21/10/2006
Ποικίλες αντιδράσεις προκάλεσε η τηλεοπτική εκπομπή «Αποδείξεις» του Ν. Ευαγγελάτου (18/10/06) με «υλικό» σκηνές «καθημερινής ιδρυματικής βίας» στα ψυχιατρικά νοσοκομεία. Απολογητική στάση και ψελλίσματα αμηχανίας από μεριάς των, παρόντων στην εκπομπή, καθ΄ ύλην αρμοδίων (υφυπουργού κλπ), ιδρυματικές άμυνες, εν συνεχεία, ντροπή, ενοχές και επιθετικότητα προς ποικίλες κατευθύνσεις - μέχρι και επιχείρηση ακύρωσης του περιεχομένου της εκπομπής, στο όνομα του «τηλε-εισαγγελικού» τρόπου που στήθηκε, της συζήτησης που δεν αφήνεται ποτέ να γίνει, της πάγιας χρησιμοποίησης ενός εξαιρετικά καυτού ζητήματος για εντυπωσιασμό και τηλεθέαση σε βάρος της σφαιρικής ανάλυσης και κατανόησης των αιτιών που το παράγουν και το διατηρούν.
Πριν από οποιαδήποτε κριτική για τον χαρακτήρα των εκπομπών αυτού του τύπου, τις «κρυφές κάμερες» κλπ, αυτό που αναπόφευκτα πρέπει ν΄ αναγνωριστεί είναι ότι η θλιβερή ασυλική πραγματικότητα εξακολουθεί (και θα εξακολουθήσει) να δίνει άφθονο υλικό για καταγγελίες αυτού του είδους. Και θα έπρεπε, αντί ν΄ αφήνουμε το ζήτημα στους «τηλε-εισαγγελείς», που το αξιοποιούν για τους δικούς τους σκοπούς, να το έχουμε, ήδη, κάνει αντικείμενο σοβαρής κριτικής και αυτοκριτικής στο εσωτερικό της επιστημονικής κοινότητας : για τον τρόπο που εξακολουθεί να παρέχεται η φροντίδα ψυχικής υγείας, για τον τρόπο λειτουργίας του συστήματος, στο οποίο συμμετέχουμε, παρόλη την λεγόμενη «ψυχιατρική μεταρρύθμιση», εδώ και πάνω από 20 χρόνια.
Ν΄ αναρωτηθούμε τι είδους «μεταρρύθμιση» γίνεται και τι είδους «μεταρρύθμιση» κάνουμε.
Η ψυχιατρική μεταρρύθμιση δεν νοείται ερήμην της υπέρβασης των πρακτικών του εγκλεισμού και της ιδρυματικής βίας, της φυσικής και λεκτικής κακοποίησης, των πρακτικών της μηχανικής καθήλωσης και της απομόνωσης, των ψυχιατρικών υπηρεσιών με κλειδωμένες πόρτες.
«Κλείσιμο» του ψυχιατρείου και σεβασμός στα δικαιώματα των πολιτών με προβλήματα ψυχικής υγείας δεν σημαίνει απλό «λουκέτο», ή απλή ποσοτική συρρίκνωση των ψυχιατρείων και μεταφορά των πρακτικών του εγκλεισμού έξω απ΄ αυτά, στα γενικά νοσοκομεία και αλλού (οικοτροφεία κλπ).
Στην πραγματικότητα, δεν μιλάμε για «κλείσιμο», αλλά για «υπέρβαση» του ψυχιατρείου και των πρακτικών του.
Η μετάβαση «από το άσυλο στην κοινότητα», εκτός από τη δημιουργία κοινοτικών υπηρεσιών (που δεν υπάρχουν, αν και αποτελούν προϋπόθεση), σημαίνει, ταυτόχρονα, ξεπέρασμα των πρακτικών που ακυρώνουν και καταστρατηγούν τα δικαιώματα και την αξιοπρέπεια των ψυχικά πασχόντων, στο όνομα της «θεραπείας».
Σημαίνει ότι ο θεραπευτικός θεσμός είναι κοινωνικά διαφανής και προσπελάσιμος,
δεν έχει τίποτα να κρύψει - δεν φοβάται, αλλά, αντίθετα, επιδιώκει τη συμμετοχή της κοινωνίας στις θεραπευτικές διαδικασίες. Παύει να είναι αποδέκτης της κοινωνικής ανάθεσης για εγκλεισμό και αποκλεισμό και μετατρέπεται σε καταλύτη συλλογικών προσπαθειών για ένταξη, στήριξη και κοινωνική αναπαραγωγή των ψυχικά πασχόντων και των οικογενειών τους.
