"Ένας άσημος Αγωνιστής για την ψυχιατρική μεταρρύθμηση"
Μνήμη Γιώργου Γιαννουλόπουλου
«Να δούμε αν εγώ θα ζω μέχρι του χρόνου» είχε πει ο 56χρονος τότε Γιώργος Γιαννουλόπουλος σε μια ομιλία του στο Α.Π.Θ. Ψυχικά πάσχων μεν, σε άριστη όμως σωματική υγεία. Πάντα ο Γιώργος στην κουβέντα έθετε το θέμα του χαμηλού προσδόκιμου ζωής των ψυχικά πασχόντων, αποδίδοντάς το στην υψηλή δοσολογία φαρμάκων.
Έγραφε: «Καλύτερα να μη συζητήσουμε ποιος είναι ο προσδόκιμος χρόνος ζωής και ποια η αναλογία θανάτων ανάμεσα στους χρήστες ψυχοφαρμάκων και στον γενικό πληθυσμό [...] Πόσοι από αυτούς που καταναλώνουν ψυχοφάρμακα έχουν ενημερωθεί ότι το προσδόκιμο ζωής τους είναι δεκαπέντε χρόνια περίπου κάτω του υπόλοιπου πληθυσμού και ότι η αναλογία θανάτων μεταξύ των χρηστών ψυχοφαρμάκων και του γενικού πληθυσμού είναι 20/1. Αν αυτό δεν είναι κοινωνική ευγονική τότε τι είναι; [...] Μαθαίνω ότι σε άλλα κράτη της Ε.Ε. σιωπηρά αν όχι επίσημα μπορεί ένας ψυχασθενής να δοκιμάσει εναλλακτικές μεθόδους θεραπείας χωρίς ψυχοφάρμακα. Εδώ αν υποβάλεις τέτοιο αίτημα θα νομίσουν ότι τρελάθηκες πιο πολύ [...] Αυτά τα χημικά έχουν τόσες παρενέργειες πολλές φορές θανατηφόρες που πολλοί από εμάς προβληματίζονται σοβαρά για την αναγκαιότητα της λήψης τους [...] Εδώ ισχύουν και ντιρεκτίβες των ψυχοφαρμακευτικών εταιρειών, και δεν νομίζω ότι τα συμφέροντα των εταιρειών αυτών είναι ίδια με τα συμφέροντα των καταναλωτών ψυχοφαρμάκων. Κάθε άλλο μάλιστα.»
Προφητικός; Τεκμηριωμένος; Και τα δύο; Πάντως ο Γιώργος Γιαννουλόπουλος έφυγε από τη ζωή στα 57 του χρόνια.
Ο Γιώργος ήταν βαθύς μελετητής της ανθρώπινης ύπαρξης και του ευρύτερου κοινωνικού γίγνεσθαι. Η βιβλιοθήκη του ήταν φορτωμένη ίσαμε πάνω με βιβλία και, όσα δεν χωρούσαν στα ράφια, βρίσκονταν στιβαγμένα σε κούτες στο πάτωμα. Γνωριστήκαμε καλύτερα προ χρόνων, σ’ ένα ταξίδι μας για κάποιο συνέδριο, στη Θεσσαλονίκη. Βγήκαμε το βράδυ έξω, οι δυο μας, στα Λαδάδικα. Ήμερος, οξυδερκής, ευγενής, καλωσυνάτος. Κουβεντιάζαμε επί παντός επιστητού. Είχε πλατειά ενδιαφέροντα, βαθειές γνώσεις, ευρείς ορίζοντες. Μιλούσαμε για αρχαιολογία, μου έλεγε για τη χαμένη Ατλαντίδα, για παλιούς πολιτισμούς.
Στην πορεία γνώρισα και την άλλη όψη του Γιώργου: Τον μαχητή για τα ανθρώπινα δικαιώματα, τον άξιο εκπρόσωπο των ανθρώπων με ψυχιατρική εμπειρία, τον αγωνιστή για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, όχι μόνο στα λόγια αλλά και με τη στάση ζωής του. Τον ελεύθερο άνθρωπο.
Ο Γιώργος Γιαννουλόπουλος έσβυσε πρόσφατα, μετά από πολύμηνη μάχη με τον καρκίνο. Ήθελε να πεθάνει όρθιος, δεν το κατάφερε όμως. Κατάκοιτος, με διαταραγμένο το οπτικό πεδίο, μη μπορώντας να διαβάζει τα αγαπημένα του βιβλία ούτε καν να βλέπει τηλεόραση. Με τη σκέψη όμως στραμμένη στους αγώνες για την ψυχική υγεία.
Στη τελευταία μας συνάντηση δυο βδομάδες περίπου προτού φύγει από κοντά μας, αν και είχε πια εμφανώς «βαρύνει», διατηρούσε αμείωτο το ενδιαφέρον του για τα ψυχιατρικά δρώμενα. Του είπα ότι σε λίγες μέρες επέκειτο η συνάντηση της «Πανελλαδικής Συσπείρωσης για την Ψυχιατρική Μεταρρύθμιση». Δεν θα πήγαινα εγώ, τον ρώτησα όμως αν θα ήθελε να μάθω τι συζητήθηκε και να του έλεγα. Βεβαίως, το ήθελε πολύ, μου είπε. Δεν στάθηκε γραφτό όμως.
Το επόμενο ήταν ένα τηλεφώνημα που έλαβα λίγες μέρες μετά, από τον αδερφό του: «Ο Γιώργος μάς έφυγε». Μαζί με τη θλίψη ένοιωσα συνάμα και μια ανακούφιση. Δεν την ήθελε τέτοια ζωή ο Γιώργος, τό ‘χε δηλώσει εξαρχής: ήθελε να στέκεται όρθιος. Ένοιωσα παράλληλα κι ένα μεγάλο παράπονο, και θυμό. Γατί να χαθεί τόσο πρόωρα αυτός ο τόσο δημιουργικός, τόσο όμορφος Άνθρωπος; Χωρίς να δει τους αγώνες του να δικαιώνονται, τα όνειρά του να ευοδώνονται. Χωρίς να του δοθεί η ευκαιρία να αναδείξει –ούτε καν επαγγελματικά – την πραγματική του αξία, μόνο περιορισμένος να εργάζεται στο καφενείο του Δαφνιού και να κουβαλάει τις παραγγελίες από Τμήμα σε Τμήμα. Πάλι δηλαδή ο θεραπευθείς «ασθενής» να έχει ως μοναδική επαγγελματική διέξοδο τον ίδιο χώρο μέσα στον οποίο παλιότερα είχε τόσο πολύ πονέσει: Το ψυχιατρείο.
Θυμάμαι τα λόγια ενός άλλου Γιώργου, ενός άλλου οραματιστή, ψυχικά πάσχοντα κι εκείνου, του Γιώργου του Φαλελάκη, που έφυγε ξαφνικά από καρδιά στα 41 του χρόνια: «Εγώ» έλεγε «όταν πήρα εξιτήριο δούλεψα στην καντίνα του νοσοκομείου, αλλά μ’ έπαιρνε από κάτω. Ενώ μου άρεσε και τα λεφτά ήταν καλά, από ένα σημείο και μετά δεν άντεξα ψυχολογικά. Δεν άντεξα. Ο χώρος και... μου θυμίζανε το παρελθόν μου. Μου ήτανε εξαιρετικά βασανιστικό το πρωί που πήγαινα με το μηχανάκι για να πιάσω δουλειά κι έβλεπα την πύλη... Θα σου φανεί υπερβολικό αλλά νόμιζα ότι πήγαινα..., σαν να ‘κανα εισαγωγή».
Γιατί να είναι οι ψυχικά πάσχοντες χωρίς δουλειά, ή με εργασία υποδεέστερη των ικανοτήτων τους; Ας ακούσουμε τι έλεγε επ’ αυτού ο Γιώργος Γιαννουλόπουλος: «Η λεγόμενη ψυχική ασθένεια είναι αποτρεπτικός παράγοντας για πρόσληψη. Δεν υπάρχει εμπιστοσύνη στη φερεγγυότητα των πολιτών με ψυχική διαταραχή οποιουδήποτε επιπέδου κι αν είναι αυτή. Από την άλλη πλευρά, όταν ένας εν δυνάμει εργοδότης τροφοδοτείται καθημερινά από τον κινηματογράφο, την τηλεόραση, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης γενικά, με απόψεις που παρουσιάζουν τους ψυχικά πάσχοντες με ένα ορισμένο, τις περισσότερες φορές δυσφημιστικό τρόπο, υιοθετεί προοδευτικά μια λανθασμένη άποψη σχετικά με αυτούς. Αν σε όλα αυτά προσθέσουμε και τις προκαταλήψεις αιώνων, καταλαβαίνει κανείς πόση προσπάθεια και χρόνος χρειάζεται για να αλλάξει αυτή η εικόνα που έχει ο μέσος πολίτης για τα άτομα με ψυχολογικά προβλήματα. Όταν τροφοδοτείται κανείς με λάθος στοιχεία θα βγάζει και λάθος συμπεράσματα».
Και κάπου αλλού, με πικρία, έγραφε: «Σε πολύ κόσμο υπάρχει η άποψη ότι όποιος έχει ψυχολογικά προβλήματα είναι και διανοητικά κατώτερος, μέχρι και ηλίθιος και αντιμετωπίζεται ως τέτοιος μάλιστα από ορισμένους, με περιπαικτικό έως άκρως υποτιμητικό τρόπο». Σε μια κουβέντα που είχαμε, ο Γιώργος συνόψισε το τι ένοιωθε και το τι νοιώθουν πολλοί άλλοι άνθρωποι με ψυχιατρική εμπειρία σε μια φράση: «Εμείς είμαστε αναλώσιμοι». Έγραφε: «Όταν κάποιος χαρακτηρισθεί ψυχικά πάσχων (ψυχασθενής) παύει ουσιαστικά να έχει δικαιώματα και τίθεται στο περιθώριο ισοβίως, ιδιαίτερα αν ανήκει στους μη έχοντες και κατέχοντες. [...] Η έκφραση ‘δικαιώματα ψυχικά πασχόντων’ είναι οξύμωρη. Γιατί λέγοντας ψυχικά πάσχων σημαίνει ότι ‘αυτοδίκαια’ το άτομο αυτό δεν έχει δικαιώματα. Είναι πράγμα, ‘res’ (λατ.)»
Σε μια εποχή που τόσα και τόσα δικαιώματα διακυβεύονται στον χώρο της ψυχικής υγείας τώρα είναι, πιστεύω, η ύστατη ώρα να περισώσουμε ό,τι μπορούμε. Ώστε να απαλειφθούν - ή έστω να αμβλυνθούν - οι πολλαπλές δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι ψυχικά πάσχοντες, πέραν της ασθένειας αυτής καθ’ εαυτής: έλλειψη κοινωνικών και επαγγελματικών στόχων, απραξία, οικονομική ένδοια, πολυφαρμακία, πληγωμένη αξιοπρέπεια.... Ο κατάλογος είναι μακρύς και οι επιπτώσεις, σωρευτικά, τεράστιες. Την ευθύνη έχει βέβαια πρώτιστα η πολιτεία, που διακηρύσσει ότι «ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της πολιτείας» (2ο άρθρο του Συντάγματος). Αλλά ευθύνη έχουμε και όλοι μας, αν και εφ’ όσον υιοθετούμε το 1ο άρθρο της Οικουμενικής Διακήρυξης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (10/12/1948):
«Όλοι οι άνθρωποι γεννιούνται ελεύθεροι και ίσοι στην αξιοπρέπεια και τα δικαιώματα».
