ΓΙΑ ΔΕΥΤΕΡΗ ΣΥΝΕΧΗ ΦΟΡΑ, Η Ζ. ΜΑΚΡΗ ΑΠΕΦΥΓΕ ΝΑ ΣΥΝΑΝΤΗΣΕΙ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΚΡΑΤΗΣΗΣ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ
Για δεύτερη φορά, σήμερα, η υφυπουργός Υγείας Ζ. Μακρή αθέτησε την υπόσχεσή της να συναντήσει την Επιτροπή ενάντια στην παρακράτηση των συντάξεων – παρόλο που η συνάντηση είχε κλειστεί από το ίδιο το γραφείο της.
Ακούστηκαν, ως δικαιολογία, οι «κοινοβουλευτικές της υποχρεώσεις» που είχαν προκύψει, αλλά αυτό που διαφαινόταν, μετά την αρχική, «τελετουργική» και «θεαματική» υποδοχή «των ψυχικά πασχόντων από την υφυπουργό», ήταν μια στάση ξεφορτώματος του ζητήματος και εναπόθεσής του στις ατέρμονες και αδιέξοδες συζητήσεις των κατώτερων κλιμακίων που δεν μπορούν ποτέ να δεσμευτούν και ν΄ αποφασίσουν για τίποτα, με την όλη υπόθεση να καταλήγει σ΄ ένα «θα δούμε», «θα σας πούμε», «θα ενημερώσουμε την υφυπουργό» κλπ, κλπ.
Ως κανονική «ξεπέτα» χαρακτήρισαν την στάση της οι εκπρόσωποι των φορέων που είχαν προσέλθει για τη συνάντηση.
Η στάση της υφυπουργού επιβεβαίωσε την εκτίμηση, ήδη από την προηγούμενη φορά, όταν γινόταν αναφορά στον «”διάλογο” που ξεκίνησε», ότι επρόκειτο για ένα «διάλογο σε εισαγωγικά».
Αυτή τη φορά, οι φορείς που αντιπροσωπεύθηκαν στην συγκέντρωση έξω από το Υπουργείο και στην Επιτροπή, ήταν πολύ περισσότεροι : ΕΣΑΜΕΑ, ΠΟΣΟΨΥ, ΣΟΨΥ Βύρωνα, ΣΟΨΥ Κορυδαλλού, ΣΟΨΥ Β. Προαστίων, ΚΙΝΑΨΥ, Σωματείο Αυτοεκπροσώπηση, Συντονιστική Επιτροπή Αγώνα Αναπήρων και, φυσικά, η Πρωτοβουλία ενάντια την παρακράτηση των συντάξεων.
Το γραφείο της υφυπουργού, όπως και την προηγούμενη φορά, παρέπεμψε την Επιτροπή στην Διευθύντρια Ψυχικής Υγείας κ. Κουλούρη.
Η Επιτροπή αρνήθηκε να μπει σε μακροσκελή συζήτηση με την Δ/νση Ψυχικής Υγείας καθώς το κρίσιμο σημείο, που έμενε εκκρεμές, ήταν και είναι η δέσμευση της υφυπουργού για την ακύρωση της παρακράτησης με εισαγωγή στη Βουλή σχετικής νομοθετικής ρύθμισης.
Παρέδωσε στην κ. Κουλούρη την πρόταση που της είχε ζητηθεί την προηγούμενη φορά, αφενός σχετικά με την ακύρωση της παρακράτησης και, αφετέρου, την ταυτόχρονη υπόδειξη τρόπων υποστήριξης των ψυχικά πασχόντων/φιλοξενουμένων στις στεγαστικές δομές στην ασφαλή διαχείριση των εισοδημάτων τους και των περιουσιακών τους στοιχείων, καθώς και για την εγκαθίδρυση τρόπων αξιόπιστου ελέγχου (εσωτερικού και εξωτερικού) των διαδικασιών που πρέπει να τηρούνται.
Η Επιτροπή αποχώρησε με την υπόσχεση ότι η συνάντηση με την κ. Μακρή θα γίνει την ερχόμενη εβδομάδα, ενώ, στο μεταξύ, θα έχει, υποτίθεται, μελετηθεί και η πρόταση που υποβλήθηκε.
Η απόφαση όλων ήταν για την οργάνωση μιας δυναμικής διεκδίκησης για την ακύρωση της παρακράτησης. Σύντομα θα υπάρξει σχετική ανακοίνωση επ΄ αυτού.
(Στο κείμενο των προτάσεων σημαντική ήταν η συμβολή των κκ Ε. Φυτράκη και Μ. Μητροσύλλη).