Είναι καθήκον των λειτουργών ψυχικής υγείας, πρώτα απ΄ όλα των ψυχιάτρων, ν΄ ανοίξουν μια πλατιά και ειλικρινή συζήτηση για το ζήτημα των μηχανικών καθηλώσεων και των άλλων μορφών ιδρυματικής βίας.
Για τον υπερσυνωστισμό στις μονάδες ψυχιατρικής νοσηλείας και τα ράντζα.
Για τη δραματική έλλειψη τομεοποιημένων κοινοτικών υπηρεσιών ψυχικής υγείας. Για την έλλειψη υποστηρικτικών συστημάτων για τη διατήρηση της ένταξης και την αποφυγή του μονόδρομου του εγκλεισμού και του αποκλεισμού των ανθρώπων με προβλήματα ψυχικής υγείας.
Για τις τρομακτικές ελλείψεις, ποσοτικές και ποιοτικές, σε προσωπικό στις μονάδες ψυχικής υγείας.
Για την ανάγκη μιας διαφορετικής κουλτούρας, όχι ελέγχου και καταστολής, αλλά στήριξης και διαπραγμάτευσης με τον ψυχικά πάσχοντα.
Η ψυχιατρική μεταρρύθμιση δεν γίνεται με «επιχειρησιακά προγράμματα», μάνατζμεντ και απορρόφηση κονδυλίων. Ανάγεται, πάνω απ΄ όλα, σε μια ριζική αλλαγή στάσης απέναντι στον ψυχικά πάσχοντα. Προϋποθέτει μια θεραπευτική κουλτούρα στηριγμένη όχι σε «σχέσεις βίας», αλλά σε «σχέσεις κοινωνικής στήριξης».
Απ΄ αυτή την άποψη, εκφράζουμε την πλήρη αντίθεσή μας στο «μήνυμα» της εκπομπής («εύκολη λύση» και άλλοθι για τους διοικούντες), που αναγόταν στη μαζική στοχοποίηση του νοσηλευτικού προσωπικού και στην προσαγωγή των «ενόχων» στις διαδικασίες του πειθαρχικού ελέγχου και στη δικαιοσύνη. Στο στόχαστρο, επίσης, η μονιμότητα - λες και η ιδρυματική βία δεν υπάρχει (και μάλιστα ανεξέλεγκτη) στον ιδιωτικό τομέα..
Εμείς λέμε ότι ένοχη είναι η πολιτική του Υπουργείου, οι εκάστοτε διοικούντες, όλοι αυτοί που δημιουργούν και διατηρούν «θέσεις εργασίας με αυτές τις απαιτήσεις», δηλαδή, της φύλαξης και της καταχρηστικής μεταχείρισης των ψυχικά πασχόντων.
Είναι το σύστημα που διαμορφώνει συνειδήσεις και πρακτικές και όχι το αντίθετο. Δεν φταίει η μονιμότητα, αλλά η επικρατούσα θεραπευτική κουλτούρα, ο τρόπος οργάνωσης του ψυχιατρικού συστήματος (και η αξιοποίησή τους στο σύστημα των πελατειακών σχέσεων, που, όμως, δεν είναι αποκλειστικότητα του δημόσιου τομέα).
Μια ριζική αλλαγή στο σύστημα των παρεχόμενων υπηρεσιών θα μπορούσε να εξυπηρετηθεί από τους ίδιους (πλην μικρών εξαιρέσεων) ανθρώπους, αρκεί να ήταν πραγματική, όχι στο επίπεδο του μάνατζμεντ, αλλά στο επίπεδο του ανθρώπου (λειτουργού) με τον άνθρωπο (ασθενή).
Η Πανελλαδική Συσπείρωση για την Ψυχιατρική Μεταρρύθμιση προτείνει την κατάργηση των μηχανικών καθηλώσεων και των απομονώσεων ως των πλέον ακραίων μορφών ιδρυματικής βίας. Η απόφαση για την κατάργησή τους θ΄ ανοίξει ένα πεδίο γόνιμου διαλόγου (και διεκδικήσεων) για την έννοια του «θεραπευτικού» στην ψυχιατρική, για την θεραπευτική σχέση, για το πραγματικό άνοιγμα και τη μετάβαση στην κοινότητα, για τις ανάγκες σε προσωπικό και τις ανάγκες του ίδιου του προσωπικού, προκειμένου ν΄ ανταποκριθεί στον θεραπευτικό του ρόλο.
Αν δεν αντιμετωπίσουμε αυτή την κατάσταση ως υποκείμενα (στη λογική της υπέρβασής της) θα την υφιστάμεθα εσαεί ως αντικείμενα (στο βωμό της τηλεθέασης και με τη μορφή τηλεδικείων).
ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΗ ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΗ ΓΙΑ
ΤΗΝ ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ-
«ΤΕΤΡΑΔΙΑ ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗΣ»