Για να μπορέσει να γίνει κατανοητή η σημερινή κατάσταση του συστήματος της Ψυχικής Υγείας στην Ελλάδα θα πρέπει, μάλλον, να ξεκινήσει κανείς όχι από την ίδια την Ψυχική Υγεία, αλλά από αυτό που δεν έπαψε ποτέ να είναι η βάση της κοινωνικής μας οργάνωσης και των όποιων θεσμών της, μια βάση, σε τέτοιες εποχές, άμεσα ορατή και καθοριστική, που είναι η οικονομία.

Γνωρίζουμε πώς ο οικονομικός κύκλος επιδρά και υπερπροσδιορίζει όχι μόνο τα συστήματα Υγείας και Ψυχικής Υγείας, αλλά και τις ‘επιστημονικές’ κατασκευές, τα θεωρητικά σχήματα και τις πρακτικές της ψυχιατρικής, που λειτουργούν σε μια λογική αντιστοιχίας και συνέργιας με τα στερεότυπα, τις διαδικασίες και τις πολιτικές του κοινωνικού αποκλεισμού.

Πώς μπορεί κανείς να μιλήσει για την Ψυχιατρική και την Ψυχική Υγεία στην Ελλάδα χωρίς να ξεκινήσει από την ουσιαστική οικονομική χρεοκοπία της χώρας και την ουσιαστική κατοχή της από την τριμερή υπερκυβέρνηση ΔΝΤ/ΕΕ/ΕΚΤ, ως υποτελής εντολοδόχος των επιταγών της οποίας λειτουργεί η εθνική κυβέρνηση, που προέκυψε από τις πρόσφατες εκλογές;

Θα ξεκινήσουμε με ένα απόσπασμα από τον Franco Basaglia, που το περιεχόμενό του είναι, πιστεύουμε, στην καρδιά των εξελίξεων που ζούμε σήμερα όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά σε όλη την Ευρώπη:

«… το πρόβλημα της αποκατάστασης των ψυχικά πασχόντων – με το αντίστοιχο πρόβλημα του ανοίγματος ή του κλεισίματος τω ασύλων και, ως εκ τούτου, του βαθμού καταπίεσης ή ανοχής με τον οποίο γίνεται η διαχείρισή τους – δεν συνδέεται άμεσα τόσο με την παρουσία ή την απουσία του παθολογικού παράγοντα, όσο με τη μεγαλύτερη ή μικρότερη ανάγκη των διαθέσιμων εργασιακών αποθεμάτων που έχει ανάγκη η παραγωγή, δηλαδή, τη μεγαλύτερη ή μικρότερη ζήτηση της αγοράς. Οσο δεν θα υπάρχει το οικονομικό κριτήριο για την απορρόφηση των περιθωριακών μειοψηφιών, η παρέμβαση των ειδικών της ψυχιατρικής θα παραμένει μια δυνατότητα απραγματοποίητη σε πρακτικό επίπεδο. Και τότε τα όρια της κανονικότητας θα παραμένουν αμετακίνητα σε σημείο όπου ο αποκλεισμός και η αποκατάσταση συμπίπτουν ταυτόχρονα και με τρόπο ισοδύναμο…

»Η αποκατάσταση των ασθενών σε χώρες όπου το πρόβλημα της πλήρους απασχόλησης δεν έχει λυθεί, είναι μια ψευδαίσθηση των ειδικών, ταυτόχρονη με τον περιορισμό της νόρμας (ως εκ τούτου, του αποκλεισμού των παρεκκλινόντων στο έπακρο…

»Τους αποκατασταθέντες η κοινωνία μας δεν ξέρει τι να τους κάνει. Ούτε ξέρει τι να κάνει με όλα τα άτομα που περιθωριοποιούνται ως υπόλειμμα (πλεόνασμα) του συγκεκριμένου τρόπου παραγωγής. Που σημαίνει ότι η τεχνική-θεραπευτική δράση, η οποία δείχνει ικανή να αποκαταστήσει τον ψυχικά πάσχοντα…δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή και να υλοποιηθεί πρακτικά από τη σημερινή οικονομική μας κατάσταση». (Πρόλογος στην ιταλική έκδοση του βιβλίου του Maxwell Jones «Ιδεολογία και πρακτική της κοινωνικής ψυχιατρικής»).

Όπως είναι γνωστό, εδώ και ένα περίπου χρόνο η Ελλάδα βρίσκεται υπό τον πλήρη οικονομικό έλεγχο ΔΝΤ/ΕΕ/ΕΚΤ, καθώς, αντιμετωπίζοντας την επίσημη κήρυξη χρεοκοπίας λόγω αδυναμίας δανεισμού στην ελεύθερη αγορά, εξαναγκάστηκε να προσφύγει στον λεγόμενο Μηχανισμό Στήριξης για την λήψη ενός δανείου 110 δις ευρώ, με την ταυτόχρονη επιβολή ενός πρωτοφανούς στη σκληρότητά του (για τα μεταπολεμικά δεδομένα) πακέτου μέτρων λιτότητας (του γνωστού ως ‘μνημόνιου’), που περιλαμβάνει τη δραστική μείωση των μισθών και των συντάξεων στο δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα, την αύξηση των ηλικιακών ορίων συνταξιοδότησης, την κατεδάφιση του δημοσίου τομέα και του κράτους πρόνοιας και την πλήρη ελαστικοποίηση της αγοράς εργασίας στον ιδιωτικό τομέα. Η ανεργία, από 10% πριν δυο χρόνια, έφτασε φέτος στο 15% και προβλέπεται, σύμφωνα με τους πιο συντηρητικούς υπολογισμούς, να φτάσει στο 22.5% το 2012.

Η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί είναι τέτοια ώστε, στο τέλος κάθε τριμήνου, που πρόκειται να χορηγηθεί η επόμενη δόση του δανείου, εξετάζεται αν έχουν εφαρμοστεί και αποδώσει τα μέτρα που έχουν μέχρι τότε επιβληθεί και καθώς κάθε φορά η κατάσταση του χρέους και του ελλείμματος αντί για καλλίτερη είναι χειρότερη, επιβάλλονται διαρκώς νέα πιο αυστηρά μέτρα, διαρκώς νέες μειώσεις των μισθών και των συντάξεων, απολύσεις μερίδων εργαζόμενων στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, περαιτέρω ιδιωτικοποίηση (ξεπούλημα) της δημόσιας περιουσίας κοκ.

Επειδή η Ελλάδα ήταν αδύνατο, όπως το ήξεραν όλοι, να αποπληρώσει αυτό το χρέος μέχρι το 2018, που ήταν η αρχική προθεσμία, δόθηκε από την ΕΕ, τον περασμένο Μάρτιο, μια υποτίθεται ‘διευκόλυνση’ για αποπληρωμή μέχρι το 2023. Αυτό στην πραγματικότητα σημαίνει ότι, τουλάχιστον για τα επόμενα 12 χρόνια, η Ελλάδα θα τελεί υπό διεθνή οικονομική και πολιτική κατοχή, καθώς την οικονομική της πολιτική, την οικονομική και κοινωνική της οργάνωση, αλλά και τη σχετική νομοθεσία θα την επιβάλλουν οι διεθνείς δανειστές μέσω του ΔΝΤ/ΕΕ/ΕΚΤ προκειμένου να εξασφαλίζεται η αποπληρωμή του χρέους μέσω της διαρκούς επιβολής όλο και περισσότερων οικονομικών περικοπών.

Όμως το πράγμα δεν σταματάει εδώ. Για να συλλάβει κανείς το μέγεθος της χρεοκοπίας και την αδυναμία εξόδου από αυτήν στο όποιο προβλεπτό μέλλον, αρκεί να έχει υπόψη του ότι το συνολικό χρέος της Ελλάδας ανέρχεται αυτή τη στιγμή στα 340 δις ευρώ, δηλαδή φτάνει στα 147% του ΑΕΠ. Το χρέος αυτό διογκώνεται κάθε τρίμηνο, μεταξύ άλλων και με τη λήψη της δόσης από το προαναφερθέν δάνειο των 110 δις ευρώ που δόθηκε πέρσι. Οι αποφάσεις της ΕΕ του περασμένου Μάρτη είναι ότι πρέπει, χωρίς καμιά υποχώρηση πλέον, να εφαρμοστεί ο όρος του Μάαστριχτ που προβλέπει ότι το χρέος δεν πρέπει να είναι μεγαλύτερο από το 60% του ΑΕΠ. Αυτό σημαίνει ότι η συμμόρφωση της Ελλάδας με αυτό τον όρο συνεπάγεται μείωση αυτής της διαφοράς, του 87%, κατά το 1/20, ή 15 δις ευρώ ετησίως, δηλαδή, αποπληρωμή του χρέους μέσα σε είκοσι χρόνια, αρχίζοντας από το 2018 (μέχρι το 2038!!!). Αυτή η υπέρογκη δόση θα πρέπει, προφανώς, να εξοικονομείται από την αύξηση των εσόδων μέσω των περαιτέρω ιδιωτικοποιήσεων της δημόσιας περιουσίας και από την περαιτέρω μείωση των δαπανών για μισθούς, συντάξεις, Κοινωνική Πρόνοια, Υγεία, Παιδεία κοκ….

Γνωρίζουμε όλοι ότι αυτή η κρίση δεν είναι ελληνική αλλά Ευρωπαϊκή και παγκόσμια. Ότι, μετά την Ελλάδα, μπήκε στο Μηχανισμό στήριξης ΔΝΤ/ΕΕ/ΕΚΤ η Ιρλανδία και μόλις την περασμένη η εβδομάδα ζήτησε να μπει η Πορτογαλία. Εχει λεχθεί ότι έπεται η Ισπανία (η ομάδα των PIGS), ενώ μερικοί μιλούν για την Ιταλία και το Βέλγιο.

Αυτό έχει μεγάλη σημασία, όπως θ΄ αναφερθούμε στη συνέχεια, για την όποια συζήτηση κάνουμε για την Ψυχική Υγεία στην σημερινή Ευρώπη. Για το τι σημαίνει Ψυχική Υγεία σ΄ αυτές τις συνθήκες.

Εύκολα καταλαβαίνει κανείς ότι από τα πρώτα θύματα αυτής της χωρίς προηγούμενο οικονομικής και κοινωνικής καταστροφής είναι η Υγεία και η Παιδεία.

Στην Ελλάδα, η δημόσια υγεία καταρρέει, οι ανέκαθεν ανεπαρκείς υπηρεσίες της

ιδιωτικοποιούνται, ετοιμάζεται η συγχώνευση των δημόσιων νοσοκομείων (πρακτικά

το κλείσιμο μονάδων), η πρωτοβάθμια φροντίδας υγείας, που ήταν πάντα από ανύπαρκτη έως υποτυπώδης, τώρα κατακερματίζεται ακόμα περισσότερο και γίνεται ακόμα πιο σκιώδης, η στελέχωση με προσωπικό, που πάντα είχε μεγάλες ελλείψεις, ιδιαίτερα σε νοσηλευτές, γίνεται ακόμα χειρότερη, καθώς, βάσει των όρων που έχουν επιβληθεί για μείωση των δημόσιων δαπανών, σταματούν πλήρως οι προσλήψεις, δεδομένου ότι ο νέος κανόνας που επέβαλε η τρόϊκα ΔΝΤ/ΕΕ/ΕΚΤ προβλέπει ότι για προσληφθεί ένας (1) στον δημόσιο τομέα πρέπει ν΄ αποχωρήσουν πρώτα πέντε (5), ενώ ήδη συζητείται το μηδέν (0) προς πέντε (5), ή το ένα (1) προς δέκα (10). Υπολογίζουμε, πχ, ότι το νοσοκομείο στο οποίο εργάζομαι, το Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Αττικής, σε δυο χρόνια θα αδυνατεί πλήρως να λειτουργήσει.

Επιπλέον, τα δημόσια νοσοκομεία λειτουργούν όλο και περισσότερο με ιδιωτικοοικονομικούς όρους. Πχ, για να εξεταστεί κανείς σε δημόσιο νοσοκομείο πρέπει, πλέον, να πληρώνει. Ηδη από αυτή την εβδομάδα (11/4) δύο πανεπιστημιακά νοσοκομεία, που χρηματοδοτούνται όχι από τα Υπουργείο Υγείας, αλλά από το Υπουργείο Παιδείας έκλεισαν (κατ΄ αρχήν προσωρινά) γιατί το Υπουργείο σταμάτησε να τα επιχορηγεί. Δεν καταβάλλονται μισθοί, δεν υπάρχουν υλικά, φάρμακα κοκ. Το ένα από αυτά είναι το λίκνο της ελληνικής Πανεπιστημιακής Ψυχιατρικής, το Αιγινήτειο, που είχε ιδρυθεί το 1904. Πλήθος είναι οι μονάδες Ιδιωτικού Δικαίου που χρηματοδοτούνται από το κράτος, για ΑμΕΑ κοκ, οι οποίες βάζουν λουκέτο λόγω παύσης ή δραστικής μείωσης και ασυνεχούς χορήγηση μιας δραστικά μειωμένης χρηματοδότησης.

