονται διαρκώς επιδεινούμενα), καταστρέφοντας όχι μόνο το παρόν εκατομμυρίων, αλλά και το μέλλον μιας ολόκληρης (τουλάχιστον) γενιάς.

Η κατάσταση θα γίνεται διαρκώς ακόμα πιο δύσκολη για τα άτομα με πιο σοβαρές και πολύπλοκες ανάγκες (ψυχωτικές και άλλες) και για τις οικογένειές τους, καθώς οι κοινωνικές και θεσμικές προϋποθέσεις της ανάρρωσής τους (υλικές/οικονομικές, σχεσιακές, δυνατοτήτων και κουλτούρας των θεραπευτικών θεσμών κλπ) θα φθίνουν διαρκώς και θα συρρικνώνονται μέσα σε μια κοινωνική οργάνωση που θα λειτουργεί αφήνοντας χώρο μόνο για τους «λίγους», ενώ θα σπρώχνει στην εξαθλίωση, στον αποκλεισμό, στην κατασταλτική διαχείριση και στον θάνατο όλο και πιο πολλούς.

Αυτό δεν αποτελεί έναν ‘απαισιόδοξο’ (ή, κατ΄ άλλους, ‘εξτρεμιστικό’) ισχυρισμό : πηγάζει από τα καταγεγραμμένα δεδομένα και την όλη γνώση μας, εδώ και πάνω από 100 χρόνια, για τη σχέση ανάμεσα στην καπιταλιστική οικονομία, σε περιόδους ‘άνθησης’ και κρίσης, και στην επίπτωσή της, αντίστοιχα, στην ψυχική υγεία γενικά και στην έκβαση των πιο σοβαρών ψυχικών διαταραχών ειδικότερα, καθώς και στην αντίστοιχη κουλτούρα μιας ψυχιατρικής που δεν αμφισβητεί την δεδομένη κοινωνική τάξη, κατ΄ εντολήν της οποίας λειτουργεί. Η μόνη διαφορά είναι ότι, σήμερα, η κατάσταση μπορεί να εξελιχθεί πολύ χειρότερα. Ένα όλο και πιο υποχρηματοδοτημένο και υποστελεχωμένο σύστημα υπηρεσιών ψυχικής υγείας, με ήδη παγιωμένη την «διπλής όψεως» κατασταλτική κουλτούρα (αφενός του εγκλεισμού και της ιδρυματικής βίας και, αφετέρου, της εγκατάλειψης), καλείται, πλέον, ν΄ απαντήσει σ’ ένα όλο και μεγαλύτερο όγκο, όλο και πιο πολύπλοκων κοινωνικών αναγκών, που η οικονομική και κοινωνική κρίση σπρώχνει «εκτός», ψυχιατρικοποιώντας τις (και άλλοτε ποινικοποιώντας τις) και αναθέτοντάς τις στους εντεταλμένους για την κάθε κατηγορία (άκρως χρεοκοπημένους και σε αξεπέραστη κρίση) θεσμούς, είτε προς «θεραπεία», είτε προς «σωφρονισμό».

Επικεντρώνοντας, εδώ, στις επιπτώσεις στην ψυχική υγεία γενικά, γνωρίζουμε πώς η οικονομική κρίση γίνεται κρίση οικογενειακή και κρίση προσωπική, οδηγώντας, όταν δεν φαίνεται διέξοδος, στην κατάθλιψη (την κατ΄ εξοχήν ψυχική διαταραχή της οικονομικής ύφεσης). Σ΄ ένα σύστημα που δομεί την προσωπική ταυτότητα (την αυταξία και τον αυτοσεβασμό) μέσω της μισθωτής εργασίας, η «επιστροφή στο σπίτι» σηματοδοτεί μια «ήττα». Μια ήττα που το άτομο οδηγείται αφενός να θεωρεί ως προσωπική του ευθύνη και αφετέρου ότι, για την αντιμετώπιση των συνεπειών της, δεν υπάρχουν παρά ατομικές λύσεις.

Η οικονομική κρίση αγγίζει κάτι πιο βαθύ από το οικονομικό, που είναι το νόημα της ζωής - μια κρίση προοπτικών που βιώνουν προπαντός οι νέοι.

Τα άτομα αισθάνονται παγιδευμένα μέσα σε μια κατάσταση χωρίς διέξοδο. Ανεργία και ελαστικές σχέσεις εργασίας αυξάνουν την κοινωνική απελπισία, μέσα σε μια κατάσταση όπου καταρρέουν ταυτόχρονα και εργασία και κράτος πρόνοιας.

Ξανά, όλο και πιο πλατειά λαϊκά στρώματα οδηγούνται να ζουν «μέρα με τη μέρα»,

σε συνθήκες καθολικής επισφάλειας. Υποφέρουν τόσο αυτοί που εξακολουθούν να έχουν εργασία (με τους εξοντωτικούς όρους στους οποίους πρέπει να συμμορφωθούν για την διατηρήσουν), όσο και αυτοί που δεν έχουν, οι οποίοι βουλιάζουν (κυριολεκτικά) στο τέλμα της μακροχρόνιας ανεργίας.

Λειτουργώντας σε μια κατάσταση που διακρίνεται από την αποσυλλογικοποίηση των διαδικασιών στο χώρο εργασίας (όσο και εκτός αυτού) και από μια προϊούσα εξατομίκευση, το άτομο, που βρίσκεται ξαφνικά στο βυθό αυτής της κρίσης, νοιώθει, συχνά, τελείως απομονωμένο και αποξενωμένο, μέσα σε μια νέα κατάσταση γύρω του, που απαξιώνει συστηματικά τους τρόπους που είχε μάθει να διαπραγματεύεται και να διεκδικεί : συχνά, δεν φαίνεται να του επιτρέπεται παρά μόνο η επιλογή να «συμμορφωθεί» με τη νέα κατάσταση και να παθητικοποιηθεί, να υποταχτεί, ή να υιοθετήσει μορφές έκφρασης που περιέχουν μια δόση βιαιότητας… και κατά του εαυτού….Εξ’ ου και οι αυτοκτονίες σε αναδιαρθρούμενες/ιδιωτικοποιούμενες επιχειρήσεις, όπως η France Telecom, αλλά και αλλού, σ΄ ολόκληρη την Ευρώπη, όπως και στην Ελλάδα, όπου το σοκ της κρίσης που ξέσπασε με την επέμβαση του ΔΝΤ, έστρεψε το ενδιαφέρον κάποιων ΜΜΕ στην ανάδειξη της καθοριστικής συμβολής της απώλειας της θέσης εργασίας και του οικονομικού στραγγαλισμού του υποκειμένου σε μερικές από τις πρόσφατες αυτοκτονίες σ΄ αυτή τη χώρα.

Είναι γνωστό ότι, σύμφωνα με αμερικανικές μελέτες, κάθε αύξηση της ανεργίας κατά 3% φέρνει αύξηση των αυτοκτονιών κατά 5% και των θανάτων από αλκοόλ κατά 30%. Μελέτες σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες έχουν δείξει, μέσα στο 2009, αύξηση των καταθλιπτικών διαταραχών κατά 15% και των αγχωδών διαταραχών κατά 30%.

Η καλλιέργεια του «δέους και του φόβου» απέναντι στο υποτιθέμενο «αναπόφευκτο» αυτών των μέτρων και στην «παντοδυναμία» των «ισχυρών», σε συνδυασμό με το τεχνηέντως καλλιεργούμενο και διαχεόμενο, μέσω των ΜΜΕ, ιδεολόγημα για την αδυναμία «ημών των ‘ενόχων’ που ‘φτιάξαμε’ αυτό το τεράστιο χρέος», αφήνει (αν και εν μέσω διαρκώς κλιμακούμενων κινητοποιήσεων) ακόμα πολλούς εμβρόντητους και αδρανείς και ορισμένους μέχρι και να «ταυτίζονται με τον επιτιθέμενο» και να δικαιολογούν τα μέτρα ως «αναγκαία». Το μήνυμα που προσπαθούν να περάσουν είναι σαφές: «δεν υπάρχει άλλη λύση», κάθε αντίσταση (βοηθούσης και της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, ανεξαρτήτως απόχρωσης) μπορεί να κρατήσει μόνο για λίγο, ότι, εν τέλει, είναι μάταιη, καθώς η «παντοδυναμία του αναπόφευκτου» είναι τέτοια, που το τέλος (η επιβολή της εξαθλίωσης των πολλών για την διάσωση και την αύξηση των κερδών των τραπεζιτών) είναι προδιαγεγραμμένο.

Όπως σ΄ όλες τις αντίστοιχες κρίσιμες κοινωνικές καταστάσεις, είναι ακριβώς η καλλιέργεια αυτού του μηνύματος στο επίπεδο ολόκληρης της κοινωνίας, σε εθνική, ευρωπαϊκή και πλανητική κλίμακα, που είναι η πιο επικίνδυνη, όχι μόνο για την ψυχική μας υγεία, αλλά για την ίδια τη ζωή μας, για ολόκληρη την κοινωνία και τον ανθρώπινο πολιτισμό στο σύνολό του.

Καθώς όλο και περισσότεροι παραλληλίζουν, τηρουμένων των αναλογιών, την πρόσφατη επιβολή στη χώρα του Διευθυντηρίου ΕΕ/ΔΝΤ, με την κατοχή του 1941-44, είναι, θεωρούμε, εξαιρετικά χρήσιμο να ανατρέξουμε σε μιαν από τις πιο σημαντικές και αυθεντικές αναλύσεις που έχουν γίνει για τις συνέπειες της πείνας και του τρόμου (από μια ξένη στρατιωτική κατοχή, τότε) στην ψυχική υγεία.

Όπως γράφουν οι Φ. Σκούρας, Α. Χατζηδήμου, Α. Καλούτσης και Γ. Παπαδημητρίου στο βιβλίο τους, «Η Ψυχοπαθολογία της Πείνας, του Φόβου και του Αγχους» (1947), η «ψυχολογική παλινδρόμηση» που εμφανίστηκε αρχικά στη συμπεριφορά των ανθρώπων, λόγω των τραυματικών γεγονότων εκείνης της περιόδου, που προκλήθηκαν από την πείνα και τον τρόμο - μια παλινδρόμηση που έφτανε μέχρι την κατάθλιψη, την απάθεια και την παθητικότητα και ακόμα, μέχρι την απώλεια της «ανθρώπινης ιδιότητας» του ανθρώπου - συνοδεύτηκε και από την αντίθετη εξέλιξη, από αυτό που αποκλήθηκε «ψυχολογικός ρόλος της αντίστασης». Όταν, δηλαδή, όπως γράφουν, «η δυσάρεστη, αγχώδης και οξεία συγκινησιακή ένταση μειωνόταν και μεταμορφωνόταν σε συνειδητή δράση. Η αντίσταση έπαιρνε συγκεκριμένες μορφές πάλης όσο περισσότερο η συγκινησιακή ένταση της συνείδησης μεταμορφωνόταν σε γνωστικό όρο της συνείδησης. Αυτή η πορεία είναι αντίθετη σε κείνη της παλινδρόμησης». Η «ψυχολογία της αντίστασης» ήταν ο κύριος παράγοντας, που προστάτευε την προσωπικότητα από την διάλυση και την εκμηδένιση. Η ψυχολογία του ατόμου ήταν η ψυχολογία ενός μέλους της ομάδας, με την ενσωμάτωση στις αντιστασιακές οργανώσεις. Ηταν, μάλιστα, παρατηρούν, αυτή η «ψυχολογία της αντίστασης» που λειτούργησε ως προστασία από νευρωτικές διαταραχές – οι οποίες, σημειωτέον, μετά το τέλος του πολέμου, αυξήθηκαν πολύ.

Εχει, επομένως, μεγάλη σημασία το πώς οι επαγγελματίες ψυχικής υγείας θα «διαβάσουν» τα κλιμακούμενα, σήμερα, αιτήματα για απάντηση σε καταστάσεις ψυχικής δυσφορίας, απόγνωσης, απελπισίας, «αυτοκτονικού ιδεασμού», ή άλλων μορφών οξύτατης ψυχικής οδύνης. Θα εξακολουθήσουν να τα «διαβάζουν» ως καταστάσεις «χημικής ανισορροπίας» (chemical imbalance) του εγκεφάλου, που χρειάζονται απλώς ψυχοφάρμακο (οι μεν), ή ως γεγονότα της ψυχολογίας του ατόμου (οι δε) που χρειάζονται, απλώς, την, κοινωνικά αποστειρωμένη, «κατάλληλη» ψυχοθεραπευτική τεχνική;

Ισως, ακριβώς σήμερα, είναι ακόμα πιο επίκαιρη η επισήμανση του Franco Basaglia ότι, μέσα στη δοσμένη κοινωνία, η πολιτικοποίηση της πράξης μας είναι, ακόμα, αυτή που μπορεί να την καταστήσει πραγματικά θεραπευτική πράξη, ικανή να συμπέσει με την ανάδειξη, σε όλα τα επίπεδα, των κρυμμένων αντιφάσεων του συστήματος μέσα στο οποίο ζούμε (καταμερισμός εργασίας, διαίρεση/ κατακερματισμός των επιστημών, συγκεκριμένη ιεραρχία των αξιών). Το να ανάγουμε, ή να επιτρέπουμε την απορρόφηση του πολιτικού χαρακτήρα (ή των πολιτικών παραμέτρων) των πρακτικών μας σε απλές τεχνικές (βιολογικές, ψυχοθεραπευτικές κλπ) δεν συντελεί παρά στην διαιώνιση τη χειραγώγησης και της προσαρμογής των αναγκών των ανθρώπων στις ανάγκες του συστήματος, τη στιγμή που οι ανάγκες αυτές των ανθρώπων, που μας τίθενται, απαιτούν απαντήσεις πολιτικές,

Το ζήτημα, επομένως, είναι πώς θα σταθεί κανείς απέναντι σ΄ αυτή την κατάσταση, ξεπερνώντας τους όρους της εξατομίκευσης, επανεγκαθιδρύοντας την ανάγκη και τους όρους του συλλογικού και αναπτύσσοντας, σ΄ αυτή τη βάση, το πνεύμα και την ψυχολογία της αντίστασης, ως μια υψηλή στιγμή στην αυτοσυνείδησή μας και στη συγκρότηση της υποκειμενικότητάς μας, στη δημιουργία των όρων για την εκδίπλωση των ανθρώπινων, δημιουργικών μας δυνατοτήτων – αυτών που μπορούν να μεταμορφώσουν τον καθένα σε συνάρτηση με τη μεταμόρφωση του κόσμου - με τρόπο που θα μας επιτρέψει (σε όλους από κοινού, λειτουργούς ψυχικής υγείας, ‘χρήστες’ των υπηρεσιών, οικογένειες, σε σύνδεση με το ευρύτερο κοινωνικό κίνημα) ν΄ αντιμετωπίσουμε την κατάσταση ως υποκείμενα αντί να την υποστούμε ως αντικείμενα.

25-5-2010

Θ. ΜΕΓΑΛΟΟΙΚΟΝΌΜΟΥ

Νέα του Blog

Το αδύνατο που έγινε δυνατό

20.02.2017 | Slider
Εμφανίσεις: 4225