22/10/2013
Ακουλουθεί η πρόταση, προς την Υφυπουργό Υγείας, των συλλογικοτήτων που συμμετέχουν στην σχετική πρωτοβουλία για νομοθετική ακύρωση της παρακράτησης των συντάξεων...
ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΥΦΥΠΟΥΡΓΟ ΥΓΕΙΑΣ κ. Ζ. ΜΑΚΡΗ
ΠΡΟΤΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗ ΑΚΥΡΩΣΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΚΡΑΤΗΣΗΣ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΗ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗ ΤΩΝ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΩΝ
ΤΩΝ ΨΥΧΙΚΑ ΠΑΣΧΟΝΤΩΝ ΠΟΥ ΦΙΛΟΞΕΝΟΥΝΤΑΙ
ΣΕ ΣΤΕΓΑΣΤΙΚΕΣ ΔΟΜΕΣ ΨΥΧΟΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ
1.Η παρακράτηση των συντάξεων των ψυχικά πασχόντων που φιλοξενούνται σε στεγαστικές δομές ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης, όπως αυτή προβλέπεται από την παρ. 9 του άρθρου 66 του νόμου 3984 του 2011, η οποία προστέθηκε στην παρ. 8 του άρθρου 13 του ν. 2716/99, (όπως αντίστοιχα και των περιθαλπόμενων σε δομές κλειστής περίθαλψης, σύμφωνα με την παρ. 8 του άρθρου 66 του ν. 3984/11), αντιβαίνει και καταστρατηγεί θεμελιώδη, από διεθνείς οργανισμούς και το Σύνταγμα αναγνωρισμένα, ανθρώπινα και δημοκρατικά δικαιώματα των ψυχικά πασχόντων, καθώς και τους ίδιους τους στόχους της ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης, που έγκεινται ακριβώς στην απόκτηση των ικανοτήτων για την πλήρη άσκηση των «δικαιωμάτων του πολίτη», ενός πλήρως ισότιμου και χωρίς διακρίσεις πολίτη, και στην θεσμική και κοινωνική στήριξη στην άσκηση αυτή.
Στη θέση αυτή συντείνει και η πρόσφατη Σύμβαση για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία (ν. 4074/2012). Αντίθετα, η αφαίρεση μέρους της περιουσίας (σύνταξης), ακριβώς λόγω της αναπηρίας, ή σοβαρού προβλήματος ψυχικής υγείας, συνιστά απαγορευμένη από τη Σύμβαση διάκριση εις βάρος των ατόμων με αναπηρία ή σοβαρά προβλήματα ψυχικής υγείας (αρ. 12 § 5 της Σύμβασης).
Η μεταχείριση των ψυχικά πασχόντων, μέσα από μια διαχρονική συνέργια κοινωνικών προκαταλήψεων και της παραδοσιακής ιδρυματικής ψυχιατρικής, ήταν συνυφασμένη με κάθε είδους διακρίσεις, αποκλεισμούς, την διαρκή καταστρατήγηση και ακύρωση των δικαιωμάτων τους, την υποβάθμιση έως και πλήρη απαξίωση της ανθρώπινης υπόστασής τους. Ο σφετερισμός των εισοδημάτων και των περιουσιακών τους στοιχείων ήταν μέρος (ενίοτε το κυρίαρχο) αυτής της ακύρωσης και απαξίωσης.
Η ψυχιατρική μεταρρύθμιση, στο βαθμό που δεν διαιωνίζεται ως λόγια κενά περιεχομένου, δεν συνέλαβε και δεν οραματίστηκε ποτέ τους σκοπούς και τις μεθόδους της ως απλή αλλαγή της μορφής και του τρόπου διαχείρισης της «μειονεκτικής θέσης», του κοινωνικού αποκλεισμού και του εξοστρακισμού των ψυχικά πασχόντων, αλλά το αντίθετο : ως διαδικασία, την κεντρική θέση στην οποία έχει το ψυχικά πάσχων υποκείμενο και της οποίας οι θεραπευτικές/ αποκαταστασιακές μέθοδοι είναι αποτελεσματικές στο βαθμό που έχουν την ευκαιρία να βρεθούν σε μια δομική συνάρθρωση με κοινωνικές πολιτικές, αλλά και με δημόσιους θεσμούς που στηρίζουν ενεργά το υποκείμενο στην ανάκτηση και στην πλήρη άσκηση των δικαιωμάτων του, συμπεριλαμβανομένων αυτών που έχουν να κάνουν με τα εισοδήματα και τα περιουσιακά του στοιχεία.