Είναι αυτή η κατάσταση της οικονομικής κατάρρευσης που έρχεται να συναντήσει την ήδη από μακρού σοβούσα κρίση του συστήματος Ψυχικής Υγείας στην Ελλάδα, την αποτυχία, δηλαδή, της ‘ψυχιατρικής μεταρρύθμισης’, εδώ και πάνω από 25 χρόνια και του εθνικού της προγράμματος, εδώ και 10 χρόνια (του περίφημου ‘Ψυχαργώς’), που δεν κατάφερε επ΄ ουδενί να δημιουργήσει ένα εναλλακτικό σύστημα θεσμών και πρακτικών, βασισμένων στην κοινότητα, το οποίο θα ανταποκρίνονταν στις ανάγκες των ψυχικά πασχόντων (και των οικογενειών τους) για στήριξη μέσα στον κοινωνικό ιστό.

Η ελληνική ‘ψυχιατρική μεταρρύθμιση’ είχε τον χαρακτήρα όχι μιας καθαυτό αποιδρυματοποίησης, αλλά, κυρίως, μετεγκατάστασης (transinstitutionalization) των ασθενών από τις πτέρυγες χρόνιας παραμονής στα ψυχιατρεία σε στεγαστικές μονάδες του δημοσίου ή ιδιωτικών «μη κερδοσκοπικών» εταιρειών, χωρίς το σύστημα, οι δομές του, η λειτουργία και η κουλτούρα του ν΄ αλλάζουν. Με συνθήκες σε αρκετές από αυτές τις δομές παρόμοιες με αυτές στα ψυχιατρεία, με μηχανικές καθηλώσεις, κλειδωμένες πόρτες και συχνά με την επιτήρηση από κάμερες.

Είναι χαρακτηριστικό της κατάστασης που διαμορφώθηκε στη Ελλάδα, της κουλτούρας που διέπει την λεγόμενη ‘ψυχιατρική μεταρρύθμιση’, ότι η ίδια η θεσμοθετημένη Επιτροπή για τα δικαιώματα των ψυχικά πασχόντων δικαιολογεί τις μηχανικές καθηλώσεις ακόμα και μέσα στις στεγαστικές δομές και απλώς συνιστά οι κάμερες να μην είναι στα σαλόνια των δομών, αλλά μόνο στα δωμάτια απομόνωσης. Δεν είναι ν΄ απορεί κανείς, επομένως, γιατί το 55-60% των εισαγωγών στις μονάδες ψυχιατρικής νοσηλείας, στα ψυχιατρεία και στα γενικά νοσοκομεία, είναι ακούσιες και ένα μεγάλο ποσοστό από αυτές τις ακούσιες εισαγωγές, σε μερικές περιπτώσεις μέχρι και το 50%, υφίσταται μηχανική καθήλωση, ενώ συχνά καθηλώνονται ακόμα και ασθενείς που εισάγονται εκούσια.

Η συρρίκνωση των μεγαλύτερων και το κλείσιμο τεσσάρων εκ των μικρότερων ψυχιατρείων, όλη αυτή την περίοδο, δεν συνοδεύτηκε από την δημιουργία κοινοτικών υπηρεσιών. Και πώς να υπάρξουν κοινοτικές υπηρεσίες όταν ούτε το κράτος ούτε, προπαντός, η ψυχιατρική κοινότητα ενδιαφέρθηκε στο ελάχιστο, ύστερα από 25 χρόνια υποτιθέμενης μεταρρύθμισης, ούτε καν για το πιο στοιχειώδες, την αναγκαία (αν και ουδόλως, φυσικά, επαρκή) συνθήκη για τον όποιο μετασχηματισμό, που είναι η Τομεοποίηση των υπηρεσιών.

Μια άλλη παράμετρος ήταν ο ρόλος του λεγόμενου ιδιωτικού ‘μη κερδοσκοπικού’ τομέα στην Ελλάδα, που λειτούργησε με κρατική χρηματοδότηση, περισσότερο ως παρα-κυβερνητική παρά ως ‘μη κυβερνητική’ δραστηριότητα, συμβάλλοντας στην ιδιωτικοποίησης της ψυχικής υγείας (μέσω της ιδιωτικοποίησης και της επισφάλειας των εργασιακών σχέσεων του προσωπικού τους), αλλά και στην αναπαραγωγή του κατακερματισμού και της παράλληλης και αποκομμένης (σε αντίθεση προς την εναλλακτική) δραστηριότητας σε σχέση με το υπάρχον ιδρυματικό σύστημα των υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας. Χωρίς καμιά δική τους ανεξάρτητη βάση και χωρίς, οι περισσότερες εξ΄ αυτών, μια ιστορία στο χώρο της ψυχικής υγείας, λειτούργησαν πιο πολύ στην κατεύθυνση της απορρόφησης κονδυλίων και πολύ λιγότερο (έως και καθόλου) της ανάληψης της ευθύνης για απάντηση στις ανάγκες του πληθυσμού μιας ορισμένης περιοχής. Αντί να επικεντρώσουν στην συμμετοχή τους σε κοινές δράσεις και σε συνέργειες, στη λογική του ‘τομέα ευθύνης’, ανέπτυξαν δραστηριότητες και δομές (κυρίως στεγαστικού χαρακτήρα, σπανιότερα άλλες) διάχυτα σε διάφορες περιοχές της χώρας, δομές που είχαν ως σημείο αναφοράς όχι τον όποιο τοπικό πληθυσμό, αλλά τις ανάγκες και επιδιώξεις της εκάστοτε εταιρείας (οικονομικές, διαχειριστικές, προτεραιοτήτων, στόχων, κουλτούρας, πόρων κοκ).

Μπορεί να μην υπήρξαν κοινοτικές υπηρεσίες που θα λειτουργούσαν εναλλακτικά στις λογικές του εγκλεισμού και της διαιωνιζόμενης ιδρυματικής βαρβαρότητας, υπήρξε, όμως, άνθηση των ιδιωτικών ψυχιατρικών κλινικών σε πολλές περιοχές της χώρας που ήρθαν να καλύψουν το κενό που άφησε η μείωση των κλινών ή και τα κλείσιμο των δημόσιων ψυχιατρείων χωρίς να δημιουργηθεί τίποτα στη θέση τους. Σε πολλές από αυτές υπάρχουν πληροφορίες ότι ασκούνται εξαιρετικά βίαιες μέθοδοι καταστολής των εγκλείστων. Η ίδια εικόνα, όμως, ήρθε πρόσφατα στο φως της δημοσιότητας και από μια σειρά ιδρύματα σε διάφορες περιοχές της χώρας (Λεχαινά, Σιδηρόκαστρο κλπ) για παιδιά και ενήλικες με νοητική υστέρηση και πολλαπλές αναπηρίες. Παιδιά δεμένα, κλεισμένα σε κλουβιά, γυμνά, στην απόλυτη εξαθλίωση. Συνθήκες που 15 χρόνια μετά την ημιτελή μεταρρύθμιση του ψυχιατρείου της Λέρου, δεν έχουν σε τίποτα να ζηλέψουν την κατάσταση του εκεί ψυχιατρείου πριν ξεκινήσει η μεταρρύθμιση.

Αυτό, λοιπόν, στο οποίο έρχεται να επιδράσει η σημερινή οικονομική κρίση είναι ένα νεοιδρυματικό μοντέλο, το οποίο είναι ήδη σε κρίση, κατασταλτικό, δυσλειτουργικό και υποχρηματοδοτημένο.

Η μείωση, δηλαδή, της χρηματοδότησης και το τέλμα στο οποίο έχει περιέλθει ο χώρος της ψυχικής υγείας, έχουν ξεκινήσει εδώ και μερικά χρόνια, όταν τέλειωσαν οι κοινοτικές χρηματοδοτήσεις του προηγούμενου Γ΄ Κοινοτικού Πλαισίου στήριξης.

Γνωρίζοντας ότι η ελληνική ‘ψυχιατρική μεταρρύθμιση’, από την δεκαετία του 80 που ξεκίνησε, ταυτίστηκε με τα συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα της ΕΕ και ότι η ίδια η ΕΕ συνέπλευσε με τον στρεβλό, νεο-ιδρυματικό, γραφειοκρατικό χαρακτήρα (για χάρη της απορρόφησης κονδυλίων και μόνο) που πήρε αυτή η ’μεταρρύθμιση’, δεν μπορεί να κριθεί παρά ως αποκάλυπτα υποκριτικό το γεγονός ότι, όταν, εδώ και λίγα χρόνια, η ελληνική κυβέρνηση δήλωσε αδυναμία και αρνήθηκε να στηρίξει με την αναγκαία επάρκεια την χρηματοδότηση των εκατοντάδων δομών που είχαν δημιουργηθεί μέσω των κοινοτικών προγραμμάτων, τα αρμόδια γραφεία του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου και διάφοροι Επίτροποι εμφανίστηκαν να ‘επιμένουν’ και να ‘πιέζουν’ για την τήρηση των δεσμεύσεων της ελληνικής κυβέρνησης για την ψυχιατρική μεταρρύθμιση, την ίδια στιγμή που σε άλλα, πιο αποφασιστικού χαρακτήρα επίπεδα, η ΕΕ υποχρέωνε την Ελλάδα στη λήψη σκληρών μέτρων περικοπής των δαπανών σε όλους τους τομείς, συμπεριλαμβανομένης της Υγείας και της Ψυχικής Υγείας.

Οι πολιτικές που ακολούθησαν μετά την είσοδο της χώρας σε καθεστώς επιτήρησης από ΔΝΤ/ΕΕ/ΕΚΤ έχουν οδηγήσει αυτό που ήταν ως τώρα, στην Ψυχική Υγεία, μια κατάσταση ‘στασιμότητας’ και ‘τέλματος’, σε μια διαδικασία πραγματικής κατεδάφισης του όλου συστήματος – όχι πια η συντήρηση του εξωραϊσμένου νεο-ιδρυματισμού, αλλά, κυριολεκτικά, η κατεδάφιση. Όχι μόνο η δημιουργία κοινοτικών υπηρεσιών, που είναι το ζητούμενο στην Ελλάδα, τίθεται πλέον εκτός συζήτησης, αλλά και οι νεο-ιδρυματικές δομές, ξενώνες, οικοτροφεία κοκ, με την δημιουργία των οποίων ταυτίστηκε η ελληνική ‘ψυχιατρική μεταρρύθμιση’, μπαίνουν σε άμεσο κίνδυνο να κλείσουν, να συγχωνευθούν κοκ, για πλείστους λόγους (έλλειψης προσωπικού, περικοπών κλπ). Το γεγονός ότι, πολύ πριν ξεσπάσει η τωρινή κρίση, οι δομές του ιδιωτικού, ‘μη κερδοσκοπικού’ τομέα δεν έπαιρναν παρά δραστικά μειωμένη και με μεγάλες ασυνέχειες την επιχορήγηση που τους όφειλε το κράτος (και το προσωπικό έμενε απλήρωτο για μήνες, ενώ το επίπεδο φροντίδας των ενοίκων ανάλογα υποβαθμιζόταν), δεν ήταν παρά το προοίμιο της σημερινής κατάστασης.

Οσο περισσότερο οι συνέπειες των οικονομικών μέτρων γίνονται αισθητές και πρόκειται περαιτέρω να πολλαπλασιαστούν, με αποτέλεσμα οι ψυχικά πάσχοντες να χάνουν όλα τα παραδοσιακά και οικογενειακά τους στηρίγματα που είχαν την προηγούμενη περίοδο,

Οσο, ταυτόχρονα, δεν υπάρχουν οι ολοκληρωμένες υπηρεσίες ψυχικής υγείας και κοινωνικές για στήριξη στον τόπο κατοικίας,

Οσο, δηλαδή, δεν είναι δυνατό ν΄ απαντηθούν οι ανάγκες, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, τη στιγμή ακριβώς που πολλαπλασιάζονται και γίνονται πιο πολύπλοκες, τότε δεν απομένει, από μια ψυχιατρική που ποτέ δεν απέβαλε την ιδρυματική και ασυλική της θεωρία, πρακτική, δομή και λειτουργία, παρά η κατασταλτική τους αντιμετώπιση, μέρος της οποίας είναι και η εγκατάλειψή τους στο δρόμο.

Σε μια κατάσταση που θυμίζει αυτή που διαμορφώθηκε στην κοινωνία και στην ψυχιατρική την δεκαετία του 30, δεν μπορεί κανείς να περιμένει από μια κυβέρνηση και ένα Υπουργείο, που ως μοναδικό μέλημα έχει τις περικοπές αδιαφορώντας για το όποιο ανθρώπινο κόστος, που η μόνη του πολιτική για την Υγεία δεν είναι άλλη από αυτό που θα διαμορφωθεί, ή που θ΄ απομείνει μετά από μια διαδικασία περικοπών που δεν έχουν τέλος, να μπει σ΄ ένα διάλογο για ένα σχέδιο και ένα προγραμματισμό για την Ψυχική Υγεία. Τώρα περισσότερο από ποτέ η κινητοποίηση της κοινωνίας και για την Ψυχική Υγεία τίθεται ως προϋπόθεση για τον όποιο μετασχηματισμό και την υπεράσπιση των βασικών δικαιωμάτων. Αλλωστε και το κίνημα του Basaglia και ο νόμος 180 δεν θα μπορούν να ειδωθούν ανεξάρτητα από το Μάη του 68 και τις πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες στην Ιταλία της δεκαετίας του 70.