Για τη μνήμη του Γιώργου Γιαννουλόπουλου. Του κάθε Γιώργου Γιαννουλόπουλου, προτού να είναι και για εκείνους αργά.
ΜΑΡΙΑ ΦΑΦΑΛΙΟΥ
Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΔΕΝ ΣΤΡΙΜΩΧΝΕΤΑΙ ΣΕ ΚΑΓΚΕΛΑ
Μνήμη Γιώργου Κοκκινίδη
Ναι, φίλε, ναι
είσαι νερό
είσαι λουλούδι
στην ξεραΐλα του δρόμου
στην ασκήμια της πόλης
Ναι, έτσι ήταν ο Γιώργος Κοκκινίδης, που έφυγε από κοντά μας πριν μερικούς μήνες, στα 57 του χρόνια από ανακοπή καρδιάς. Λουλούδι στην ξεραΐλα του δρόμου. Μέσα στη σημερινή όντως ασκήμια της πόλης, Άνθρωποι σαν τον Γιώργο μας αφήνουν μεγάλο κενό με τον χαμό τους. Σε μια εποχή που το δημόσιο σύστημα υγείας υποβαθμίζεται, που οι ψυχικά πάσχοντες κινδυνεύουν να επιστρέψουν στα άσυλα, τα ποιήματα ενός απ’ αυτούς - του Γιώργου Κοκκινίδη - είναι όσο ποτέ επίκαιρα. Ποιήματα που εκφράζουν ελπίδα και τρυφερότητα, συνάμα όμως βαθύ πόνο.
Άτιτλο
Έγινε μια πτώση δυναμικού,
βρέθηκα σ’ ένα πηγάδι,
κι ακόμα σε πληροφορώ,
τώρα ξέρεις πού βρίσκομαι,
το πηγάδι ήτανε πολύ βαθύ,
το φως της τρέλας λες εσύ,
η τρέλα το πηγάδι,
κι εγώ είμαι στα χείλη του πηγαδιού
και προσπαθώ να θεραπευτώ
σ’ ένα πηγάδι που έχει πατήματα αλλά γλιστράνε,
χωρίς σκοινί, χωρίς να υπάρχει κάποιος,
έτσι είναι ο κάθε τρελός εδώ, κατάλαβέ το.
Η ανείπωτη αγωνία συνοδεύεται κι από ακόμα πιο επώδυνες εμπειρίες, μέσα στο άσυλο. Εγκλεισμός, εγκατάλειψη, αίσθημα μηδαμινότητας.
Εγκλεισμός
Λευκό κελί
φιγούρες ακέφαλες
μπλε φως
κόκκινο στο βάθος
εξαφάνιση
Ψύχως
Πώς ρωτούν
ποιος είσαι «συ»;
Και δεν έχουν
εκείνη
την πολύτιμη αιδώ
να δουν τα μάτια του ρωτούμενου...
Κι αν δεν μπορούν κατ’ ευθείαν τα μάτια
ας κοιτάξουν το δάκρυ
κρύσταλλο που κυλά,
τόσο ζεστό στο μάγουλο.
Μόνο να δουν
το είδωλό τους το ψυχρό.
Λευκοί ντυμένοι
με υποδόρεια τη νόηση
ρωτούν...
Και γω να μη θυμάμαι
τίποτα από τα μάτια μου
τίποτα από τα δάκρυά μου.
Μόνο αυτούς στο Λευκό
Λευκό, λευκό
λευκό χαμόγελο
και κείνα τα χέρια.
Βλέπεις λειτουργούν
με αλυσίδες
σύρματα βελόνες
Ακόμα...
Ο Γιώργος Κοκκινίδης έζησε για 20 περίπου χρόνια στο Ψυχιατρείο της Σούδας. Κατόπιν στον ψυχιατρικό ξενώνα στη γενέτειρά του το Ηράκλειο. Η σκέψη του όμως ήταν πάντα στρεμμένη στους παλιούς συντρόφους του, που παρέμεναν έγκλειστοι.
Το εξιτήριό μου
Δεν θα μάθω τώρα που φεύγω
για σένα Αδελφέ...
τίποτε περισσότερο από όιτ σε γνώρισα
σε συνθήκες εγκλεισμού
και του μυαλού... και του σώματος.
Το ξέρω, με ένα ποτήρι
θα συνωστίζεσαι γύρω
από το τραπέζι, τρεις φορές,
να πάρεις διάφορα χάπια... και
ο άλλος με τα άσπρα, με μια κραυγή,
θα τεκμηριώνει την...
Ειδική σου ύπαρξη.
Τα βράδια καμιά φορά
το φεγγάρι θα μπαινοβγαίνει στο θάλαμό σου
να σε παρηγορήσει με την σιωπή!
Και συ δεμένος από το πόδι στο κρεβάτι
θα ξέρεις πως...
η ελευθερία δεν στριμώχνεται
σε κάγκελα.
Επισκέπτης
Ξένος
γιατί;
Ομοιότητες
το ξέρω
θα φύγω νωρίτερα
χωρίς εμπόδια.
Αλλά τα όρια
δεν είναι
τα τετραγωνικά σας
με τους τοίχους
με τις σιδερένειες αγκάθες.
Σας εύχομαι
κάθε καλή στιγμή σας
να διαρκεί περισσότερο.
Αν και γραμμένο πριν από αρκετές δεκαετίες, το ποιήμα αυτό μοιάζει προμήνυμα θανάτου. Ο τρυφερός, ο αγνός, ο στοχαστής μαθηματικός Γιώργος Κοκκινίδης έχει ήδη αρχίσει να αποχαιρετά τους παλιούς συντρόφους του, να αποχαιρετά και όλους εμάς. Βρίσκεται σε μια άλλη διάσταση, πέρα από όρια, δίχως χώρο ή χρόνο. Αν και ο Γιώργος, για μένα, βρισκόταν ανέκαθεν σε μια «άλλη διάσταση». Κάθε φορά που τον έβλεπα, που τον άκουγα, που τον διάβαζα, είχα την αίσθηση ότι ο άνθρωπος αυτός ήταν ένας ταξιδευτής που τυχαία έπεσε πάνω σε τούτον εδώ τον πλανήτη. Ένας μυσταγωγός που προσπαθούσε με τη στάση ζωής του να μας κάνει συγκοινωνούς, να μας αφήσει παρακαταθήκη την άνευ όρων αγάπη του για τον άνθρωπο. Έτσι, τώρα νιώθω ότι ο Γιώργος απλά συνεχίζει το ταξίδι του σε άλλους τόπους, πιο φωτεινούς.
Αντίο, Γιώργο.
Άτιτλο
Στην Αφθαρσία
θα φθάσω
ομιλών Λαλιά
κυνηγετικού πουλιού
και οι Αετοί θα ζηλέψουν
πριν την πρώτη πτήση τους
Μα μετά μαζί θα
κυνηγούμε
όντα υπόγειας θάλασσας
όνειρα γραμμένα
να λυθούν
ως το Απόβραδο
της Λησμονιάς.
Άγριοι.
Άτιτλο
Θα ιερουργήσουμε
με χορό ερωτικό
να επανέλθουν οι καιροί
που πρωτοαγαπήσαμε.
Τώρα μας λεν νεκρούς
Αύριο το ίδιο
Μα μεθαύριο που
θα αρχινίσει
ο Χορός
Όλοι τους
θα ζηλέψουν.
Μαρία Φαφαλιού