Προς
τον Γενικό Γραμματέα του
Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης
Γεν. Διεύθυνση Διοκ.Υποστήριξης και Τεχνικών Υποδομών
Διεύθυνση Προσωπικού
Τμήμα Συλλογικών Οργάνων
Αξιότιμε κ. Γενικέ,
Από το Διαδίκτυο πληροφορήθηκα για τον ορισμό μου ως μέλους της Ομάδας Εργασίας για την αναθεώρηση του Προγράμματος «Ψυχαργώς 2011-2020» (Αρ. Πρωτ. ΔΥ1δ/οικ.122308/6/12/2010). Σας ευχαριστώ για την επιλογή του προσώπου μου αλλά θα ήθελα να σας ενημερώσω ότι δεν ρωτήθηκα ποτέ ο ίδιος.
Επιτρέψτε μου παρά ταύτα να παραθέσω επιγραμματικά τους λόγους διαφοροποίησής μου και την αδυναμία μου να συμμετάσχω στη συγκεκριμένη Ομάδα Εργασίας.
1. Γνωρίζετε ότι η Ψυχιατρική Μεταρρύθμιση αποσκοπούσε από την έναρξή της στα μέσα της δεκαετίας του ΄80 στην άρση της ιδρυματικής και ψυχιατρικής βαρβαρότητας στα ελληνικά Ψυχιατρεία, την Αποϊδρυματοποίηση και την εφαρμογή ενός άλλου επιστημονικού παραδείγματος. H ακύρωση της ψυχιατρικής βαρβαρότητας προϋποθέτει την ακύρωση του επιστημονικού παραδείγματος που οδηγεί σε αυτή. Προϋποθέτει την ακύρωση του Μονόλογου των ειδικών. Γιατί ο Μονόλογος αυτός οδηγεί στις καταστάσεις βαρβαρότητας και στον στιγματισμό. Γιατί ο Μονόλογος αυτός μπορεί και αναπαράγεται μέσα από την αφαίρεση του Λόγου και των δικαιωμάτων συνανθρώπων που βιώνουν καταστάσεις ψυχικού πόνου.
Η διαρκής αναπαραγωγή αυτού του επιστημονικού Μονόλογου, η κυριαρχία του και η συστηματική διάχυσή του στο κοινωνικό σώμα είναι στην ουσία μια πολιτική πρακτική που υπηρετεί μια ιδεολογία αντικειμενοποίησης και χειραγώγησης των υποκειμένων και όχι της χειραφέτησής τους.. Μια ιδεολογία που εμποδίζει στην ουσία την ακύρωση των μηχανισμών και των διεργασιών αποκλεισμού ή περιθωριοποίησης μίας σειράς ατόμων ή ομάδων αφού και η ίδια εμφανίζεται, εγκαθιδρύεται και αυτοτροφοδοτείται μέσω της ενίσχυσης αυτών ακριβώς των διεργασιών και μηχανισμών. Ο Μονόλογος λοιπόν των ειδικών αναπαράγεται και στη σύνθεση της συγκεκριμένης Ομάδας Εργασίας.
Παραγνωρίζεται ότι μετά από αρκετές δεκαετίες προσπαθειών τα ίδια τα άτομα με ψυχιατρική εμπειρία, χρήστες ή πρώην χρήστες υπηρεσιών ψυχικής υγείας ή επιζώντες της Ψυχιατρικής όπως αυτοπροσδιορίζονται είναι σε θέση και στην Ελλάδα, όχι μόνο να έχουν άποψη για ζητήματα που τους αφορούν άμεσα, αλλά αποτελεί πλέον, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε διεθνές επίπεδο, αναγνωρισμένο δικαίωμά τους. Η απουσία λοιπόν των ατόμων με ψυχιατρική εμπειρία από μια τέτοια ομάδα πιστοποιεί για μένα μια αναχρονιστική αντίληψη, επιβεβαιώνει την αναπαραγωγή και επιβολή του Μονόλογου των ειδικών στερώντας από αυτά θεμελιώδη δικαιώματα.
2. Η Υγεία αποτελεί δημόσιο αγαθό και το δικαίωμα πρόσβασης σε υπηρεσίες υγείας αναφαίρετο δικαίωμα. Η μεταρρύθμιση λοιπόν δεν είναι μια τεχνική-διοικητική πράξη ούτε μια πράξη περιορισμένη και εγκλωβισμένη σε μια δημοσιονομική λογική που απαλλάσσει το κράτος από την βασική του αυτή υποχρέωση, πολύ δε περισσότερο όταν πρόκειται για χρήματα φορολογουμένων ή για κοινοτικούς πόρους.
Η αποπομπή αυτής της βασικής υποχρέωσης του κράτους και η μεταβίβαση και της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης στις λεγόμενες κερδοφόρες μη κερδοσκοπικές εταιρίες ή τις κρατικοδίαιτες μη-κυβερνητικές οργανώσεις εξυπηρετεί μεν την «ταχεία» απορρόφηση των τεράστιων κονδυλίων που θα διατεθούν από την Ευρωπαϊκή Ένωση τα επόμενα χρόνια, δεν απαντάει όμως στα ερωτήματα και στις ανάγκες για ένα βιώσιμο και διαρκές δημόσιο υποστηρικτικό σύστημα.
Η χωροταξική μετεγκατάσταση των συνανθρώπων μας στα πλαίσια του Ψυχαργώς χωρίς την αλλαγή του επιστημονικού παραδείγματος αποδεικνύει από την μέχρι τώρα πρακτική και εμπειρία ότι αποτελεί μεταφορά της ιδρυματικής λογικής και του κοινωνικού ελέγχου στην κοινότητα
Ακόμα η ανοχή της βαρβαρότητας και των απάνθρωπων συνθηκών στις ψυχιατρικές επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα (Ιδιωτικές Ψυχιατρικές Κλινικές) ενισχύει την εμπορευματοποίηση και ιδιωτικοποίηση της ψυχικής υγείας.
Για όλους τους παραπάνω λόγους παρακαλώ να δεχτείτε τη μη συμμετοχή μου στη συγκεκριμένη Ομάδα Εργασίας.
Θα ήθελα να σας παρακαλέσω να αναρτηθεί αυτή μου η επιστολή στην ιστοσελίδα του Υπουργείου και να κοινοποιηθεί στα υπόλοιπα πρόσωπα της Ομάδας Εργασίας.
Με εκτίμηση
Κώστας Μπαϊρακτάρης
Αναπλ. Καθηγητής Κλινικής Ψυχολογίας
Α. Π. Θ.