Ενα διεθνές δίκτυο για την προώθηση και στήριξη των λεγόμενων ‘καλών πρακτικών’, στο βαθμό που αποφασιστικά και εν τη ουσία (και όχι επιδερμικά και προσχηματικά) παρεμβαίνει, είναι πάντα ένα χρήσιμο εργαλείο, ιδιαίτερα για όσους προσπαθούν εντός των θεσμών, σε διάφορες χώρες, απομονωμένοι, μέσα σε εχθρικό περιβάλλον. Ωστόσο αυτό, από μόνο του, δεν αρκεί. Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, η κοινωνική και πολιτική πάλη είναι αποφασιστικού χαρακτήρα. Τα να μπει, δηλαδή, στην ημερήσια διάταξη, μέσα στις σημερινές, εντελώς διαφορετικές συνθήκες, αυτό για το οποίο μιλούσε και ο Basaglia, όσον αφορά την προσπάθεια για το ριζικό μετασχηματισμό των ψυχιατρικών θεσμών: το συνδυασμό, δηλαδή, της πάλης ‘από μέσα’ και ‘απ΄ έξω’. Της δουλειάς για το μετασχηματισμό από ‘μέσα’ (την απεξάρθρωση και την υπέρβαση του κατασταλτικού μηχανισμού), με τα κοινωνικά κινήματα ‘απ΄ έξω’. Η Αποιδρυματοποίηση, ως μια διαρκής διαδικασία, που δεν σταματάει στο γκρέμισμα των τοίχων του ασύλου, αλλά κινείται πρακτικά στην ανατροπή του ‘ενός τοίχου μετά τον άλλο’, θέτει εξ αντικειμένου σε αμφισβήτηση την ίδια τη δομή της δεδομένης Κοινωνικής Τάξης. Μια κοινωνία δεν μπορεί να είναι ελεύθερη στο βαθμό που και τα άτομα που αποκαλούνται ‘ψυχικά πάσχονες’, το ίδιο όπως και οι μετανάστες και όλοι οι αποκλεισμένοι (εξαιτίας της δομής και της λειτουργίας) αυτής της Κοινωνικής Τάξης, δεν είναι, επίσης, πραγματικά ελεύθεροι. Πραγματικά ελεύθεροι σημαίνει ν΄ απολαμβάνουν πλήρη δικαιώματα – δικαιώματα, δηλαδή, που δεν μένουν στις διακηρύξεις, αλλά στηρίζονται υλικά, κοινωνικά, σχεσιακά, θεσμικά, νομοθετικά.

Είναι εδώ, στο ζήτημα του ‘κοινωνικού χώρου’ για τον ‘ψυχικά πάσχοντα’, για την τρέλα, για τον μετανάστη, τον ‘διαφορετικό’, τον κάθε ‘απόβλητο της παγκοσμιοποίησης’, που αποκτά την πλήρη σημασία και αναγκαιότητά της εκείνη η κοινωνική συνθήκη που καθιστά δυνατή την ελευθερία του καθενός ως προϋπόθεση της ελευθερίας του κάθε άλλου.

Σε κάθε περίπτωση, παραμένουν ως κεντρικά ζητήματα διεκδίκησης, σχεδιασμού και

προγραμματισμού για το ριζικό μετασχηματισμό του συστήματος Ψυχικής Υγείας στην Ελλάδα:

- η διασφάλιση του δημόσιου και δωρεάν χαρακτήρα της ψυχικής υγείας, που πρέπει να παρέχεται ισότιμα σε όλους, σε συνθήκες διαλόγου και ελεύθερης επικοινωνίας (άρα οι προϋποθέσεις κουλτούρας και πλέγματος υπηρεσιών για τη δυνατότητα μιας τέτοιας επικοινωνίας) με αποφασιστικό έλεγχο των λειτουργών, των «ληπτών», των οικογενειών.

-οι «ανοιχτές πόρτες» και η κατάργηση των πρακτικών του εγκλεισμού και των μεθόδων της ιδρυματικής βίας (μηχανικής καθήλωσης και της απομόνωσης),