Στη διαχείριση των περιουσιακών τους στοιχείων, τα άτομα με σοβαρά προβλήματα ψυχικής υγείας/ένοικοι των Μονάδων Ψυχοκοινωνικής Αποκατάστασης, δικαιούνται κατάλληλης υποστήριξης (αρ. 12 § 3 της Σύμβασης). Οφείλει, συνεπώς, το κράτος αφενός να προστατεύει τους χρήστες/λήπτες των υπηρεσιών από την όποια εκμετάλλευση και αφετέρου να τους παρέχει υποστήριξη ώστε οι ίδιοι ν΄ αποφασίζουν για την περιουσία τους.
Η μέχρι τώρα εμπειρία της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης έχει δείξει ότι τα εισοδήματα των φιλοξενουμένων στις στεγαστικές δομές και ο (υποβοηθούμενος, σε άλλοτε άλλο βαθμό) έλεγχος των ίδιων των χρηστών επ΄ αυτών, έχουν παίξει κεντρικό ρόλο στη δυνατότητά τους όχι απλώς να καλύπτουν βασικές τους ανάγκες πέρα αυτών (των όλο και λιγότερων) που καλύπτει η δομή, αλλά και να αξιοποιούν τις δυνατότητες για κοινωνική ένταξη/ενσωμάτωση.
Η απάντηση στον όποιο, όποτε και απ΄ οπουδήποτε σφετερισμό των εισοδημάτων των ψυχικά πασχόντων δεν είναι η κατάσχεσή τους από το κράτος. Αυτό το μέτρο, ακόμα και αν ληφθούν τοις μετρητοίς οι ισχυρισμοί ότι γίνεται για να αποτρέψει τους όποιους σφετερισμούς των εισοδημάτων των ασθενών, αποτελεί, καθεαυτό, την πιο εκτεταμένη και χειρότερη μορφή σφετερισμού, μια παλαιοϊδρυματικού τύπου ισοπεδωτική απάντηση που, αντίθετα με ό,τι ισχυρίζεται, δεν έχει σκοπό την βελτίωση της παροχής φροντίδας, αλλά καθαρά εισπρακτικούς στόχους, στα πλαίσια της περικοπής των δημόσιων δαπανών, στη θέση των οποίων τίθενται τα γλίσχρα εισοδήματα των φιλοξενουμένων. Επ΄ αυτού, το άρθρο 2 της υπουργικής εγκυκλίου Υ5α/Γ.Π.οικ.26159 (Καθορισμός συμμετοχής στη δαπάνη περίθαλψης κλπ, της 14 Μαρτίου 2012) είναι σαφές : «…εξασφάλιση της βιωσιμότητας ….των Μονάδων...με ταυτόχρονη μείωση της κρατικής επιχορήγησης…».
Είναι το μέτρο καθεαυτό που αναπαράγει επί τα χείρω την απαξίωση του ψυχικά πάσχοντος ως ισότιμου πολίτη και ανθρώπου, ως «υποκειμένου ευθύνης». Γιατί, πέρα από τον εξοντωτικό χαρακτήρα των ποσοστών παρακράτησης που προβλέπονται, ακόμα και μια μικρότερη παρακράτηση δεν θα αλλάζει την ουσία του μέτρου. Ενός μέτρου που συνιστά, χωρίς άμεσα να το διακηρύσσει, ιδιωτικοποίηση δημόσιων υπηρεσιών αφού, για να παραμείνει κανείς στην στεγαστική δομή, πρέπει να πληρώσει με ποσοστό της σύνταξής του.
Επ΄ αυτού να ληφθεί υπόψιν ότι τα άτομα με προβλήματα ψυχικής υγείας, που παίρνουν σύνταξη, έχουν ήδη συμβάλλει στο σχηματισμού του αναγκαίου κεφαλαίου, μέσω των εισφορών στα ασφαλιστικά ταμεία, ενώ συμμετέχουν μέσω του ειδικού ενοποιημένου κλειστού νοσηλίου στην χρηματοδότηση των υπηρεσιών ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης που λαμβάνουν.
Ταυτόχρονα, το γεγονός ότι η κλιμακωτή παρακράτηση των συντάξεων γίνεται για παροχή των ίδιων ακριβώς υπηρεσιών ψυχικής υγείας στις στεγαστικές δομές που φιλοξενούνται, συνιστά φόρο, χωρίς όμως να ονομάζεται έτσι, και επιβάλλεται κατά παράβαση της Σύμβασης (αρ. 12) μόνο σε άτομα με προβλήματα ψυχικής υγείας και αναπηρία.
Επιπλέον, η σύνταξη προστατεύεται ως περιουσιακό δικαίωμα από το αρ. 1 του 1ου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ. Η παρακράτησή της συνιστά αυθαίρετη αφαίρεση περιουσιακού στοιχείου, δηλαδή, προσβολή ανθρώπινου δικαιώματος και δικαιολογεί προσφυγή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Υπογραμμίζουμε, τέλος, ιδιαίτερα τις πολύ σοβαρές επιπτώσεις στην ψυχική υγεία των φιλοξενουμένων στις στεγαστικές δομές (που ήδη αντιδρούν με πανικό όταν ενημερώνονται για την επικείμενη παρακράτηση) και τους σοβαρούς κινδύνους διάλυσης των δομών, αφενός, από την (άμεση ή έμμεση) πίεση των ενοίκων ν΄ αποδεχτούν την παρακράτηση προκειμένου να παραμείνουν σ΄ αυτές και, αφετέρου, από τις συνέπειες της αποστράγγισης των εισοδημάτων τους.
Για όλους αυτούς τους λόγους, προτείνουμε την άμεση κατάργηση της παρακράτησης των συντάξεων, με την ακύρωση των σχετικών διατάξεων (που περιλαμβάνονται στον ν. 3984/11 και των αντίστοιχων εφαρμοστικών υπουργικών αποφάσεων) με νομοθετική ρύθμιση στη Βουλή.
2. Παράλληλα, για λόγους ουσιαστικούς, αλλά με έμπρακτο τρόπο και όχι απλώς ως διαρκής αναπαραγωγή της φιλολογίας περί «διασφάλισης των εισοδημάτων ψυχικά ασθενών» και την προσχηματική της χρησιμοποίηση ως δικαιολογίας για αλλότριους σκοπούς, θα πρέπει να ληφθούν και να εφαρμοστούν συγκεκριμένα μέτρα για την διασφάλιση των εισοδημάτων όποιων εξ΄ αυτών δυσκολεύονται να ασκούν πλήρη και ολοκληρωμένη διαχείριση σε αυτά. Μέτρα στην κατεύθυνση της διασφάλισης των όρων ώστε οι δικαιούχοι και οι κάτοχοι των εισοδημάτων και των όποιων περιουσιακών στοιχείων, να κατέχουν πράγματι και να διαχειρίζονται (με την βοήθεια της θεραπευτικής ομάδας, του προσώπου αναφοράς κοκ) για τις δικές τους ανάγκες τα προσωπικά τους εισοδήματα. Σε κατεύθυνση, δηλαδή, διαμετρικά αντίθετη από την όποια «κουλτούρα» και πρακτική παρακράτησης, αμέλειας και/ή αδιαφορίας για τους (απ΄ οποιαδήποτε πλευρά) σφετερισμούς, να ενδυναμωθούν οι διαδικασίες και οι θεσμοί που διασφαλίζουν την κατοχή των εισοδημάτων και την αξιόπιστη χρήση τους από το άτομο. Αναφερόμαστε, εν προκειμένω, αποκλειστικά στην αντιμετώπιση του προβλήματος αυτού αναφορικά με τους φιλοξενούμενους τις στεγαστικές δομές ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης, αν και το ζήτημα είναι ευρύτερο.
α. Ουσιαστική (και όχι τυπική και διεκπεραιωτικού τύπου ) εφαρμογή του νόμου για την Δικαστική Συμπαράσταση του 1996, για όσους κρίνεται από την θεραπευτική ομάδα ότι υπάρχει πράγματι ανάγκη για δικαστικό συμπαραστάτη (Ν. 2447/1996, ΦΕΚ 278/Α΄).
β. Εγκαθίδρυση μηχανισμών ελέγχου για το αν οι δικαστικοί συμπαραστάτες ασκούν όπως πρέπει τις υποχρεώσεις τους προς το συμπαραστατούμενο μέλος, σε συνεργασία με την θεραπευτική ομάδα, με δυνατότητα να εγκαλούνται αρμοδίως όταν δεν τα ασκούν, ή και να αντικαθίσταται με ταχείες διαδικασίες (Προεδρικό Διάταγμα υπ΄ αριθ. 250/1999, ΦΕΚ Α΄/206/7.10.1999 : Τρόπος άσκησης από τους ειδικούς επιστήμονες του άρθρου 54 Ν. 2447/1996, των αρμοδιοτήτων κοινωνικής υπηρεσίας που τους ανατίθενται στα πλαίσια της λειτουργίας της δικαστικής συμπαράστασης).