-το κλείσιμο όλων των ψυχιατρείων, ως διαδικασία Αποιδρυματοποίησης, ενάντια σε λογικές και πρακτικές Απονοσοκομειοποίησης – με την βαθμιαία μεταφορά όλων των κλινών των νοσηλευτικών μονάδων των ψυχιατρείων σε γενικά νοσοκομεία (υπό όρους λειτουργίας των ψυχιατρικών κλινικών στα γενικά νοσοκομεία ριζικά διαφορετικούς από τους σημερινούς, που είναι ομοειδείς προς αυτούς των ψυχιατρείων) και σε ΚΨΥ που πρέπει να ιδρυθούν. Το κλείσιμο των ψυχιατρείων δεν προηγείται ούτε έπεται της ίδρυσης των κοινοτικών υπηρεσιών. Είναι συνυφασμένο με τις διαδικασίες και τις πρακτικές Αποιδρυματοποίησης στο εσωτερικό του κλειστού ιδρύματος (ως υπέρβασης και όχι απλής κατάργησής του), προϊόν των οποίων θα πρέπει να είναι, επίσης, η μετάβαση του προσωπικού, από φυλακτικούς ρόλους εντός του κλειστού ιδρύματος σε θεραπευτικούς ρόλους στις νέες κοινοτικές και νοσοκομειακές δομές (με την ταυτόχρονη διασφάλιση όλων των εργασιακών του δικαιωμάτων). Το κλείσιμο των ψυχιατρείων είναι προϊόν αυτών των διαδικασιών και πηγαίνει παράλληλα και σε συνάρτηση με την ίδρυση και λειτουργία των κοινοτικών υπηρεσιών, λαμβάνοντας υπόψιν, σε κάθε βήμα, η διαδικασία υπέρβασης (και όχι, επαναλαμβάνουμε, απλής κατάργησης) του κλειστού ιδρύματος (της όποιας κλειστής μονάδας, της μιας μετά την άλλη, εντός αυτού) συνεπάγεται την ίδρυση και λειτουργία επαρκών, ολοκληρωμένων και ριζικά εναλλακτικών κοινοτικών

υπηρεσιών.

άμεση εφαρμογή μιας πραγματικής Τομεοποίησης (τομείς το πολύ των 100.000 κατοίκων) σε όλη τη χώρα, με υποχρέωση όλων των υπηρεσιών να λειτουργήσουν στη βάση της «ευθύνης για τις ανάγκες του πληθυσμού μιας ορισμένης περιοχής». Ιδρυση ΚΨΥ σε κάθε τομέα, με 24ωρη λειτουργία, 7 ημέρες την εβδομάδα, σε οργανική και λειτουργική διασύνδεση με όλες τις μονάδες ψυχικής υγείας του τομέα (νοσοκομειακές κοκ) και με δυνατότητα παροχής ολοκληρωμένων υπηρεσιών.

-η εφαρμογή του νόμου για την αναγκαστική νοσηλεία, που πρέπει να γίνεται από υγειονομική υπηρεσία, ως η έσχατη λύση και αφού αποδεδειγμένα έχει γίνει κάθε δυνατή προσπάθεια για την αποφυγή της.

κατοχύρωση των δικαιωμάτων σε όλα τα επίπεδα και σε κάθε στιγμή της επαφής του ψυχικά πάσχοντος ατόμου με την υπηρεσία, ενδονοσοκομειακή ή εξωνοσοκομειακή.

- η δημιουργία θέσεων εργασίας, με κανονική αμοιβή. Στήριξη των ΚΟΙΣΠΕ.

- η ανάδειξη και ενίσχυση του ρόλου των ‘νέων υποκειμένων’, χρηστών των υπηρεσιών και οικογενειών.

- η ανάληψη από το Δημόσιο όλων των δομών στέγασης, των κινητών μονάδων των κέντρων ημέρας κλπ, που εν είδει εργολαβίας παραχωρήθηκαν στον ιδιωτικό τομέα.

- οι προσλήψεις προσωπικού, ιδιαίτερα νοσηλευτικού, αλλά και άλλων ειδικοτήτων, στον αριθμό που απαιτούν οι τρέχουσες ανάγκες, σε συνάρτηση με αυτές του μετασχηματισμού και η κατάλληλη εκπαίδευσή του

- η επαρκής χρηματοδότηση από τον κρατικό προϋπολογισμό. Αυτό σημαίνει, εκτός από την μεταφορά των πόρων από τις νοσοκομειακές φυλακτικές δομές στις κοινοτικές και ταυτόχρονη ουσιαστική αύξηση των διατιθέμενων πόρων για την ψυχική υγεία, η οποία ήταν πάντα άκρως υποχρηματοδοτημένη.

Θ. Μεγαλοοικονόμου

*Το κείμενο αυτό παρουσιάστηκε στην διεθνή συνάντηση ”Beyond the walls: the transition frοm hospital to community based care. International Collaboration in Mental Health”, που έγινε στη Τεργέστη, στις 13-16 Απριλίου 2011.



Magazine - Other articles

Νέα του Blog

Το αδύνατο που έγινε δυνατό

20.02.2017 | Slider
Εμφανίσεις: 3926