γ. Δημιουργία και ενεργοποίηση δημόσιων θεσμικών οργάνων που είχαν προβλεφθεί με το νόμο για την Δικαστική Συμπαράσταση του 1996, αλλά ποτέ δεν δημιουργήθηκαν, για ανάληψη του ρόλου του δικαστικού συμπαραστάτη για όποιους υπάρχει μεν η σχετική ανάγκη, αλλά δεν έχουν κανένα οικογενειακό μέλος, είτε κυριολεκτικά, είτε που να είναι κατάλληλο να αναλάβει τον ρόλο αυτό. Είναι σημαντικό, εδώ, να τονιστεί η ανάγκη δημόσιων θεσμικών οργάνων που να λογοδοτούν αξιόπιστα και όχι οποιουδήποτε είδους ιδιωτικών φορέων, που ήδη κάνουν κινήσεις και καιροφυλακτούν ν΄ αναλάβουν αυτοί, εκτός παντός ουσιαστικού ελέγχου, ως διάδοχοι του σφετερισμού των εισοδημάτων των ψυχικά πασχόντων.
δ. Εγκαθίδρυση αξιόπιστων μηχανισμών ελέγχου της υποστηρικτικής διαχείρισης των ατομικών εισοδημάτων, αλλά και των τρόπων φύλαξης, των φιλοξενούμενων στις στεγαστικές δομές, μέσω του ταμείου της εκάστοτε δομής. Εν μέσω της πανσπερμίας των τρόπων που γίνεται αυτή η υποστηρικτική διαχείριση, θα πρέπει να εγκαθιδρυθεί ένα ενιαίο σύστημα που θα προβλέπει μιαν επιτροπή στο επίπεδο της θεραπευτικής ομάδας της δομής, τριμελή (με το ένα μέλος, στο βαθμό που είναι δυνατό, να είναι φιλοξενούμενος της δομής), η οποία να τηρεί την κίνηση του ταμείου με έναν κεντρικά καθορισμένο τρόπο, ένα τρόπο που να συνδυάζει την ευελιξία που απαιτεί η λειτουργία μιας τέτοιας δομής με την ακρίβεια και την αντικειμενικότητα της καταγραφής.
Η καταγραφή αυτή θα μπορεί και θα πρέπει να ελέγχεται από κατάλληλα προς τούτο και εξουσιοδοτημένα όργανα του φορέα σε τακτική βάση, τουλάχιστον μια ή δυο φορές το χρόνο, ή και πιο συχνά αν χρειαστεί.
Θα μπορούσαν, επίσης, να προβλεφθούν θεσμοθετημένα εξωτερικά όργανα ελέγχου,
με συμμετοχή εκπροσώπων συλλόγων χρηστών/ληπτών των υπηρεσιών και
οικογενειών.
Ως προς τους τρόπους φύλαξης, θα πρέπει αφενός, να εξασφαλιστούν και αφετέρου, να είναι τέτοιοι που να μη δημιουργούνται τα όποια προσκόμματα στην άμεση πρόσβαση των δικαιούχων στο ατομικό τους ποσό, όπου αυτό φυλάσσεται.
Στο βαθμό που τα ανωτέρω γίνονται αποδεκτά ως κατευθυντήριοι άξονες και εφόσον υπάρξει άμεση δέσμευση και, ταυτόχρονα, άμεση έναρξη των διαδικασιών για την νομοθετική κατάργηση της παρακράτησης, μπορούμε περαιτέρω να συνεισφέρουμε στην συγκεκριμενοποίηση των ως άνω προτάσεων.
22/10/2013
ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ/ΛΗΠΤΩΝ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ, ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΩΝ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΩΝ ΨΥΧΙΚΗΣ ΥΓΕΙΑΣ (ΨΝΑ & ΔΡΟΜΟΚΑΙΤΕΙΟ)
ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΚΡΑΤΗΣΗ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ
ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΣΥΛΛΟΓΩΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΩΝ ΨΥΧΙΚΗΣ ΥΓΕΙΑΣ (ΠΟΣΟΣΨΥ)
ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΩΝ ΨΥΧΙΚΗΣ ΥΓΕΙΑΣ (ΣΟΨΥ) ΚΟΡΥΔΑΛΛΟΥ
ΚΙΝΗΣΗ ΑΔΕΛΦΩΝ ΨΥΧΙΚΗΣ ΥΓΕΙΑΣ (ΚΙΝΑΨΥ)
ΣΩΜΑΤΕΙΟ ‘ΑΥΤΟΕΚΠΡΟΣΩΠΗΣΗ’